Η σύγκρουση μεταξύ κόστους και προστασίας του κλίματος καθιστά πραγματικό ρίσκο τον λιγνίτη για το μέλλον της Ελλαδας, αναφέρει το πρακτορείο Bloomberg, εστιάζοντας στο πώς θα γίνει η μετάβαση από τον λιγνίτη σε καθαρότερες μορφές ενέργειας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το κόστος των αδειών για την καύση των πιο ρυπογόνων ορυκτών καυσίμων έχει καταστήσει τις λιγνιτικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ιδιαίτερα κοστοβόρες, με τη χρεωμένη ΔΕΗ να ξοδεύει φέτος έως 300 εκατ. ευρώ για να λειτουργήσει τα συγκεκριμένα εργοστάσια, ενώ το 2018 είχε ξοδέψει 200 εκατ. ευρώ.
Το Bloomberg αναφέρει πως Έλληνες αξιωματούχοι έχουν επισημάνει ότι θα κοστίσει λιγότερο στη ΔΕΗ αν πληρώσει τους εργάτες της. για να κάθονται στο σπίτι τους, παρά αν συνεχίσει την παράγωγη σε αυτά τα παλιά εργοστάσια.
«Όλα αυτά φέρνουν τη ΔΕΗ σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: αν κλείσει τα εργοστάσια κινδυνεύει να αποστραγγίξει την εύθραυστη οικονομία της ενέργειας, αλλά η χώρα, που ακόμα ανακάμπτει μετά τη δεκαετή κρίση, δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά το κόστος που απαιτείται για την αναδιάρθρωση του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας», προσθέτει το δημοσίευμα.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης, αναφέρεται, έχει δεσμευτεί να κλείσει και τις 14 λιγνιτικές μονάδες μέχρι το 2028. Τα εργοστάσια αυτά παράγουν το ένα πέμπτο και πλέον της ηλεκτρικής ισχύος της χώρας και είναι κρίσιμης σημασίας για τις τοπικές οικονομίες.
Αν η Ελλάδα ελπίζει να αντικαταστήσει την πλειονότητα των λιγνιτικών assets με ΑΠΕ, όπως επιτάσσουν οι στόχοι για το 2030 - θα χρειαστεί να κάνει μεγάλες επενδύσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συλλέξει το BloombergNEF, από το 2015 έχουν επενδυθεί μόνο 3,3 δισ. ευρώ σε σχέδια για καθαρή ενέργεια, σε σύγκριση με τα 9 δισ. ευρώ τα προηγούμενα πέντε χρόνια.
Στη Μεγαλόπολη αλλά και στη δυτική Μακεδονία, τονίζει το Bloomberg, «οι κάτοικοι ανησυχούν ότι τα σχέδια για το κλείσιμο της μονάδας μέχρι τον Ιούνιο θα επιταχύνει τον οικονομικό μαρασμό».
Για τις κοινότητες που θα πληρώσουν το τίμημα από την αλλαγή, η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να δαπανήσει 130 εκατομμύρια ευρώ για να βοηθήσει αυτή τη μετάβαση, παρέχοντας φορολογικά και επενδυτικά κίνητρα και βοηθώντας στην επανεκπαίδευση των εργαζομένων.
«Και ενώ οι μέρες του λιγνίτη είναι μετρημένες, η νέα ελληνική κυβέρνηση», αναφέρει το Bloomber, «στοχεύει να διπλασιάσει σχεδόν το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών κατά 35% ως το 2030, έναντι 31% που ήταν ο προηγούμενος στόχος. Για να φτάσει εκεί, βασίζεται στη ΔΕΗ και στην ικανότητά τη να συνεργαστεί με ξένους επενδυτές.
«Για να συμβεί όμως αυτό, η εταιρεία που έχασε 353 εκατ. ευρώ το α' εννεάμηνο του 2019, πρέπει να σταθεροποιηθεί», συμπληρώνει το πρακτορείο.
Όπως είχε αναφέρει ο Υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος Κωστής Χατζηδάκης, «αν καταρρεύσει η ΔΕΗ, θα καταρρεύσουν οι τράπεζες και η ελληνική οικονομία». Το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε πρόσφατα προβλέπει μέτρα για τον εκσυγχρονισμό της ΔΕΗ, προγράμματα εθελούσιας εξόδου για να μειωθούν τα κόστη καθώς και σχέδια για τη μείωση της εξάρτησης από τον λιγνίτη.