Βάσιμες προσδοκίες για ανάπτυξη που ενδεχομένως θα ξεπεράσει το 4,5 % φέτος, δημιούργησε στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης η πολύ καλή επίδοση της οικονομίας στο πρώτο τρίμηνο του έτους, καθώς το ΑΕΠ μειώθηκε μόλις κατά 2,3%.
Παρόλο που ακόμη οι αβεβαιότητες για τη διατύπωση μίας ασφαλούς πρόβλεψης είναι μεγάλες, εξαιτίας του εκτεταμένου lockdown που επεκτάθηκε σε ολόκληρο στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, αλλά και τις δυσκολίες να υπολογιστούν τα έσοδα από τον τουρισμό, υπάρχουν σοβαροί λόγοι, οι οποίοι στηρίζουν την πρόβλεψη αυτή.
Ο ουσιαστικότερος εξ αυτών είναι ότι η ίδια η επίδοση του πρώτου τρίμηνου δείχνει ότι η οικονομία παρά τις αντίξοες συνθήκες διαθέτει μία δυναμική. Η δυναμική αυτή προκύπτει αν συγκρίνουμε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του πρώτου τριμήνου του 2021 με αυτά του 2022. Από τη σύγκριση των δύο τριμήνων προκύπτει καταρχάς μία μείωση του ΑΕΠ, όπως προαναφέρθηκε κατά 2,3%. Όμως το πιο σημαντικό είναι ότι δεν υπάρχει το λέγομενο basis effect, δηλαδή η σύγκριση του φετινού πρώτου τρίμηνου σε συνθήκες γενικευμένου lockdown γίνεται με ένα τρίμηνο, (α΄ του 2020), όπου η οικονομία είχε καταγράψει μία πολύ καλή επίδοση με μείωση του ΑΕΠ μόλις κατά 0,5%.
Η δυναμική της οικονομίας αποτυπώνεται και στις λεγόμενες συνιστώσες του ΑΕΠ. Έτσι στο πρώτο τρίμηνο του 2021 η καλή επίδοση της οικονομίας και η αντοχή της στηρίχθηκαν κατά κύριο λόγο στην αύξηση των επενδύσεων κατά 8,6% σε ετήσια βάση, καθώς και στην αύξηση των Δημοσίων Δαπανών κατά 4,9%. Αντίθετα, η κατανάλωση υποχώρησε κατά 4,9% (σε ετήσια βάση πάντοτε). Επίσης οι εξαγωγές της χώρας μειώθηκαν κατά 13,4%.
Η κατάσταση θα είναι ακόμη πιο ευνοϊκή για τη συνέχεια του έτους καθώς, η σύγκριση θα γίνεται με τα αντίστοιχα τρίμηνα του 2020 όπου το ΑΕΠ της χώρας έκανε «μακροβούτια». Ενδεικτικά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 το ΑΕΠ σε ετήσια πάντα βάση, υποχώρησε κατά 13,9% μία από τις χειρότερες επιδόσεις της χώρας, ενώ το τρίτο τρίμηνο η μείωση ήταν της τάξεως του 10%. Το τελευταίο τρίμηνο του έτους η κατάσταση εξομαλύνθηκε ελαφρώς με το ΑΕΠ να υποχωρεί κατά 6,9%.
Επομένως φέτος με την πρόοδο που έχει συντελεστεί στον εμβολιασμό και με ανοικτά τα σύνορα, ο τουρισμός όπως και να πάει, είναι μαθηματικώς βέβαιον ότι θα «δώσει κάποιους πόντους» στο ΑΕΠ στο τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του έτους.
Επιπροσθέτως μέσα στο καλοκαίρι η χώρα αναμένει τις προκαταβολές από το Ταμείο Ανάκαμψης, οι οποίες μπορεί να ξεπεράσουν τα 4 δισ. ευρώ – που δικαιούμαστε σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα – και να φθάσουν τα 7 με 8 δισ.ευρώ όπως έχει αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταικούρας. Η επίπτωση από την εισροή των πόρων αυτών θα αποτυπωθεί στα στοιχεία του ΑΕΠ το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο.
Σε κάθε περίπτωση στον βαθμό που οι προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου είναι ρεαλιστικές τότε η οικονομία θα πρέπει να τρέξει φέτος με ρυθμό τουλάχιστον 4,8% - αν όχι υψηλότερο - στον οποίον στηρίζεται ο προϋπολογισμός του 2021. Όταν συντάχθηκε όμως ο προϋπολογισμός η πρόβλεψη αυτή στηρίχθηκε στην εκτίμηση για μείωση του ΑΕΠ κατά 10% το 2020. Όμως όπως έδειξε η πραγματικότητα εξελίχθηκε ευνοϊκότερα, καθώς τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ πιστοποίησαν για το 2020 μείωση του ΑΕΠ κατά 8%.
Άλλωστε οι εκτιμήσεις όλων των διεθνών οργανισμών (πλην ΔΝΤ που προβλέπει για φέτος ανάπτυξη 3,3%) προβλέπουν για την Ελλάδα αύξηση του ΑΕΠ υψηλότερη από το 4%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές προβλέψεις αναθεώρησε προς τα πάνω τον ρυθμό ανάπτυξης στο 4,2% (από 3,5% που ήταν στις φθινοπωρινές). Στο εσωτερικό της χώρας, η Τράπεζα της Ελλάδος ανεβάζει τον ρυθμό ανάπτυξης για φέτος στο 4,2%. Τέλος το Γραφείο Προϋπολογισμού του κράτους στην έκθεσή του εκτιμά ότι μετά την αύξηση του πακέτου στήριξης από την Κυβέρνηση το ΑΕΠ θα μπορούσε να αυξηθεί φέτος έως κατά 4,8%.