DBRS: Oι επιπτώσεις στις τράπεζες από το κλείσιμο της στρόφιγγας ρωσικού αερίου

DBRS: Oι επιπτώσεις στις τράπεζες από το κλείσιμο της στρόφιγγας ρωσικού αερίου

Ένα βασικό και ένα δυσμενές σενάριο για τις τράπεζες και την οικονομία, στην περίπτωση που η Ρωσία κλείσει τις στρόφιγγες του αερίου στην Ευρώπη εξετάζει με έκθεσή του ο οίκος αξιολόγησης DBRS, εκτιμώντας ότι μέχρι στιγμής ο οικονομικός κίνδυνος είναι διαχειρίσιμος, αν και κάνει προβλέψεις για μικρότερα τραπεζικά κέρδη φέτος και πιθανή αλλαγή σχεδίων για τη διανομή μερισμάτων και επαναγορών μετοχών.

Η χειρότερη πιθανή επίπτωση στο σενάριο αυτό, μπορεί να είναι η μείωση κατά 0,95 ποσοστιαίες μονάδες των κεφαλαίων CET1 για κάποιες από τις 9 πλέον εκτεθειμένες ευρωπαϊκές τράπεζες και επίπτωση ακόμα και 0,84 ποσοστιαίες μονάδες στα κεφάλαια CET1 των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Ωστόσο σύμφωνα με το πολύ σκληρό σενάριο που επεξεργάστηκε ο οίκος, προσπαθώντας να εκτιμήσει τις επιπτώσεις αν συμβεί το χειρότερο σενάριο, με τη Ρωσία να κλείνει τις στρόφιγγες του αερίου εντελώς στην Ευρώπη και τον πόλεμο να διαρκεί περισσότερο οι πιο εκτεθειμένες 9 τράπεζες μπορεί να υποφέρουν ακόμα περισσότερο, αντλώντας περισσότερα από τα κεφαλαιακά αποθέματά τους. 

Στο πλέον δυσμενές σενάριο που εκπόνησε ο οίκος με την υπόθεση εργασίας ότι Ρωσία θα κλείσει εντελώς τις στρόφιγγες, προβλέπεται πτώση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, με ισχνή ανάπτυξη 0,3% φέτος και συνέπεια να μη διανεμηθούν μερίσματα στους μετόχους από τις ευρωπαϊκές τράπεζες. 

Αυτές ενδέχεται να ανατρέξουν στα κεφάλαιά τους τα οποία στην χειρότερη περίπτωση με βάση το δυσμενές σενάριο, για κάποιες από αυτές, ίσως μειωθούν σχεδόν 2 ποσοστιαίες μονάδες (CET1). Πάντως ο οίκος αναφέρει ότι «καμία τράπεζα δεν θα δει τα κεφάλαιά της CET1 να υποχωρούν κάτω από 200 μονάδες βάσης», με βάση το πλέον δυσμενές σενάριο.

Ο οίκος παρατηρεί ότι η τάση ανάπτυξης χάνει την ορμή της και ότι τα ρίσκα γίνονται πλέον πτωτικά. Ειδικότερα αναφέρει ότι «οι προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης επιδεινώθηκαν ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των κυρώσεων. Το σοκ εκτυλίσσεται σε μια περίοδο που η Ευρωζώνη αντιμετώπιζε ήδη υψηλό πληθωρισμό, ελλείψεις εισροών και προβλήματα καθυστερήσεων στην παράδοση αγαθών, από την πλευρά της προσφοράς».

Με την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, «οι ευρωπαϊκές τράπεζες πιθανότατα θα δημιουργήσουν χαμηλότερα κέρδη και μπορεί να καταλήξουν να επανεξετάσουν τα σχέδια διανομής μερισμάτων και επαναγοράς μετοχών. Επιπλέον, σε περίπτωση αναστολής της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου, οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα έχουν ακόμη πιο περιορισμένη ικανότητα διανομής μερισμάτων και οι τράπεζες με σφιχτά κεφαλαιακά μαξιλάρια μπορεί να χρειαστεί να αντλήσουν από τα κεφαλαιακά τους αποθέματα».

Μειώνεται η ανάπτυξη στην Ευρώπη

Το ΔΝΤ λέει ο οίκος, «αναθεώρησε σημαντικά προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη του ΑΕΠ των χωρών της Ευρωζώνης συνολικά κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα σε 2,8% για το 2022 σε σύγκριση με πριν από έξι μήνες. Οι χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης επηρεάζονται γενικά περισσότερο από την αναθεώρηση λόγω των σχετικά ισχυρών εμπορικών τους δεσμών με τη Ρωσία».

«Η Γερμανία και η Ιταλία πλήττονται επίσης σοβαρά, κυρίως λόγω της υψηλής εξάρτησής τους από το φυσικό αέριο από τη Ρωσία, σε συνδυασμό με τους σχετικά μεγάλους κατασκευαστικούς κλάδους έντασης ενέργειας. Η αβεβαιότητα σχετικά με τις προβλέψεις είναι μεγάλη», επισημαίνει η DBRS.

Η σύγκρουση θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο από ότι αναμενόταν και μπορεί να επιβληθούν περαιτέρω κυρώσεις και πιθανές ελλείψεις ενέργειας. «Σε περίπτωση διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου, δεν θα ήταν δυνατή η πλήρης αντικατάσταση άλλων πηγών εφοδιασμού σε σύντομο χρονικό διάστημα» σημειώνουν οι αναλυτές.

