Στη διασφάλιση της απρόσκοπτης πρόσβασης των επιχειρήσεων στις πηγές ρευστότητας μέσω της αναβάθμισης του ΕΤΕΑΝ, αναφέρθηκε η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας στη συνάντηση με τους εκπροσώπους του ΔΝΤ, πέρα από την επαναδιατύπωση του αιτήματος για δημιουργία «ειδικού επιχειρηματικού λογαριασμού» και «πάγωμα των ασφαλιστικών οφειλών».
Η εφαρμογή των δύο προτάσεων, σύμφωνα με την ΕΣΕΕ, οικονομετρικά δίνουν πολύ περισσότερα εισπρακτικά ισοδύναμα, εάν εφαρμοστούν ακόμα και με περιοριστικές ρήτρες το συντομότερο.
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, όπως αναφέρθηκε, η περιορισμένη πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις πηγές ρευστότητας, καθιστά επιτακτική ανάγκη την αξιοποίηση των υφιστάμενων δομών και εργαλείων της ΕΤΕΑΝ ΑΕ, προκειμένου να καταστεί ο κατεξοχήν φορέας ενίσχυσης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Δεδομένων δε των ιδιαιτεροτήτων που εμφανίζει η ελληνική αγορά, η παροχή μικροπιστώσεων συνιστά μία αξιόλογη προοπτική. Σύμφωνα με την ΕΣΕΕ, η χρηματοδότηση επιχειρηματικών σχεδίων με ποσά της τάξεως των 5.000-15.000 ευρώ, αναμένεται να προσδώσει την απαραίτητη ώθηση σε νέους κυρίως επιχειρηματίες, καλύπτοντας την καταγεγραμμένη έλλειψη ιδίων κεφαλαίων. Ταυτόχρονα, αναδείχθηκε και η δυνατότητα συνδυασμού των μικροπιστώσεων με τη χρήση εγγυοδοτικών προϊόντων και νέες πηγές χρηματοδότησης (Crowdfunding/Venture Capital).
Μετά τη συνάντηση με το ΔΝΤ, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης δήλωσε τα εξής, μεταξύ άλλων:
«Η ΕΣΕΕ απάντησε στην ατζέντα των θεμάτων που έθεσε το ΔΝΤ στους κοινωνικούς εταίρους με 12 πίνακες που απεικονίζουν τη βασική εικόνα της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα του εμπορίου το χρονικό διάστημα 2008-2016. Στο ερώτημα τι πήγε λάθος με το ελληνικό πρόγραμμα η ΕΣΕΕ επεσήμανε ότι τα μέτρα αυστηρής λιτότητας της τελευταίας 6ετίας είχαν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στους περισσότερους τομείς της ελληνικής οικονομίας αλλά και στη συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας. Χιλιάδες επιχειρήσεις έκλεισαν (περισσότερες από 250.000 σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ), η ανεργία υπερτριπλασιάστηκε, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε σωρευτικά από το 2008 κατά 27,3%, το χρέος εκτοξεύτηκε (328,3 δισ. ευρώ), το τραπεζικό σύστημα έφτασε στα όρια της κατάρρευσης.
Το πρόγραμμα δεν έλαβε υπόψη ούτε τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας ούτε τις ιδιομορφίες του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης και της ελληνικής κοινωνικής δομής εν γένει. Το ζητούμενο, όμως, για την ΕΣΕΕ είναι τι γίνεται από εδώ και πέρα. Με την ευκαιρία, επιμείναμε στις προτάσεις μας, με τα δύο προαπαιτούμενα των μικρομεσαίων, τα οποία εξειδικεύσαμε και βελτιώσαμε περαιτέρω, ώστε να ξεπεραστούν οι συνήθεις πρώτες αντιρρήσεις που ήδη έχουν εκφράσει οι θεσμοί. Άλλωστε, θα μας ανησυχούσε περισσότερο το γεγονός εάν οι θεσμοί έδειχναν προθυμία και ευκολία να τις αποδεχτούν χωρίς ενστάσεις και εμπόδια. Τόσο ο “ειδικός επιχειρηματικός λογαριασμός” όσο και το “πάγωμα των ασφαλιστικών οφειλών”, οικονομετρικά δίνουν πολύ περισσότερα εισπρακτικά ισοδύναμα, εάν εφαρμοστούν ακόμα και με περιοριστικές ρήτρες το συντομότερο.
Αυτός είναι και ο λόγος που πρέπει να γίνουν αποδεκτά από τους δανειστές τώρα, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης της 2ης αξιολόγησης. Η ΕΣΕΕ απέστειλε εκ νέου, στον πρωθυπουργό, τα υπουργεία Οικονομικών, Οικονομίας και Εργασίας, τους αρχηγούς των κομμάτων και τους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένου και του ΔΝΤ, βελτιωτικές προτάσεις στις ήδη κατατεθειμένες θέσεις, που αφορούν στα δύο παραπάνω προαπαιτούμενα. Το υφιστάμενο αυστηρό πλαίσιο, αναφορικά με τις κατασχέσεις και δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών για οφειλές στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα, πρέπει να αποκτήσει ελαστικότερο χαρακτήρα, μέσω της θεσμοθέτησης ενός minimum επιπέδου ρευστότητας των επιχειρήσεων. Παράλληλα, η διασφάλιση της καταβολής των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών, μέσω του αναγκαίου “παγώματος” των ληξιπρόθεσμων οφειλών, συνιστά τη μοναδική βιώσιμη προοπτική του ασφαλιστικού συστήματος.
Μετά από τρία μνημόνια και χιλιάδες προαπαιτούμενα σε βάρος των μικρομεσαίων, επιβάλλεται να γίνει αποδεκτή η εφαρμογή των εξειδικευμένων και ζωτικής σημασίας προτάσεών μας, ως τα δύο μοναδικά προαπαιτούμενα του εγχώριου επιχειρείν προς τους δανειστές από το 2010 μέχρι σήμερα. Για το λόγο αυτό, μέχρι και τις 29 Σεπτεμβρίου, θα επιμείνουμε, θα πιέζουμε και θα ελπίζουμε...».