Του Γιάννη Μαστρογεωργίου
Δραχμή: ταξίδι στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα
Η συζήτηση για πιθανή επιστροφή της Ελλάδος σε εθνικό νόμισμα επανέρχεται από το 2012 και μετά σε τακτά χρονικά διαστήματα. Πότε η συζήτηση αυτή έχει ως αιχμή και προμετωπίδα τις πιθανές ωφέλειες για την οικονομία της χώρας και πότε εκκινούσε από τις εγγενείς αδυναμίες και δομικά προβλήματα του Ευρώ, οδηγώντας έμμεσα και κεκαλυμμένα στον μονόδρομο της υιοθέτησης εθνικού νομίσματος.
Η συζήτηση για τη Δραχμή γίνεται μέσα από την αναζωπύρωση μίας ιδιότυπης ελληνικής ορμής προς τη θυσία και την αυτοθυσία. Το «κούγκι» του κ. Καμμένου, είναι ένα «ζην επικινδύνως», μία πέρα από τη γνώση των συνεπειών στάση να γίνουν όλα θρύψαλα μήπως και ξαναγίνουν όλα όπως ήταν. Να καταστραφεί ο διπλανός μπας και αναστηθούμε μαζί… «Το μυστικό για μια ζωή γεμάτη και ευτυχισμένη είναι ένα: το ζην επικινδύνως». Έτσι είπε ο Νίτσε, θα είναι όμως έτσι ευτυχισμένη και στη Δραχμή;
Η αλήθεια είναι ότι οι επιπτώσεις που τυχόν θα έχει ένα εθνικό νόμισμα, είναι σχετικά απροσδιόριστες, καθώς δεν έχει υπάρξει αντίστοιχο προηγούμενο στην ΟΝΕ. Η Ελλάδα ανήκει ήδη σε μία νομισματική ένωση, δεν είχαμε συνδεδεμένο νόμισμα με το Δολάριο πχ όπως η Αργεντινή, δεν είχαμε προετοιμαστεί μετά την είσοδο στην ΟΝΕ για κάποια μετάπτωση, άρα δεν είναι εύκολο να έχουμε σαφή εικόνα των επιπτώσεων.
Όμως, υπάρχουν κάποια αδιαμφισβήτητα δεδομένα που ένα ανίσχυρο νέο εθνικό νόμισμα θα επιφέρει άμεσα. Στις επόμενες σελίδες θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τις πιο πιθανές.
Το ΔΙΚΤΥΟ υποστηρίζει ακράδαντα ότι οι Έλληνες έχουν κάθε δικαίωμα να γνωρίζουν τις συνέπειες εξόδου από την ΟΝΕ και για αυτό ζήτησε μέσω επιστολής της Προέδρου του, Άννας Διαμαντοπούλου, προς τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να δοθεί στη δημοσιότητα το σχέδιο συνεπειών εξόδου από το Ευρώ που έχει ετοιμάσει η Επιτροπή σε δύο περιπτώσεις. Μία το καλοκαίρι του 2012 ενδιαμέσως των δύο εκλογών στην Ελλάδα –γνωστό ως Plan Z- και μία μετά το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015.
Η γνώση είναι δύναμη και δικαίωμα.
Μήπως το πρόβλημα είναι το Ευρώ…;
Το ευρώ είναι ένα ημιτελές νόμισμα σε μία ατελή νομισματική ένωση με πολλά προβλήματα, που προκύπτουν από το γεγονός ότι δεν συνοδεύεται από μια δημοσιονομική και πολιτική ένωση.
Ως κοινό νόμισμα, φαίνεται πως ωφελεί κυρίως τις ισχυρές εξαγωγικά χώρες του Βορρά - κυρίως τη Γερμανία- που αν είχαν το δικό τους, θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το κόστος της ισχυρότερης ισοτιμίας, όμως το νόμισμα δεν είναι το βασικό πρόβλημα και τα κενά του Ευρώ καλύπτονται σταδιακώς. Έχει δίκιο κανείς πχ όταν ασκεί κριτική στα γερμανικά εμπορικά πλεονάσματα, αλλά ξεχνά τους κανόνες Six Pack που ισχύουν από το 2011 στην Ευρωζώνη και οι οποίοι συνιστούν αναμφισβήτητη πρόοδο. Επίσης, η ύπαρξη και λειτουργία του ESM συνιστά σημαντική εξέλιξη, καθώς και η πολιτική μαζικής αγοράς τίτλων χρέους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καταλήγει σε μία de facto αμοιβαιοποίηση ευρωπαϊκών χρεών στον ισολογισμό και η επεκτατική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ και ο ισολογισμός της ξεπερνά τον αντίστοιχο της αμερικανικής Federal Reserve. Για αυτό και οι εκπρόσωποι της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας ασκούν κριτική στην πολιτική αυτή ενώ, τέλος, είναι αδιαμφισβήτητη η θετική εξέλιξη της τραπεζικής ένωσης.
