Του Βασίλη Γεώργα
Κλειδί για αλλαγή του οικονομικού και επενδυτικού κλίματος θεωρείται από πηγές των δανειστών και τον επιχειρηματικό κόσμο ο φημολογούμενος ανασχηματισμός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος αναμένεται ότι, αν και όταν, με το καλό κλείσει η αξιολόγηση, θα αξιοποιηθεί ως επικοινωνιακό όπλο από το Μαξίμου για να σηματοδοτήσει «το τέλος της αυταπάτης» και την προσαρμογή στις σκληρές απαιτήσεις εφαρμογής του μνημονίου.
Ο ανασχηματισμός δεν θα φέρει λεφτά και επενδύσεις, ούτε αρκεί για να κρύψει κάτω από το χαλί της ανανέωσης προσώπων τον υφεσιακό καταιγισμό των φόρων που θα ακολουθήσει τους επόμενους μήνες. Θεωρείται όμως από την «αγορά» ως συνοδευτικό διαπιστευτήριο αλλαγής της ακολουθούμενης πολιτικής σε μια κρίσιμη καμπή για την συνολική πορεία της χώρας όπου πλέον δεν ζητείται από τους δανειστές μόνο η ψήφιση και η εφαρμογή των μέτρων, αλλά η «πλήρης οικειοποίηση» των δεσμεύσεων του μνημονίου και ιδιαίτερα σε πολιτικά ευαίσθητους τομείς όπως είναι οι ιδιωτικοποιήσεις, οι αλλαγές στο εργασιακό πλαίσιο που θα είναι το επόμενο μέτωπο που θα ανοίξει μετά το καλοκαίρι, οι επιχειρηματικές συμπράξεις Δημοσίου-ιδιωτικού τομέα και η φιλικότερη προσέγγιση των επενδύσεων και των αγορών.
Η «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων και ο χειρισμός τους από ικανότερους πολιτικούς ή τεχνοκράτες οι οποίοι βρίσκονται σήμερα σε δεύτερο πλάνο ή στο περιθώριο, θα αποτελέσει και τη σκανδάλη που θα πυροδοτήσει τις πρώτες σημαντικές αποφάσεις κατά τις επόμενες εβδομάδες (επαναφορά του waiver για τις ελληνικές τράπεζες, ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης κ.α), αλλά θα είναι και το σήμα ώστε να αρχίσει να ξαναχτίζεται η εμπιστοσύνη.
Στελέχη που βρίσκονται στον πυρήνα των ευρωπαϊκών θεσμών, ερμηνεύουν τη συμφωνία για τις περικοπές στις συντάξεις, τη θέσπιση μηχανισμού αυτόματης περικοπής δημόσιων δαπανών, την αποδοχή των σκληρών εισπρακτικών μέτρων και την απελευθέρωση της πώλησης των κόκκινων δανείων, ως ένδειξη ότι το κυβερνών κόμμα είναι πρόθυμο πλέον να ανταλλάξει πολλές από τις ιδέες και τις ψευδαισθήσεις του με την παραμονή στην εξουσία. «Η αντικατάσταση ιδεοληπτικών υπουργών ιδιαίτερα σε κρίσιμους τομείς άσκησης οικονομικής πολιτικής, θα είναι μια πρόσθετη απόδειξη που θα χρησιμοποιηθεί για να αρθούν οι όποιες αμφιβολίες» λένε.
Η κυβέρνηση δέχεται και στέλνει προς αυτή την κατεύθυνση τα δικά της μηνύματα στους συνομιλητές της από τον επιχειρηματικό κόσμο το τελευταίο διάστημα. Η προσδοκία που καλλιεργείται είναι πως αν υπάρχει μια τελευταία ελπίδα για να αποφευχθούν τα χειρότερα για τη χώρα στις δύσκολες μέρες που έπονται, το Μαξίμου θα πρέπει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να αποφύγει το λάθος του Αντώνη Σαμαρά όταν στον ανασχηματισμό του 2014 παρέκκλινε από το μονοπάτι των οικονομικών μεταρρυθμίσεων και οικοδόμησε ένα κυβερνητικό σχήμα που διολίσθησε στον δρόμο της παροχολογίας και του λαϊκισμού.
Το ζητούμενο για όσους δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση σήμερα μετά τις παλινωδίες του τελευταίου 1,5 χρόνου και θέλουν να «πουσάρουν» την αντιστροφή της οικονομίας, είναι να γίνει το ακριβώς αντίθετο. Να απομακρυνθούν υπουργοί και στελέχη που το προηγούμενο διάστημα αποδείχθηκαν αναποτελεσματικοί ή εκμεταλλεύτηκαν την εξουσία για να καθυστερήσουν ή να αναστείλουν συμπεφωνημένες αποφάσεις στην προσπάθειά τους να ανεβάσουν στροφές στο προσωπικό τους «αριστερόμετρο», και να ανατεθούν θέσεις ευθύνης σε αξιόπιστα και αποτελεσματικά στελέχη είτε αυτά ανήκουν, είτε όχι στη σφαίρα επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ.
Αν η κυβέρνηση απογοητεύσει όσους ζητούν περισσότερη αξιοπιστία και λιγότερη δημαγωγία, η πτώση θα έρθει ταχύτατα.