Η προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις συνιστά το «κλειδί» για την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας, υπογραμμίζει σε έκθεσή του ο οίκος DBRS, ο οποίος ενόψει της παρουσίασης του σχεδίου της χώρας στα πλαίσια του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ εκτιμά ότι αποτελεί μεγάλη ευκαιρία ώστε εφαρμόσει συμπληρωματικές μεταρρυθμίσεις για να δει την οικονομία της να μεγεθύνεται μεσοπρόθεσμα.
Ειδικότερα, στην έκθεσή του ο οίκος επισημαίνει ότι το ελληνικό σχέδιο έχει τέσσερις πυλώνες: πράσινη μετάβαση, ψηφιακή μετάβαση, προώθηση απασχόλησης, δεξιοτήτων και κοινωνικής συνοχής και τέλος ιδιωτικές επενδύσεις σε συνδυασμό με τον οικονομικό και θεσμικό μετασχηματισμό.
Η οικονομία της Ελλάδας δεν ανέκαμψε ποτέ πλήρως από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η πανδημία της COVID-19 αποτέλεσε ακόμα μία δαπανηρή οπισθοδρόμηση, αναφέρει η έκθεση, σημειώνοντας ότι αφότου το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,6% μεταξύ 2017 και 2019, το 2020 συρρικνώθηκε κατά 8,2%.
Αυτή η σοβαρή οικονομική συρρίκνωση ήρθε ως αποτέλεσμα των περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν για τον έλεγχο της εξάπλωσης του ιού και την κατάρρευση σχεδόν του τουριστικού κλάδου, ο οποίος αποτελεί σημαντική πηγή εισοδήματος για την ελληνική οικονομία. Ωστόσο, παρά την απότομη οικονομική συρρίκνωση, η DBRS Morningstar θεωρεί ότι τα κονδύλια του προγράμματος Next Generation της ΕΕ (NGEU) αποτελούν σημαντική ευκαιρία για την Ελλάδα ώστε να εφαρμόσει πρόσθετες μεταρρυθμίσεις, να επενδύσει στο μέλλον και να αναπτύξει την οικονομία της μεσοπρόθεσμα.
Η έκθεση επισημαίνει ότι Ελλάδα θα είναι ένας από τους μεγαλύτερους δικαιούχους του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, καθώς θα λάβει έως 30,5 δισ. ευρώ επιχορηγήσεων και δανείων τα επόμενα 5 χρόνια, προσθέτει. Εξ αυτών, τα περίπου 17,8 δισ. ευρώ (σχεδόν το 10% του ΑΕΠ του 2019) είναι επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ευρώ (το 7%) είναι δάνεια που θα είναι διαθέσιμα έως το 2026.
«Συνολικά, η DBRS Morningstar αναμένει το Ταμείο Ανάκαμψης θα συμβάλει άμεσα στην ενδυνάμωση της κεφαλαιακής βάσης της Ελλάδας μέσω της ενίσχυσης των οικονομικών υποδομών και των προοπτικών του εργατικού της δυναμικού, μέσω δαπανών οι οποίες θα βελτιώσουν τις δεξιότητες των εργαζομένων και την κοινωνική συνοχή. Λόγω της καινοτόμας μορφής εφαρμογής αυτού του νέου εργαλείου της ΕΕ, υπάρχει σειρά προκλήσεων και θα χρειαστεί ισχυρή εθνική ηγεσία για μια ατζέντα μεταρρυθμίσεων από πλευράς κυβέρνησης, καθώς και ευκινησία από πλευράς δημόσιας διοίκησης», αναφέρει η Σπυριδούλα Τζήμα, αντιπρόεδρος κρατικών αξιολογήσεων του οίκου.
Για την αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων της ΕΕ, θα απαιτηθεί ισχυρή κυβερνητική δέσμευση μαζί με αυξημένη διοικητική ικανότητα για την αντιμετώπιση του όγκου τους, καταλήγει η DBRS, η οποία υπογραμμίζει ότι ο αντίκτυπος της συμβολής του Ταμείου θα εξαρτηθεί από την έγκαιρη εκταμίευση των πόρων και την ορθή κατανομή τους μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων, που θα στηρίξει μια ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη.