Του Γιώργου Φιντικάκη
Ποιος επενδυτής είναι σήμερα διατεθειμένος να βάλει το χέρι στην τσέπη για να αγοράσει λιγνιτικές μονάδες; Στην πραγματικότητα κανείς.
Είναι τόσο αντιοικονομική πλέον η λειτουργία τους, λόγω της ευρωπαϊκής πολιτικής για την κλιματική αλλαγή, που προκειμένου η ΔΕΗ να πείσει τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό να της δώσουν ένα «αξιοπρεπές» τίμημα, δέχεται να συμμετάσχει για την πρώτη 2ετία, στις πιθανές ζημιές που αυτές θα κάνουν.
Κι όμως, ο επικεφαλής της ΔΕΗ, που σήμερα δήλωσε ότι ο διαγωνισμός για τους λιγνίτες χρειάζεται νέα παράταση δύο -τριών μηνών, θα προτείνει στους διεκδικητές των μονάδων της Μελίτη στη Φλώρινα και της Μεγαλόπολης στην Αρκαδία, τη συμμετοχή της επιχείρησης κατά την πρώτη διετία, με ποσοστό 50% σε τυχόν ζημιές, και με πλαφόν ποσοστό 10% επί του προσφερθέντος τιμήματος. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι αν στη διετία οι μονάδες εμφανίσουν ζημιές, τότε για τίμημα 250 εκατ. ευρώ, η ΔΕΗ θα πληρώσει πίσω στον αγοραστή, 25 εκατ. ευρώ, για τίμημα 300 εκατ. θα του δώσει 30 εκατ. κ.ό.κ.
Όσο παράδοξα κι αν ακούγονται τα παραπάνω, περιθώρια ελιγμών πλέον η ΔΕΗ δεν έχει, αφού η ευρωπαϊκή πολιτική για την κλιματική αλλαγή έχει καταστήσει τα στερεά καύσιμα πολύ ασύμφορη επένδυση, και η ΔΕΗ θέλει πάση θυσία να «ξεμπερδεύει» με την υποχρέωση που την κυνηγά από το μακρινό 2008. Τότε που η Κομισιόν απεφάνθη ότι δημόσια επιχείρηση μονοπωλεί την αγορά λιγνίτη στην Ελλάδα, και ότι αυτή πρέπει να ανοίξει σε τρίτους, για να ακολουθήσει έπειτα από χρόνια ελληνικής αδράνειας, η καταδίκη της χώρας στα τέλη του 2017 από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Το 2008 βέβαια δεν έχει καμία σχέση με το 2014 ή με το 2018. Τότε, η ευρωπαϊκή πολιτική δεν κατέτασσε στον ίδιο βαθμό με σήμερα, τον άνθρακα και το λιγνίτη στα καύσιμα υπό διωγμό, και αν η τωρινή κυβέρνηση υιοθετούσε το 2015 τη λύση της Μικρής ΔΕΗ, η επιχείρηση δεν θα έφτανε να συζητά, την αγορά του 50% μελλοντικών ζημιών από μονάδες που θέλει να πουλήσει.
Συμμετοχή σε ζημιές ως και 70%
Σε κάθε περίπτωση, η διοίκηση της ΔΕΗ προτίθεται να συμπεριλάβει την πρόταση στο σχέδιο αγοραπωλησίας των Μελίτη και Μεγαλόπολη, το οποίο και θα παρουσιάσει τη Δευτέρα σε έκτακτο διοικητικό συμβούλιο. Στην πραγματικότητα κυβέρνηση και επιχείρηση γνωρίζουν καλά πως σήμερα δεν συμφέρει κανέναν η αγορά λιγνιτικού εργοστασίου και ορυχείου, παρά μόνο εάν το τίμημα είναι εξαιρετικά χαμηλό, κάτι που δύσκολα όμως μπορεί να γίνει αποδεκτό.
Και ακριβώς για να το ανεβάσει σε όσο το δυνατόν πιο «ευπρεπή» επίπεδα, η ΔΕΗ καταφεύγει σε λύσεις σαν την παραπάνω, που μάλιστα προβάλλονται ως συγκριτικά καλές, αν σκεφτεί κανείς ότι κάποιοι από τους διεκδικητές των μονάδων, έχουν προτείνει αναλογία συμμετοχής σε τυχόν ζημιές, όχι 50%-50%, αλλά 70%-30%. Έπειτα αν ο διαγωνισμός αποτύχει, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος να επανέλθει στο τραπέζι η πώληση υδροηλεκτρικών.
Η επιχείρηση έχει απόλυτη επίγνωση ότι κανείς επενδυτής δεν είναι διατεθειμένος να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για τους λιγνίτες. Και επιχειρεί να σπρώξει όσο πιο πολύ μπορεί στο χρόνο την ώρα των προσφορών, προκειμένου να έχει στο μεταξύ αποσαφηνιστεί από τις Βρυξέλλες το τι ύψους αποζημιώσεις για τη συμμετοχή τους στην επάρκεια του ελληνικού ενεργειακού συστήματος θα λαμβάνουν από εδώ και πέρα οι λιγνιτικές μονάδες. Ο λόγος για τον επονομαζόμενο «Μόνιμο Μηχανισμό Επάρκειας Ισχύος», τον οποίο η Ελλάδα υπέβαλε πρόσφατα στην Κομισιόν.
Επιχειρεί να κερδίσει νέα παράταση
Κυβέρνηση και ΔΕΗ, ποντάρουν τα πάντα σε αυτόν, καθώς η ελληνική πρόταση προβλέπει αποζημίωση και των λιγνιτικών μονάδων για την συνεισφορά τους στην επάρκεια του συστήματος, διασφαλίζοντας ένα σημαντικό έσοδο για τους πιθανούς νέους ιδιοκτήτες της Μελίτης και της Μεγαλόπολης. Επειδή όμως οι Βρυξέλλες δεν αναμένεται να τον έχουν εγκρίνει πριν από το Φεβρουάριο, η ΔΕΗ εξετάζει να αιτηθεί στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Comp) που εποπτεύει τον διαγωνισμό, την έγκριση νέας παράτασης της ημέρας υποβολής προσφορών που κανονικά θα έπρεπε να κατατεθούν στις αρχές Δεκεμβρίου. Δεν είναι σαφές αν και σε ποιο βαθμό, θα εγκριθεί το αίτημα της επιχείρησης, καθώς τον πρώτο και τελευταίο λόγο στο διαγωνισμό, έχει η DG Comp, που έχει ήδη δώσει μια παράταση.
Εδώ όμως φαίνεται και ο παραλογισμός των Βρυξελλών. Την ίδια στιγμή που η ευρωπαϊκή πολιτική για την κλιματική αλλαγή έχει καταστήσει τα στερεά καύσιμα επένδυση εντελώς ασύμφορη, οι Βρυξέλλες ζητούν από τη ΔΕΗ να βρει αγοραστές, διατεθειμένους, να πληρώσουν ένα ικανοποιητικό τίμημα για να αγοράσουν λιγνιτικές μονάδες. Δύσκολα η Ευρώπη θα μπορούσε να πετύχει μια χειρότερη συμφωνία απ'' αυτήν.