Από την άλλη μία ομάδα διεθνών κυρίως οικονομολόγων θεωρεί ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη ήταν ένα λάθος. Με την άποψη αυτή φαίνεται ότι αρχίζει να συντάσσεται και ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων όπως δείχνουν πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Ο νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς στο πρόσφατο βιβλίο του ««Το Ευρώ: Πώς το ενιαίο νόμισμα απειλεί το μέλλον της Ευρώπης», τάσσεται υπέρ «μίας ήπιας εξόδου από το ευρώ», εκτιμώντας παράλληλα ότι κάτι τέτοιο «δεν θα σήμαινε και το τέλος του ευρωπαϊκού εγχειρήματος». Ο έτερος αμερικάνος νομπελίστας οικονομολόγος που έχει απασχολήσει αρκετά την ελληνική κοινή γνώμη, ο Πολ Κρούγκμαν έχει δηλώσει σε ομιλία του στην Ελλάδα προ διετίας τη διάλεξή του στο Μέγαρο Μουσικής με θέμα «Εurope: What next?» τα εξής : «Νόμιζα ότι το ευρώ ήταν μια κακή ιδέα. Έκανα λάθος. Το ευρώ ήταν μια φρικτή ιδέα». Ο κ. Κρούγκμαν δεν τάσσεται, όμως, υπέρ της εξόδου της Ελλάδος από το Ευρώ, χαρακτηρίζοντας ως «κόλαση» την κατάσταση που θα δημιουργηθεί, σε περίπτωση που η Ελλάδα οδηγηθεί εκτός του Ευρώ, προσθέτοντας ότι η μετάβαση στο νέο νόμισμα θα ήταν εφιαλτική.
Πριν από δύο χρόνια ο Δανός οικονομολόγος Λαρς Κρίστενσεν σε δημοσίευση του, υπογράμμιζε ότι το λάθος δεν είναι αποκλειστικά της ελληνικής οικονομίας. Το λάθος βρίσκεται κυρίως με τους μηχανισμούς της ευρωζώνης που έχουν αρνητικές συνέπειες για όλες τις χώρες που είναι μέλη της, σύμφωνα με τον κ. Κρίστενσεν. Εν ολίγοις, οι οικονομικές προοπτικές μιας χώρας εκτός της ευρωζώνης είναι καλύτερες από αυτές που είναι εντός.
Ο κ. Κρίστενσεν συνέκρινε τους ρυθμούς ανάπτυξης διάφορων χωρών, χωρίζοντας τις στις χώρες της ευρωζώνης , στις χώρες που έχουν σταθερές ισοτιμίες προς το Ευρώ (όπως η Βουλγαρία και η Δανία) «peggers» και στις χώρες που έχουν κυμαινόμενες ισοτιμίες με το Ευρώ«floaters»: Σουηδία, Πολωνία Ουγγαρία, Τσεχία και Ρουμανία, Ελβετία, Τουρκία, Ισλανδία και Νορβηγία.
Μεταξύ των 21 χωρών (peggers) περίπου οι μισές έχουν σήμερα χαμηλότερο ΑΕΠ από το 2007 ενώ αντίστοιχα όλες οι χώρες με κυμαινόμενες ισοτιμίες (floaters) έχουν σήμερα υψηλότερο ΑΕΠ από ό,τι το 2007! Ακόμα και η Ισλανδία που υπέστη τραπεζική κατάρρευση το 2008 και η Ουγγαρία που ήταν πολιτικά δυσλειτουργική και με υψηλό χρέος παρουσιάζουν υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από ότι η πλειοψηφία των χωρών της ευρωζώνης.
…ή μήπως το πρόβλημα είναι βαθύτερο;
Ναι, το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Στην ουσία αφορά όχι μόνον την Ευρώπη, αλλά συνολικά τον δυτικό κόσμο. Για αρκετά χρόνια η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και σταδιακά και άλλες χώρες, έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στην παγκόσμια διαδικασία παραγωγής πλούτου και ισχυρής ανάπτυξης. Ο ρόλος όμως, της εμπροσθοφυλακής για τις δύο αυτές δυνάμεις, έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει με τρόπο που σήμερα μοιάζει αναπόδραστος.
