Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική κυβέρνηση για μια βιώσιμη επιστροφή στις αγορές αναφέρεται δημοσίευμα του Bloomberg φέρνοντας στο προσκήνιο το πολιτικό ρίσκο κατά το οποίο η κυβέρνηση ενδέχεται να χάσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις αρχές του 2019, αν οι βουλευτές κληθούν να εγκρίνουν τη συμφωνία ονόματος με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Υπάρχει ένας κίνδυνος πολιτικός, επισημαίνει το δημοσίευμα του Bloomberg με τίτλο «Το σχέδιο της Ελλάδας να επιστρέψει στις αγορές, αν και βιώσιμο, αντιμετωπίζει κινδύνους». Επιπλέον, οι ελληνικές αρχές πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους και να εφαρμόσουν όσα έχουν συμφωνηθεί με τους πιστωτές, ώστε να μην χάσουν την αξιοπιστία που έχει δημιουργήσει το πρόγραμμα διάσωσης.
«Ένας συνδυασμός εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων θα μπορούσε να βλάψει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές τους επόμενους μήνες», δήλωσε στο αμερικανικό πρακτορείο, ο Μουτγιάμπα Ραχμάν, διευθύνων σύμβουλος της Eurasia Group στο Λονδίνο.
«Η πολιτική γύρω από τη συμφωνία για τη Μακεδονία θα διατηρήσει την πιθανότητα κυβερνητικής κατάρρευσης ή πρόωρων εκλογών στο τραπέζι» ενώ «από την Ευρώπη, η επικείμενη κόντρα μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ιταλίας για τον προϋπολογισμό της Ρώμης θα μπορούσε προσθέσει νέα ρίσκα για την Ελλάδα».
Η Ελλάδα προσπαθεί να ξαναγίνει «κανονική» χώρα
Εάν η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ανακοινώσει μέχρι το τέλος του έτους το πρόγραμμά της για προσφυγή στις αγορές το 2019, και να επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση κάθε χρόνο, το σχέδιο θα λειτουργήσει, αναφέρει το Bloomberg.
Αφού έχει χάσει περισσότερο από το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της κατά την τελευταία δεκαετία, η πιο χρεωμένη χώρα της Ευρώπης προσπαθεί τώρα να σταθεί και πάλι στα πόδια της. Ο στόχος είναι η χώρα να μην εκδώσει άλλο χρέος από ό, τι ωριμάζει κάθε χρόνο, δήλωσε αξιωματούχος, ζητώντας την ανωνυμία του, καθώς οι συζητήσεις συνεχίζονται.
Για το 2019, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ανέρχονται περίπου στα 10 δισ. ευρώ έως 11 δισ. ευρώ (11,7 δισ. έως 12,9 δισ. δολάρια), ενώ για τα επόμενα δύο έτη το ποσό αναμένεται να μειωθεί στα 5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης του Δημοσίου Χρέους. Αυτό σημαίνει επίσης ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί να εκδώσει περισσότερα από δύο ή τρεις τίτλους ετησίως, και εάν υπάρχει ανάγκη για περισσότερους, τότε η χώρα μπορεί να ανοίξει εκ νέου μια προηγούμενη έκδοση, δήλωσε ο αξιωματούχος.
«Πρέπει να γίνουν ακόμη πολλές προσπάθειες για να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των επενδυτών και την πλήρη πρόσβαση στις αγορές», δήλωσε ο Δημήτρης Δαλίπης, επικεφαλής σταθερού εισοδήματος στην Alpha Trust Α.Ε.Δ.Α. στην Αθήνα. «Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί πρόοδος και η αγορά το εκτιμά αυτό, όπως φαίνεται από τις διακυμάνσεις των τιμών μετά τη συμφωνία της Ευρωζώνης της 21ης ??Ιουνίου».
Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων είναι ελκυστικές και για τις δύο πλευρές, με το επταετές να βρίσκεται κάτω από το επίπεδο της έκδοσής του το Φεβρουάριο, αλλά με τις αποδόσεις να εμφανίζονται υψηλές σε σύγκριση με άλλους τίτλους της Ευρωζώνης.
Αυτός ο Σεπτέμβριος θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή ευκαιρία για την Ελλάδα να εκδώσει το επόμενο δάνειό της, δήλωσε ο δεύτερος αξιωματούχος, ζητώντας να μην κατονομαστεί, καθώς οι αποφάσεις δεν είναι τελικές. Η απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων στην Ελλάδα ήταν 3,85% στις 12:07 μ.μ. στην Αθήνα τη Δευτέρα, ενώ η απόδοση των 7ετών ήταν 3,40%.
Έχοντας εκδώσει ένα 7ετές ομόλογο το 2018 και ένα 5ετές το 2017, τώρα είναι η στιγμή να εξετάσουμε τη δυνατότητα έκδοσης σημείωσης 10 ετών ή τριών ετών, δήλωσαν και οι δύο αξιωματούχοι.
«Οι υψηλότερες αποδόσεις σε ευρώ μπορούν να προσελκύσουν επενδυτές στην αγορά παρά την περιορισμένη ρευστότητα», σημείωσε ο Δ. Δαλίπης. «Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι αποκαθίσταται η πλήρης κανονικότητα και η πρόσβαση στην αγορά».