Σε αυτή την περίπτωση, (δυσμενές σενάριο), λέει η DBRS, «αν υποθέσουμε ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα μειωθεί επιπλέον 2,51 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από τις πιο πρόσφατες προβλέψεις του ΔΝΤ, η αύξηση του ΑΕΠ θα μπορούσε να είναι μόλις 0,3% αντί 2,8% το 2022».

Μέχρι στιγμής, ο μακροοικονομικός αντίκτυπος είναι διαχειρίσιμος 

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν μια σειρά από συνέπειες από τις οικονομικές επιπτώσεις λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Το πιο απλό σχετίζεται με τα άμεσα ανοίγματα σε Ρώσους και Ουκρανούς δανειολήπτες. Η DBRS συμπεραίνει ότι ότι «τα άμεσα ανοίγματα των ευρωπαϊκών τραπεζών φαίνεται να είναι σε γενικές γραμμές διαχειρίσιμα». 

Ο οίκος αναφερόμενος στην ανάλυση της ΕΚΤ για την περίπτωση που όλα τα ρωσικά ανοίγματα μειώνονται στο μηδέν, η μέση εξάντληση κεφαλαίου CET1 θα ήταν κοντά στις 95 μονάδες βάσης (0,95 ποσοστιαίες μονάδες), για τις 9 πιο εκτεθειμένες τράπεζες στην Eυρωζώνη. 

«Καμία μεμονωμένη τράπεζα δεν θα υποστεί μείωση κεφαλαίου CET1 μεγαλύτερη από 200 μονάδες βάσης και όλες οι τράπεζες θα συμμορφώνονταν με τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις τους», προβλέπει η BDRS στο δυσμενές σενάριό της. «Ο αντίκτυπος από τα έμμεσα ανοίγματα και ο συνολικός μακροοικονομικός αντίκτυπος ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης είναι πιο δύσκολο να εκτιμηθεί».

Για να κάνει τη συγκεκριμένη άσκηση η DBRS υπολόγισε την «ευαισθησία» της δημιουργίας κεφαλαίου CET1 στην πορεία του ΑΕΠ. Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων με βάση και τα stress tests των προηγούμενων ετών από τις τράπεζες, οδήγησε στο συμπέρασμα, οι τράπεζες συσσώρευσαν κατά 54 μονάδες βάσης (0,54 ποσοστιαίες μονάδες) λιγότερα κεφάλια στο δείκτη CET1 για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα μικρότερης ανάπτυξης του ΑΕΠ μεταξύ του δυσμενούς και του βασικού σεναρίου του οίκου.

Αυτά δεν σημαίνουν ότι τα κεφάλαια των ευρωπαϊκών τραπεζών θα μειωθούν ή θα μειωθούν απαραίτητα σε αυτό το βαθμό, λέει η DBRS. «Παρά τις πρόσφατες αναθεωρήσεις, οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ένα θετικό οικονομικό περιβάλλον με το ΑΕΠ της Eυρωζώνης, να αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,8% το 2022. 

Ωστόσο, αυτή η ανάλυση σημαίνει ότι για τα περισσότερα τραπεζικά συστήματα στην Ευρώπη, η παραγωγή κεφαλαίου το 2022 θα είναι χαμηλότερη από την αρχικά αναμενόμενη. Ως αποτέλεσμα, τα σχέδια για διανομή μερισμάτων και εξαγορές μετοχών θα μπορούσαν να επανεξεταστούν».

Αρνητική παραγωγή κεφαλαίων στη χειρότερη περίπτωση

Αν τελικά γίνει πραγματικότητα το σοκ με ολική διακοπή στην παροχή φυσικού αερίου, η καθαρή παραγωγή κεφαλαίου θα ήταν αρνητική, λέει η DBRS.

Σε αυτή την περίπτωση, η αύξηση του ΑΕΠ της Eυρωζώνης το 2022 θα μπορούσε να είναι αμελητέα. «Σε ένα τέτοιο σενάριο, η καθαρή παραγωγή κεφαλαίου θα ήταν πιθανότατα αρνητική και τα μαξιλάρια κεφαλαίου θα μπορούσαν να μειωθούν από 488 μονάδες βάσης στο τέλος του 2021 σε 397 μονάδες βάσης στο τέλος του 2022. Τα κεφαλαιακά σχέδια των ευρωπαϊκών τραπεζών θα αντιμετωπίσουν σημαντικές αναθεωρήσεις και οι τράπεζες θα έχουν πολύ πιο περιορισμένη ικανότητα διανομής μερισμάτων. Επιπλέον, ορισμένες τράπεζες με σφιχτά κεφαλαιακά μαξιλάρια μπορεί να χρειαστεί να αντλήσουν από τα αποθέματα κεφαλαίου τους» υπογραμμίζουν οι αναλυτές.

Πριν από την αναθεώρηση προς τα κάτω των προβλέψεων ανάπτυξης, η DBRS περίμενε ότι οι τράπεζες της Eυρωζώνης, επρόκειτο να διατηρήσουν παρόμοιο επίπεδο συνολικής κερδοφορίας με πέρυσι, και ως εκ τούτου τα αποθέματα κεφαλαίων για το 2022 (πριν συσσωρευτούν για πληρωμές μερισμάτων) αναμενόταν να αυξηθούν.

«Οι αναθεωρημένες οικονομικές προοπτικές εκτιμάται ότι συνεπάγονται μείωση της ικανότητας παραγωγής κεφαλαίων κατά 0,84 ποσοστιαίες μονάδες (CET1) κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. Ως αποτέλεσμα, τα μαξιλάρια κεφαλαίου θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται αλλά σε χαμηλότερο επίπεδο από το αρχικά αναμενόμενο» καταλήγει η έκθεση.