Το οικονομικό κέντρο βάρους μετατοπίζεται διαρκώς προς την Ασία και δη την Νοτιοανατολική, την Κίνα και δευτερευόντως την Ινδία, ενώ η σημασία της «Δύσης» γίνεται ολοένα και μικρότερη. Η συνεισφορά της Ευρώπης στην αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ γίνεται μικρότερη, όπως φαίνεται στον πίνακα
Αυτό το γεγονός, δημιουργεί αλυσιδωτές αντιδράσεις στα θέματα κοινωνικού κράτους, δημογραφικής εξέλιξης, παραγωγής και ανακατανομής πλούτου, ανταγωνιστικότητας κλπ.
Τα δεδομένα σήμερα είναι εντελώς διαφορετικά και γίνονται ακόμα πιο διαφορετικά καθώς στην εξίσωση μπαίνει ο νέος και πιθανώς αστάθμητος παράγοντας «Τράμπ». Ο ανταγωνισμός είναι παγκόσμιος και στις περισσότερες περιπτώσεις οι απόπειρες προσέλκυσης εξαγωγών με κύρια βάση το κόστος εργασίας και το τελικό κόστος του προϊόντος, θα ανατραπούν, καθώς χώρες, που είχαν χαμηλό κόστος παραγωγής, πχ Κίνα, είναι βέβαιο ότι τα επόμενα χρόνια θα αρχίσουν πλέον να προσφέρουν προϊόντα υψηλότερης ποιότητας, σε ανταγωνιστικές τιμές, όπως συνέβη πριν από χρόνια με την Ιαπωνία.
Σε αυτή την πορεία εντάσσεται και η προσπάθεια του προέδρου Τραμπ να βελτιώσει το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ και να βοηθήσει την αμερικανική βιομηχανία να ανακάμψει, με το δολάριο να αποτελεί το σημαντικό εργαλείο. πίσω από όλα αυτά που συμβαίνουν, κάποιοι βλέπουν μία νέα γεωπολιτική αναδιάταξη. Για ορισμένους ο κρυφός στόχος των ΗΠΑ ήταν πάντοτε να αποδυναμώσουν ή και να εξαφανίσουν το ευρώ, συμβάλλοντας στη διάλυση της Ευρωζώνης και της γερμανικής οικονομικής κυριαρχίας.
Τέλη Ιανουαρίου ο Πίτερ Ναβάρο, ο οποίος διορίσθηκε επικεφαλής ενός νέου Συμβουλίου Εμπορίου στον Λευκό Οίκο, δήλωσε σε συνέντευξη του στους FT, ότι η Γερμανία χρησιμοποιεί ένα «ευρέως υποτιμημένο» ευρώ για να «εκμεταλλεύεται» τους κύριους εμπορικούς εταίρους της, ανάμεσα στους οποίους και τις ΗΠΑ, προσθέτοντας ότι «Είναι περίπλοκο να θεωρήσει κανείς την TTIP ( το σχέδιο συμφωνίας ελεύθερων διατλαντικών συναλλαγών που έχει παγώσει) ως μια διμερή συμφωνία εξαιτίας της Γερμανίας, η οποία συνεχίζει να εκμεταλλεύεται άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και τις Ηνωμένες Πολιτείες με ένα έμμεσο “deutsche mark” που είναι ευρέως υποτιμημένο».
Ενώ και ο υποψήφιος Πρέσβης των ΗΠΑ στην ΕΕ, Τεντ Μάλοχ δήλωσε σε συνέντευξη του στο BBC radio 4, ότι σε 18 μήνες ίσως δεν υπάρχει το Ευρώ και ότι θα πόνταρε στην κατάρρευση του ευρώ μέχρι το 2018.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, λοιπόν, θα πρέπει να εξεταστεί και το παραμύθι της δραχμής. Και λέμε παραμύθι γιατί όσοι αναπολούν τις εποχές της δραχμής του 80, λησμονούν ότι τότε και σχεδόν έως το 2000 που υιοθετήθηκε το Ευρώ, η παγκοσμιοποίηση ήταν απλώς μια λέξη καινούργια. Ο ανταγωνισμός στην ΕΕ δεν περιλάμβανε ακόμα τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, ενώ η ΝΑ Ασία ήταν ακόμα στην προθέρμανση.
