Πολύ πριν ανοίξουν οι κάλπες στην Τουρκία, κανείς δεν είχε αυταπάτες σχετικά με την δυσκολία της κατάστασης για την οικονομία της χώρας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών που έγιναν χθες. Οι δυσκολίες είναι πάρα πολλές και οι διαθέσιμες λύσεις λίγες και πολύ δύσκολες στην εφαρμογή τους.
Παρόλα αυτά, οι επενδυτές του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης έσπευσαν να προεξοφλήσουν την νίκη του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου απέναντι στον επί είκοσι χρόνια ισχυρό άνδρα της χώρας, του προέδρου Ερντογάν, ανεβάζοντας τον δείκτη των τραπεζικών μετοχών κατά 26% μέσα στην τελευταία εβδομάδα.
Οι περισσότεροι επενδυτές, όπως και οι αναλυτές των διεθνών επενδυτικών τραπεζών και χρηματιστηριακών εταιρειών, προτιμούν σαφώς τον Κιλιτσντάρογλου ο οποίος έχει δηλώσει πως ως πρόεδρος της χώρας θα φροντίσει για την επιστροφή της στην «οικονομική ορθοδοξία».
Αυτό κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει πως θα σταματήσει η ασυνήθιστη πολιτική της αντιμετώπισης του πληθωρισμού με μείωση των επιτοκίων, πολιτική η οποία έχει οδηγήσει την τουρκική λίρα σε συνεχή πτώση τα τελευταία χρόνια και έχει μειώσει κατακόρυφα την αγοραστική δύναμη των περισσότερων Τούρκων πολιτών.
Επίσης σημαίνει πως η πολιτική ηγεσία θα σταματήσει να παρεμβαίνει συνεχώς στο έργο της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας. Εξαιτίας αυτής της πολιτικής του προέδρου Ερντογάν, οι ξένοι επενδυτές έχουν μειώσει τις θέσεις τους στις μετοχές του Χρηματιστήριου της Κωνσταντινούπολης κατά 50% την τελευταία πενταετία και έχουν σταματήσει σχεδόν εντελώς τις αγορές των κρατικών ομολόγων της χώρας. Στην περίπτωση που αλλάξει η οικονομική πολιτική της χώρας είναι πολύ πιθανόν να επιστρέψουν και να αγοράσουν και πάλι μετοχές και ομόλογα, αφού θα νοιώθουν καλύτερα για τις προοπτικές της τουρκικής λίρας.
Για να είμαστε όμως ρεαλιστές, τα πράγματα δεν είναι και τόσο εύκολα. Αν επιστρέψει η «οικονομική ορθοδοξία» είναι πολύ πιθανόν να συνοδευτεί από σημαντική άνοδο των επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού. Αυτό είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει σημαντική μείωση της οικονομικής ανάπτυξης, ακόμα και ύφεση.
Κάτι τέτοιο είναι πολύ πιθανόν να μην αρέσει καθόλου στους Τούρκους πολίτες, όσο χαρούμενοι και να είναι λόγω της απαλλαγής τους από το καθεστώς Ερντογάν. Μία άλλη πολύ πιθανή παρενέργεια της αύξησης των επιτοκίων θα είναι η επιβάρυνση των τοπικών τραπεζών, οι οποίες έχουν υποχρεωθεί να αγοράσουν κρατικά ομόλογα με πολύ χαμηλές αποδόσεις προκειμένου να καλύψουν το κενό των ξένων επενδυτών που απέχουν.
Όλα αυτά, και πολλά άλλα σχετικά με την πολιτική που θα ασκούσε ο Κιλιτσντάρογλου σε άλλους τομείς, γράφονταν στον διεθνή οικονομικό Τύπο τις εβδομάδες πριν τις εκλογές. Απ’ ότι φαίνεται, μάλλον δεν θα μάθουμε τελικά πώς θα άλλαζαν τα πράγματα με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου στην θέση του προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η καταμέτρηση των ψήφων ανά την τουρκική επικράτεια, τα επίσημα αποτελέσματα δείχνουν σαφώς πως οι πιθανότητες εκλογής του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών είναι μηδαμινές. Ακόμα δε και αν ο πρόεδρος Ερντογάν δεν ξεπεράσει το απαιτούμενο ποσοστό 50% από την πρώτη Κυριακή (κάτι για το οποίο δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι αυτή την στιγμή), είναι σχεδόν βέβαιο πως στην επαναληπτική εκλογή δύο εβδομάδες αργότερα θα καταφέρει να επανεκλεγεί με άνεση.
Κατά πάσα πιθανότητα λοιπόν, η οικονομική πολιτική της γειτονικής μας χώρας θα εξακολουθήσει να σχεδιάζεται και να ασκείται από τον πρόεδρο Ερντογάν και τους συνεργάτες του. Οι διεθνείς επενδυτές θα πρέπει να ανεχθούν τις ανορθόδοξες πολιτικές του για πολύ καιρό ακόμα, τουλάχιστον μέχρι να αποφασίσει ο ίδιος πως μπορεί να τις αλλάξει χωρίς κόστος για αυτόν, όπως έκανε ο Κινέζος πρόεδρος αμέσως μετά την επανεκλογή του με την πολιτική περιορισμού της μετάδοσης της πανδημίας.
Από την στιγμή που έχει φύγει η εκκρεμότητα της επανεκλογής του θα μπορούσε να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό χωρίς να φοβάται πως θα του κοστίσει ακριβά. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως τα πράγματα θα είναι εύκολα για την οικονομία και τον πρόεδρο. Ο πληθωρισμός βρίσκεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα και η αγοραστική δύναμη των πολιτών είναι σημαντικά μειωμένη.
Μπορεί η φανερή βοήθεια από ορισμένες αραβικές χώρες και η αφανής βοήθεια από την Ρωσία να καλύπτουν διάφορα κενά στα κρατικά ταμεία αλλά αυτό μάλλον δεν θα φτάνει από εδώ και πέρα, δεδομένων των τεράστιων αναγκών για την ανοικοδόμηση των περιοχών που επλήγησαν από τον καταστροφικό σεισμό του περασμένου Φεβρουαρίου. Λογικά θα χρειαστούν και άλλα κεφάλαια, μέρος των οποίων πιθανότατα θα προέρχεται από την Δύση.
Ο πρόεδρος Ερντογάν θα πρέπει να βρει έναν τρόπο να προσελκύσει επενδυτές, αλλιώς η χώρα του θα βρεθεί προ αδιεξόδου. Όσο και να θέλει να δείχνει πως οι παραδοσιακές οικονομικές θεωρίες δεν είναι πάντα οι ενδεδειγμένες, αποκλείεται να μην γνωρίζει πως έτσι όπως εξελίσσεται η κατάσταση κάποια στιγμή θα έρθει η ώρα της έκρηξης. Δεν μπορούμε φυσικά να γνωρίζουμε τι θα επιλέξει ο πρόεδρος, αν θα αποφασίσει τελικά να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή να τροποποιήσει την πολιτική του ώστε να μπορέσει να προσελκύσει διεθνείς επενδυτές.
Πιστεύουμε όμως πως αν δεν αλλάξει σύντομα την οικονομική του πολιτική, αναπόφευκτα θα δει μια οικονομική «βόμβα» να σκάει στα χέρια του.