Την άποψη ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποφύγει την ακριβή χρηματοδότηση από τις αγορές για τα επόμενα 10 χρόνια, και να στηριχτεί στα φτηνά δάνεια του ESM και σε δικούς της πόρους εκφράζει σε συνέντευξή του ο Daniel Gros,Γερμανός οικονομολόγος και διευθυντής της ευρωπαϊκής δεξαμενής σκέψης CEPS.
Την άποψη ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποφύγει την ακριβή χρηματοδότηση από τις αγορές για τα επόμενα 10 χρόνια, και να στηριχτεί στα φτηνά δάνεια του ESM και σε δικούς της πόρους εκφράζει σε συνέντευξή του στη "Ναυτεμπορική" ο Daniel Gros,Γερμανός οικονομολόγος και διευθυντής της ευρωπαϊκής δεξαμενής σκέψης CEPS. Μάλιστα, θεωρεί ότι το ελληνικό κράτος δεν έχει να κερδίσει πολλά από τη συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, καθώς αυτό που θα γίνει είναι ότι η κεντρική τράπεζα της Ελλάδας θα αγοράσει ελληνικά κρατικά ομόλογα, γεγονός που δεν θα κάνει καμία διαφορά στο τεράστιο εξωτερικό χρέος της Ελλάδας.
Στον αντίποδα, τονίζει ότι θεσμοί και κυβέρνηση έχουν παραμελήσει τις αιτίες που κρατούν χαμηλά τις εξαγωγές στην Ελλάδα, μια χώρα όπου είναι «δύσκολο να εισπράξεις φόρους» και άρα «καλύτερα να μειώσεις δαπάνες».
Ο ίδιος χαρακτηρίζει, εμμέσως πλην σαφώς, ρεαλιστικό τον στόχο του 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα για τα επόμενα χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι το αποτέλεσμα του 2016 δεν ήταν συγκυριακό. Σε κάθε περίπτωση, κατά τη γνώμη του, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να στηρίζεται στην προσέλκυση ξένων κεφαλαίων αλλά στους δικούς της επιχειρηματίες και στις οικονομίες της.
Ο Daniel Gros υπογραμμίζει ότι υπήρξε πράγματι μια αναγκαία αυστηρή δημοσιονομική πολιτική το προηγούμενο έτος, καθώς τα συνεχιζόμενα ελλείμματα θα καθιστούσαν αβέβαιο το μέλλον της χώρας στην Ευρωζώνη. “Χάρη στην επίτευξη του πλεονάσματος, από εδώ και στο εξής λίγα επιπρόσθετα χρήματα χρειάζονται για την εξισορρόπηση των βιβλίων της κυβέρνησης και η οικονομία δεν θα επιβαρύνεται από επιπλέον δημοσιονομική προσαρμογή”, προσθέτει ο D. Gross τονίζοντας ότι το ελληνικό κράτος θα πρέπει να παραδίδει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ τουλάχιστον έως το 2022, και αυτό λογικά θα απαιτήσει επιπρόσθετη δημοσιονομική προσαρμογή.
“Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 ξεπέρασε το 3,5% του ΑΕΠ. Αν αυτό δεν επιτεύχθηκε χάρη σε ειδικούς παράγοντες, το μόνο που έχει να κάνει η κυβέρνηση είναι να διατηρήσει τη δημοσιονομική πολιτική σε αυτό το επίπεδο, που σημαίνει ότι δεν απαιτείται περαιτέρω “σφίξιμο”. Μπορεί το επίπεδο το πλεονάσματος να είναι υψηλό, αλλά δεν χρειάζεται κάποια αλλαγή, και οι αλλαγές είναι που έχουν αντίκτυπο στην οικονομία”, επισημάινει σε άλλοο σημείο ο Γερμανός οικονομολόγος
Σύμφωνα με τον D. Gross σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου είναι δύσκολο να εισπράξεις φόρους, δείχνει καλύτερο να μειώσεις δαπάνες, ακόμη κι αν αυτό θα έχει αντίκτυπο στις συντάξεις. Ο επικεφαλής του CEPS τονίζει επίσης ότι το ότι οι ελληνικές εξαγωγές δεν έχουν αυξηθεί, αποτελεί μυστήριο. “Οι μισθοί έχουν μειωθεί πολύ. Θα έπρεπε να υπάρχει έκρηξη στις παραδοσιακές εξαγωγές και τον τουρισμό. Ωστόσο, αυτό δεν έχει συμβεί. Οι αριθμοί των τουριστών έχουν αυξηθεί, αλλά ξοδεύουν λιγότερα, επειδή φαίνεται να υπάρχει έλλειψη προσφοράς υψηλής ποιότητας εγκαταστάσεων και υπηρεσιών. Αυτός είναι ένας τομέας τον οποίο κατά τη γνώμη μου η κυβέρνηση και οι θεσμοί έχουν παραμελήσει”, συμπληρώνει.
Κλείνοντας ο D. Gross διερωτάται γιατί οι Έλληνες επιχειρηματίες δεν επενδύουν περισσότερες από τις εγχώριες αποταμιεύσεις ενώ επισημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτεί τις επενδύσεις που χρειάζεται για την ανοικοδόμηση με τις δικές της οικονομίες. “Καμία χώρα δεν μπορεί να στηρίζεται για πάντα στα ξένα κεφάλαια” υποστηρίζει ο D. Gross.