Πλάνες και οι μύθοι θρυμματίζουν την οργισμένη ελληνική συνείδηση
Οι οπαδοί της Δραχμής υπερτονίζουν την πιθανή θετική εκδοχή του εθνικού νομίσματος μέσω κυρίως της τεράστιας υποτίμησης που θα ακολουθήσει. Η δραχμή παρέχει ρευστότητα, υποστηρίζουν και η υποτίμηση θα οδηγήσει σε ανταγωνιστικότητα. Σε ενδεχόμενη επιστροφή της Ελλάδος στο εθνικό νόμισμα, η Ελλάδα σύμφωνα με τη θετική όψη του παραμυθιού, θα έχει ξανά στη διάθεση της τα εργαλεία εκείνα, που θα τη βοηθήσουν να αντιμετωπίσει ικανά την κρίση, είτε κατεβάζοντας τα επιτόκια, κάτι που τώρα δεν μπορεί να κάνει, είτε αφήνοντας το νόμισμα να διολισθήσει 20-30% . Το παραμύθι της Δραχμής εστιάζει στο θυμικό της κυρίαρχης χώρας που ορίζει εκείνη τις τύχες της. Όμως, σε ένα απόλυτα απαιτητικό παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και χωρίς πρόσβαση σε χρηματοδότηση, χρειάζονται ισχυρές εμπορικές συμμαχίες αφού η χώρα μόνη της δεν θα μπορέσει να σταθεί ανταγωνιστικά.
Το πιο πιθανό όμως είναι η χώρα να δοκιμάσει ένα ισοπεδωτικό κοκτέιλ υπερπληθωρισμού, υψηλών επιτοκίων και διεθνούς απομόνωσης, παραπέμποντας σε τριτοκοσμικές εικόνες οικονομικής και πολιτικής αστάθειας.
Η σίγουρη υποτίμηση σημαίνει μεγάλη πτώση του βιοτικού επιπέδου, ενώ καλό είναι να θυμόμαστε ότι η μεταπολιτευτική πραγματικότητα δείχνει πως οι συνεχείς υποτιμήσεις είχαν τελικά μικρό έως και ανύπαρκτο αντίκρισμα ως προς την ανταγωνιστικότητα. Οι αλλεπάλληλες υποτιμήσεις της δεκαετίας του '80, όταν η δραχμή πήγε από τις 40 δραχμές το δολάριο στις 150 το δολάριο, συνοδεύτηκαν από μείωση των εξαγωγών από το 24% στο 18% του ΑΕΠ και εξαιρετικά χαμηλή ανάπτυξη. Μετά το 1985 και το 2002 η δραχμή υποτιμήθηκε 100% και οι εξαγωγές αυξήθηκαν μόνον 16%! Αυτή η εξέλιξη ήταν συνέπεια της λογικής της υποτίμησης ως «εύκολης λύσης» προσωρινής τόνωσης της οικονομίας, η οποία όμως συνοδευόταν από τύπωμα χρήματος και πληθωρισμό που αναιρούσε τα αρχικά οφέλη.
Συνέπειες της επιστροφής στη Δραχμή
Η διεθνής εμπειρία μας δείχνει πως η υποτίμηση που θα ακολουθήσει την επιστροφή σε ένα εθνικό νόμισμα θα είναι ραγδαία. Αυτοί που θα βρεθούν στα χέρια με «νέες δραχμές», θα επιδιώξουν να τις μετατρέψουν σε Ευρώ για να αποφύγουν πιθανές μελλοντικές απώλειες, εντείνοντας έτσι τις πτωτικές τάσεις του νέου νομίσματος.
Τι θα συμβεί με τις καταθέσεις;
Οι καταθέσεις θα είναι υποχρεωτικά μετατρέψιμες σε δραχμές. Όση θα είναι η υποτίμηση της δραχμής, τόση αγοραστική δύναμη θα χάνουν. Το μέγεθος αυτό θα βρίσκεται σε συνάρτηση με τον ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού. Προϋπόθεση για το σενάριο αυτό είναι να έχουν μείνει όρθιες οι τράπεζες.
Τι θα αλλάξει στα δάνεια;
Τα δάνεια τα οποία έχουν συναφθεί σε συνάλλαγμα εξακολουθούν να οφείλονται σε συνάλλαγμα. Αυτό σημαίνει ότι το κεφάλαιο του χρέους θα αυξάνεται διαρκώς σε συνάρτηση με την υποτίμηση του νομίσματος. Το ίδιο θα ισχύει και με τους τόκους.
Τι θα γίνει με τις τράπεζες;
Οι τράπεζες είναι βιώσιμες μόνο αν έχουν κεφαλαιακή επάρκεια. Τα «κόκκινα» δάνεια θα εκτοξευτούν, καθώς οι επιχειρήσεις - οφειλέτες δεν θα έχουν έσοδα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους λόγω μεγάλης πτώσης του τζίρου. Οι ιδιώτες οφειλέτες επίσης δεν θα έχουν έσοδα, ως άνεργοι ή εργαζόμενοι ιδιαίτερα χαμηλών απολαβών. Επομένως, στο διάστημα που θα μεσολαβήσει για μια μετάβαση στη δραχμή, είναι πιθανό να έχουν εξανεμιστεί οι καταθέσεις.
Πώς θα επηρεαστούν οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων;
Θα επηρεαστούν από την υποτίμηση. Όσο πιο πολύ υποτιμάται η δραχμή, τόσο υψηλότερα θα διαμορφώνεται η τιμή τους και αυτό θα αφορά καύσιμα, φάρμακα, κλπ.
Τι θα γίνει με το δημόσιο χρέος;
To δημόσιο χρέος που αφορά σε δάνεια που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, είναι δυνατό να μετατραπεί σε δραχμές. Δεν ισχύει το ίδιο, όμως, με το δημόσιο χρέος που αφορά σε δάνεια τα οποία διέπονται από το αγγλικό δίκαιο, δηλαδή σε όλα τα δάνεια των τελευταίων ετών μέσω των ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης. Παράλληλα, η πραγματική αξία του εξωτερικού μας χρέους θα αυξηθεί, καθιστώντας πολύ δύσκολη την εξυπηρέτησή του. Αυτό θα οδηγήσει σε στάση πληρωμών όχι μόνο από το κράτος αλλά και από τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν δανειστεί από το εξωτερικό. Αυτή η αθέτηση των υποχρεώσεων θα αποκόψει τη χώρα από τις διεθνείς χρηματαγορές, τουλάχιστον μέχρι να υπάρξει συμφωνία για νέο «κούρεμα», κάτι που συνήθως απαιτεί πολύχρονες διαπραγματεύσεις.
Θα καταστεί η ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική;
Το επιχείρημα της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας μέσω της υποτίμησης (έχουμε ήδη υποστεί την εσωτερική υποτίμηση), πάσχει γιατί θα πρόκειται για ανταγωνιστικότητα βασισμένη στη φτηνή εργασία, μακριά από τη λογική των δραστηριοτήτων υψηλής προστιθέμενης αξίας, μέσω της τεχνολογίας αιχμής και της εξωστρέφειας, που θα μπορούσαμε να έχουμε με τη συμμετοχή στο ευρώ. Η όποια βελτίωση επέλθει στην ανταγωνιστικότητα της χώρας, θα περιοριστεί από τη δυσκολία χρηματοδότησης επιχειρήσεων από το τραπεζικό σύστημα και από το υψηλότερο κόστος της ενέργειας και των πρώτων υλών.
Μακροπρόθεσμα, η αρχική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας θα εξανεμιστεί, εκτός εάν συνοδευτεί από ραγδαίες και θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις και δραστικές περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές.
Ο Τουρισμός δεν θα ενισχυθεί με τη Δραχμή;
Οι τιμές υπηρεσιών του τουρισμού και οι τιμές των κατοικιών, θα μειωθούν σημαντικά και πολλοί προσβλέπουν σε ανάπτυξη του τουρισμού και στην προσέλκυση νέων επενδύσεων. Ωστόσο, εκτιμάται ότι τουρίστες και επενδυτές θα έρθουν σε μια κατεστραμμένη χώρα με διάχυτη τη φτώχεια, τις κοινωνικές συγκρούσεις, την πολιτική αστάθεια και τη διαρκή αβεβαιότητα. Επομένως, τα δύο βασικά επιχειρήματα για την επιστροφή στη δραχμή, δηλαδή η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και οι θετικές συνέπειες στον ρυθμό ανάπτυξης από την αύξηση των εξαγωγών και του τουρισμού, καταρρίπτονται καθώς οι θετικές συνέπειες θα είναι περιορισμένες.
Θα σταματήσει η λιτότητα;
Όχι γιατί η αγοραστική δύναμη της δραχμής θα μειώνεται από τον πληθωρισμό και την υποτίμηση για μεγάλο διάστημα.
