Του Βασίλη Γεώργα
Στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν πλέον μοιραστεί στα δύο για το θέμα της «διευθέτησης» του χρέους και τη στάση τους απέναντι στο ΔΝΤ. Η κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε για να στοχοποιήσει με διάφορους τρόπους το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τώρα βλέπουν πως η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τον μοναδικό της σύμμαχο στην πιο σοβαρή μάχη. Οι τελευταίες πληροφορίες από το μέτωπο της διαπραγμάτευσης λένε πως το ΔΝΤ δεν πρόκειται να συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα πριν τον ερχόμενο Σεπτέμβριο-Οκτώβριο.
Μην έχετε αμφιβολία πως ακόμη και εντός κυβερνητικού σχήματος υπάρχουν «πραγματιστές» πολιτικοί που πολύ θα ήθελαν να φωνάξουν «βάστα Τόμσεν» διαβλέποντας ότι η επικράτηση της λογικής των ευρωπαίων εταίρων να κλοτσήσουν το τενεκεδάκι ακόμη πιο μπροστά φορτώνοντας με νέα μέτρα λιτότητας την οικονομία χωρίς προοπτική σοβαρής αναδιάρθρωσης χρέους, ναρκοθετεί κάθε προοπτική σοβαρής λύσης ώστε να καθαρίσει από τώρα και για πολλά – πολλά χρόνια ο δρόμος προς την ανάκτηση της εμπιστοσύνης.
Δεν αποκλείεται όλη αυτή η διελκυστίνδα μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ για το είδος της συζητούμενης αναδιάρθρωσης χρέους να είναι ένα καλά στημένο θέατρο στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης που στο τέλος θα καταλήξει σε έναν συμβιβασμό μεταξύ των δύο μεγάλων παικτών καθώς έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον. Όμως τα μηνύματα ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εξετάζει σοβαρά την αποσύνδεσή του από το ελληνικό πρόγραμμα έχουν ενταθεί και μοιραία έχουν αυξηθεί και τα ερωτήματα για το ποια θα είναι η σχέση του την επαύριο με τα όσα θα δρομολογηθούν στη χώρα.
Το ΔΝΤ δεν έχει ακόμη «μιλήσει» για το αν και με τι συμφωνεί ως προς τις προτάσεις που έχουν δώσει οι ευρωπαϊκοί θεσμοί στη δημοσιότητα. Ξέρουμε μόνο από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο ότι στο τελευταίο Eurogroup το ΔΝΤ οι εκπρόσωποι του Ταμείου δεν έμειναν ικανοποιημένο και γνωρίζουμε επίσης ότι το ΔΝΤ εισηγείται πολύ μεγαλύτερη επιμήκυνση χρέους κατά 50-60 χρόνια εφόσον δεν υπάρχει περίπτωση διαγραφής.
Ούτε όμως και η ελληνική κυβέρνηση έχει δώσει μέχρι σήμερα μια καθαρή απάντηση αν επιθυμεί ή όχι την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Η στρατηγική που ακολουθεί είναι αυτή της σύγχυσης: Δεν το θέλει επειδή γνωρίζει πως τα μέτρα που εισηγείται δεν είναι φόροι αλλά επίπονες διαρθρωτικές αλλαγές σε πολιτικά και κοινωνικά ευαίσθητους τομείς όπως τα εργασιακά, οι μισθοί και οι συντάξεις κλπ. Δεν το θέλει γιατί αντιλήφθηκε πως αν περνούσαν οι προτάσεις του για «λύση πακέτο» θα καθυστερούσε δραματικά η αξιολόγηση με κίνδυνο να πνιγεί η χώρα από την έλλειψη ρευστότητας.
Θέλει επίσης να το «διώξει» επειδή πολιτικά θα χάιδευε τα αυτιά του στενού κομματικού ακροατηρίου σπάζοντας τα δεσμά της διεθνούς επιτροπείας. Από την άλλη το θέλει επειδή ξέρει πως αν έχει κάποτε να περιμένει κάτι για το χρέος ή τη μείωση των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων του 3,5% θα είναι λόγω της πίεσης που μπορεί να ασκήσει το ΔΝΤ με την έκθεση βιωσιμότητας. Το χρειάζεται δίπλα της επίσης γιατί αντιλαμβάνεται πως μόνο έτσι μπορεί να πείσει τους διεθνείς επενδυτές ότι το πρόγραμμα παρακολουθείται στενά από αξιόπιστους μηχανισμούς, «βγαίνει» και δεν πρόκειται να εκτροχιαστεί.
Η γνωστή από παλιά πρόταση που επανήλθε στο προσκήνιο ότι ο ESM σκοπεύει να αξιοποιήσει τα 15 δισ. ευρώ που «περίσσεψαν» από το πακέτο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών για να αγοράσει μέρος του ελληνικού χρέους από το ΔΝΤ, εντάσσεται σε όλη αυτή την συζήτηση για τον μελλοντικό ρόλο του ΔΝΤ στην Ελλάδα. Είναι μια πρόταση που οικονομικά εξυπηρετεί τα ελληνικά συμφέροντα στο βαθμό που τα υφιστάμενα βραχυπρόθεσμα δάνεια αντικατασταθούν με μακροπρόθεσμα δάνεια του ESM τα οποία έχουν χαμηλότερο επιτόκιο (1% αντί για 3,5%), ενώ πολιτικά εμφανίζεται επίσης να εξυπηρετεί την κυβέρνηση καθώς θα μπορεί να υποστηρίξει ότι περιορίζει τη χρηματοδοτική εξάρτηση από το Ταμείο.
Παρότι κανείς δεν γνωρίζει τι θα συμβεί, η μεταβίβαση μέρους του χρέους του ΔΝΤ στον ευρωπαϊκό μηχανισμό εξυπηρετεί πολιτικά και τη γερμανική πλευρά και το σκληρό μπλοκ των Ολλανδών, Φιλανδών κλπ που σε κάθε περίπτωση θέλουν να κρατήσουν το ΔΝΤ εντός προγράμματος και μάλιστα ως χρηματοδότη, αλλά δεν θέλουν να το κάνουν με τον τρόπο που εκείνο προτείνει. Δηλαδή με μεγάλη μείωση στο κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους.
Η συλλογιστική της πρότασης του ESM στηρίζεται στην υπόθεση πως το ΔΝΤ θα δεχθεί να «ανταλλάξει» το μεγαλύτερο μέρους του ανεξόφλητου χρέους του προς την Ελλάδα (16 δισ. ευρώ σήμερα) με ένα νέο δάνειο ύψους 6 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό το Ταμείο θα εξοφληθεί πρόωρα το 2018 αλλά θα έχει ήδη συμμετάσχει χρηματοδοτικά με νέο πρόγραμμα που θα συνοδεύεται από ξεχωριστό μνημόνιο, η Ελλάδα θα πετύχει βραχυπρόθεσμα μια ανακούφιση από τις αποπληρωμές και η Γερμανία θα έχει καταφέρει να κλειδώσει την παραμονή του ΔΝΤ στην ελληνική διάσωση.
Η συγκεκριμένη λύση μοιάζει να έχει χαρακτηριστικά win - win για όλους. Στην πραγματικότητα, όμως, όσο καλή κι αν δείχνει δεν αποτελεί παρά ένα τρικ για να μην ληφθούν δραστικότερα μέτρα εδώ και τώρα.