Βελτίωση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σταθερότητας "βλέπει" το ΔΝΤ

Βελτίωση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σταθερότητας "βλέπει" το ΔΝΤ

Για βελτίωση της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τον Οκτώβριο του 2016 κάνει λόγο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καθώς μετά την εκτίμησή του για το παγκόσμιο οικονομικό outlook, έδωσε στη δημοσιότητα νέα έκθεση σύμφωνα με την οποία υπάρχουν ελπίδες για ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας.

Στην Έκθεση του ΔΝΤ για την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα (Global Financial Stability Report – GFSR), αναφέρεται πως τα μακροπρόθεσμα επιτόκια έχουν αυξηθεί, κάτι που βοηθάει τη μεγιστοποίηση κερδών των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιρειών, ενώ η άνοδος των τιμών επιτρέπει μια πιο αισιόδοξη εκτίμηση για το μέλλον.

Ενδιαφέρον έχει το μείγμα πολιτικής που προτείνει το ΔΝΤ για να αντιμετωπιστούν τα "κόκκινα" δάνεια και το "overbanking" στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. 

Όπως αναφέρει, στην Ευρώπη, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση της κερδοφορίας των τραπεζών και των προκλήσεων που σχετίζονται με ζητήματα του παρελθόντος (όπως τα "κόκκινα" δάνεια). Οι τράπεζες έχουν την πρωταρχική ευθύνη για να εμφανίσουν βιώσιμη κερδοφορία, αντιμετωπίζοντας τα προβλήματα του επιχειρηματικού τους μοντέλου, μέσω της συγκέντρωσης, του εξορθολογισμού της λειτουργίας των υποκαταστημάτων και των επενδύσεων στην τεχνολογία για να ενισχύσουν τη μεσοπρόθεσμη αποτελεσματικότητα.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, είναι ενθαρρυντικό, ότι οι εποπτικές Αρχές δίνουν συνεχώς μεγαλύτερη έμφαση στην εξέταση των επιχειρηματικών μοντέλων των τραπεζών. Για να εντοπιστούν τα αδύναμα σημεία στα τραπεζικά συστήματα που έχουν σημαντικά προβλήματα ποιότητας ενεργητικού, θα μπορούσε να διενεργηθεί έλεγχος της ποιότητας ενεργητικού στις τράπεζες που δεν έχουν περάσει από μία τέτοια άσκηση. Στη συνέχεια οι ρυθμιστικές Αρχές θα πρέπει να αναλάβουν δράση για την εκκαθάριση των μη βιώσιμων ιδρυμάτων για να απομακρυνθεί το πλεονάζον δυναμικό. Οι Αρχές θα πρέπει επίσης να εστιάσουν στην αντιμετώπιση των ευρύτερων προβλημάτων που εμποδίζουν την κερδοφορία, όπως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και να αναπτύξουν στρατηγικές για την επιτάχυνση της ανάκαμψης.

Το “σωστό” μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής

Τα χρηματιστήρια στις Ηνωμένες Πολιτείες άγγιξαν επίπεδα ρεκόρ τον Μάρτιο, καθώς οι επενδυτές στήριξαν τις ελπίδες τους στη φορολογική μεταρρύθμιση του D. Trump, αλλά και στις υποσχέσεις του για περισσότερες δαπάνες στις υποδομές.

Σύμφωνα με την έκθεση, οι αγορές εκτός ΗΠΑ επίσης σημείωσαν μια σταθερή άνοδο τους τελευταίους έξι μήνες, εν μέρει λόγω των ισχυρότερων προσδοκιών ανάπτυξης αλλά και των υψηλότερων τιμών στα βασικά εμπορεύματα. Παράλληλα, τα ασφάλιστρα κινδύνου και η αστάθεια έχουν υποχωρήσει.

Περιγράφοντας το αναγκαίο μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, το ΔΝΤ “δείχνει” στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής μια πορεία που περιλαμβάνει:

1) την ενδυνάμωση ανάληψης οικονομικών ρίσκων – ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες – μέσω πολιτικών που ενισχύουν την παραγωγή, την αύξηση εταιρικών επενδύσεων και την αποφυγή αύξησης κινδύνων της δημοσιονομικής σταθερότητας.

2) την αντιμετώπιση εσωτερικών και εξωτερικών ανισορροπιών ώστε να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα στις αναδυόμενες οικονομίες

3) την πιο ενεργή ανταπόκριση σε μακροχρόνια διαρθρωτικά ζητήματα στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Για να επιτευχθούν οι στόχοι μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, χρειάζεται στις ΗΠΑ να δοθεί προσοχή στην αυξημένη μόχλευση και στην επιδείνωση της ποιότητας πιστώσεων. Οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει προληπτικά να αντιμετωπίσουν την υπερβολική ανάληψη χρηματοπιστωτικών ρίσκων. Επίσης, θα χρειαστούν προληπτικές και εποπτικές ενέργειες σε περίπτωση που η τόνωση της νομισματικής πολιτικής οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από χρέος.

Σημαντικός καθοδικός κίνδυνος η αβεβαιότητα

Μερικές απειλές προς την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα προκύπτουν από την αυξανόμενη αβεβαιότητα, η οποία για παράδειγμα στις ΗΠΑ εκφράζεται μέσω της ανησυχίας ως προς την επιτυχία ή μη της πολυαναμενόμενης φορολογικής μεταρρύθμισης. Ακόμη, η στροφή προς τον προστατευτισμό στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα μπορούσε ενδεχομένως να μειώσει την παγκόσμια ανάπτυξη και το εμπόριο, να εμποδίσει τις κεφαλαιακές ροές και να “ρίξει” το επενδυτικό κλίμα.

Στην Ευρώπη συγκεκριμένα, το ΔΝΤ εντοπίζει πολιτικές εντάσεις οι οποίες σε συνδυασμό με την έλλειψη προόδου σε δομικές προκλήσεις του τραπεζικού συστήματος και τα υψηλά επίπεδα χρέους, θα μπορούσαν να επαναφέρουν ζητήματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Στην έκθεση επισημαίνεται η σημαντική πρόοδος που έχει σημειωθεί στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο τα τελευταία χρόνια. Οι τράπεζες διαθέτουν υψηλότερα επίπεδα κεφαλαίων, το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο έχει ενισχυθεί, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες για την προσαρμογή των επιχειρηματιών μοντέλων. "Τελευταία, οι τραπεζικές μετοχές έχουν ενισχυθεί ως αποτέλεσμα της αισιοδοξίας των επενδυτών για κυκλική ανάκαμψη της οικονομίας. Παρ'' όλα αυτά, από μόνη της η κυκλική ανάκαμψη δεν αναμένεται να αποκαταστήσει πλήρως την κερδοφορία των συνεχώς αδύναμων τραπεζών και πρέπει να γίνουν περισσότερα για να βελτιωθεί η ανθεκτικότητά τους".

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, μία δομική πρόκληση είναι το πρόβλημα του πλεονάζοντος δυναμικού (overbanking), τα χαρακτηριστικά του οποίου διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Παρά το γεγονός ότι έχουν ληφθεί μέτρα για την αντιμετώπιση των ανησυχιών, οι χώρες με τα μεγαλύτερα προβλήματα πρέπει να σημειώσουν μεγαλύτερη πρόοδο. Μέχρι να αντιμετωπιστούν πλήρως αυτά τα δομικά εμπόδια, η αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών μοντέλων ενδεχομένως να μην οδηγήσει σε επαρκή κερδοφορία. Αν δεν λυθούν τα προβλήματα, τότε ο συνδυασμός αδύναμων τραπεζών, έλλειψης πρόσβασης σε ιδιωτικά κεφάλαια και μεγάλου όγκου προβληματικών δανείων εμποδίζει την ανάκαμψη και μπορεί να αναθερμάνει συστημικούς κινδύνους.