Η χώρα θα είναι πιο ισχυρή και εθνικά κυρίαρχη;
Σε περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη η Ελλάδα πιθανότατα θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει και την ΕΕ. Θα ήταν αδύνατον για την Ελλάδα να παραμείνει ως πλήρες μέλος της ΕΕ έχοντας αποχωρήσει ως χρεοκοπημένη χώρα από την ευρωζώνη, καθώς με την έξοδο από το Ευρώ θα αναγκαζόταν να εφαρμόσει μέτρα και πολιτικές, όπως ελέγχους στη διακίνηση κεφαλαίων, αγαθών, ατόμων κ.λπ., που θα παρέβαιναν τους κανόνες της ενιαίας, εσωτερικής αγοράς. Η παράβαση των κανόνων της ενιαίας, εσωτερικής αγοράς θα αποτελούσε τη βασικότερη αιτιολογία για αποχώρηση από την ΕΕ. Επίσης, η έξοδος από την ευρωζώνη θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια της χώρας, καθώς, η συμμετοχή στην ΟΝΕ και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς διαφυλάττει σε μεγάλο βαθμό τα εθνικά συμφέροντα και την εθνική κυριαρχία της χώρας.
Γνωρίζει η Κυβέρνηση και τα κόμματα τις συνέπειες της Δραχμής;
Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Γ. Δραγασάκης γνωρίζοντας προφανώς τις συνέπειες είχε δηλώσει κατά την πρώτη φάση της έξαρσης της συζήτησης για τη Δραχμή και πολύ πριν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει Κυβέρνηση, τον Δεκέμβριο του 2012, τα εξής:
«Επιστροφή στη δραχμή στο πλαίσιο της ΕΕ, με τους υφιστάμενους συσχετισμούς, από την άποψη των εργαζόμενων τάξεων, σημαίνει συνέχιση της άγριας λιτότητας με άλλα μέσα. Ακριβώς γι' αυτό πιστεύω ότι, αν υπάρξει μεθόδευση ή πρωτοβουλία για την έξοδο της Ελλάδας από το Ευρώ, αυτή δεν θα προέλθει από την αριστερά αλλά από απειλούμενα τμήματα της ελληνικής οικονομικής ολιγαρχίας».
Οι «δραχμιστές» παίζουν εν ου παικτοίς με τα εθνικά συμφέροντα
«Αμπαλάρουν τη δυσαρέσκεια λόγω της οικονομικής κρίσης σε συσκευασία επαναφοράς της δραχμής…», λέει στη σελίδα 13 του βιβλίου του, Ευρώ ή Δραχμή, ο Νίκος Χριστοδουλάκης.
Ποιο είναι το συμπέρασμα από τη συζήτηση περί Δραχμής; Πολύ απλά ότι το ερώτημα για την αλλαγή νομίσματος, αυτή τη στιγμή δεν έχει παρά δευτερεύουσα και ύποπτη σημασία, για μια μικρή χώρα που είναι ήδη χρεοκοπημένη, χωρίς αξιόλογη παραγωγική και εγχώρια αναπτυξιακή βάση και που στηρίζεται στη βοήθεια των εταίρων της. Το δίλημμα είναι παραπλανητικό και αποσείει τις ευθύνες της πολιτικής, επιχειρηματικής, ακαδημαϊκής, δημοσιογραφικής τάξης της χώρας, που έχουν ευθύνη να μην αποκρύπτουν τις συνέπειες μίας εξόδου από το Ευρώ, αλλά και τις βαθιές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η Ελλάδα, είτε μείνει είτε φύγει από την ΟΝΕ.
Αυτό που έχει σημασία είναι να αυξηθεί η αξιοπιστία, η παραγωγή της χώρας, η παραγωγικότητα στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, να θέσουμε τις αναπτυξιακές προτεραιότητες της χώρας, να βάλουμε μπροστά τη νέα γενιά και να κλείσουμε τα αυτιά στις Σειρήνες της καταστροφής.
Ναι, χρειαζόμαστε αλλαγή πολιτικής και στην Ελλάδα και στην ΕΕ. Χρειαζόμαστε κοινή οικονομική πολιτική (προϋπολογισμό και φορολογία) όχι όμως, αλλαγή νομίσματος που είναι ένα ταξίδι στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.
* Ο κ. Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι Διευθυντής του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση
Φωτογραφία: SOOC