Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Φαίνεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας ζήλεψε τον ντόρο που γίνεται γύρω από τον ιταλικό προϋπολογισμό και ήθελε να κλέψει λίγη από την «λάμψη» των Ματέο Σαλβίνι και Λουίτζι Ντι Μάιο. Ελπίζει ότι με τρικ όπως αυτό του προϋπολογισμού των δύο σεναρίων μπορεί να κερδίσει στις δημοσκοπήσεις και δεν τον ενδιαφέρει αν πλήττονται οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και αν η κόντρα με τις αγορές αποβεί μοιραία. Αρκεί η «καυτή πατάτα» να βρεθεί στα χέρια του επόμενου...
Χθες, οι αγορές έστειλαν δύο μηνύματα που θα μπορούσαν να αποδειχθούν εξαιρετικά κρίσιμα για το μέλλον της χώρας και την «συμπεριφορά» του Αλέξη Τσίπρα στο δρόμο προς τις εκλογές. Δύο μηνύματα που αν δεν ερμηνευθούν σωστά από την κυβέρνηση θα μπορούσαν να βλάψουν στο μέγιστο βαθμό την οικονομία.
Το πρώτο εστάλη από την αγορά ομολόγων. Οι μεταβολές στις αποδόσεις των ελληνικών τίτλων αποδεικνύουν καθημερινά ότι τα ελληνικά ομόλογα είναι πλήρως εξαρτημένα από τις εξελίξεις στην Ιταλία. Το κακό είναι ότι τα δικά μας ομόλογα είναι τα μοναδικά που επηρεάζονται τόσο από την ιταλική κρίση. Διότι αν υπήρχε μετάδοση του ιταλικού πυρετού σε ολόκληρη την Ευρώπη θα μιλούσαμε για μία πολύ διαφορετική κατάσταση.
Αυτό σημαίνει ότι οι αγορές δεν απέρριψαν μόνο τον «φουσκωμένο» προϋπολογισμό της Ιταλίας, αλλά επιπλέον έδειξαν χθες ότι «καταψηφίζουν» και τον ελληνικό προϋπολογισμό των δύο σεναρίων που σκαρφίστηκε ο Αλ. Τσίπρας για να αποφύγει το πολιτικό αδιέξοδο.
Ο πρωθυπουργός είτε θα έπρεπε να πάρει πίσω τα μέτρα που έχει ήδη ψηφίσει και να πάει σε κόντρα με τους πιστωτές είτε να εφαρμόσει όσα έχει δεσμευθεί ρισκάροντας να χάσει σε ποσοστά ενόψει των εκλογών. Ακόμη και αν οι βουλευτικές εκλογές γίνονταν τον Οκτώβριο του 2019, ενδεχόμενη ήττα με μεγάλη διαφορά στις ευρωεκλογές, υπό το βάρος των περικοπών στις συντάξεις, θα ήταν καταστροφική.
Επίσης, αν ο κ. Τσίπρας έλεγε ότι δεν μπορεί να πάρει πίσω τις περικοπές θα αποδείκνυε ότι το μνημόνιο δεν έχει τελειώσει. Κάτι που ήρθε να επιβεβαιώσει με... κάθε επισημότητα ο Κλάους Ρέγκλινγκ. Ο επικεφαλής του ESM δήλωσε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αντιστρέψει τις μεταρρυθμίσεις και οι Θεσμοί θα αποφασίσουν για τις περικοπές των συντάξεων. Κατά τα άλλα, το μνημόνιο μας τελείωσε...
Σαν να μην έφταναν αυτά, η ελληνική κυβέρνηση βιώνει καθημερινά στο πετσί της, το τι σημαίνει να αντιμετωπίζεις τις αγορές. Και αν το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» που μας έδωσαν οι Ευρωπαίοι αντί για προληπτική γραμμή, έδωσε το δικαίωμα στον Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει ότι την Ελλάδα δεν την ενδιαφέρουν και πολύ οι συνθήκες στις αγορές, ήρθε το δεύτερο μήνυμα, αυτή τη φορά από την Capital Economics, να καταρρίψει ακόμη έναν «μύθο», αυτόν του κεφαλαιακού αποθέματος.
Η χθεσινή έκθεση της Capital Economics αποτελεί ένα ακόμη χτύπημα κατά των κυβερνητικών χειρισμών σε θέματα αγορών, μετά την αναβολή της αναβάθμισης από την Moody'' s. Με λίγα λόγια, η Capital Economics εκτιμά ότι η Ελλάδα κινδυνεύει να μην καταφέρει να βγει στις αγορές μέχρι το 2020, επιβεβαιώνοντας το Liberal.gr, που έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει για τον κίνδυνο μόνιμου αποκλεισμού της χώρας από τις αγορές.
Αν επιβεβαιωθούν οι φόβοι της Capital Economics, τότε τα μαύρα σύννεφα πάνω από την Ελλάδα θα πυκνώνουν όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, καθώς εκτιμάται ότι ο Αλ. Τσίπρας θα προσπαθήσει να δώσει όσες περισσότερες παροχές μπορεί, με κίνδυνο να σημειωθεί νέα σύγκρουση με τους πιστωτές μέσα στο 2019.
Τα μηνύματα, λοιπόν, δείχνουν πως όσο σημαντική και αν είναι η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές για να γλιτώσει μια και καλή από την στενή εποπτεία και τον κίνδυνο νέου μνημονίου, τόσο η ελληνική κυβέρνηση δυστυχώς αποδεικνύει ότι δεν έχει ούτε το σχέδιο, ούτε την ικανότητα, αλλά ούτε και τη διάθεση να βελτιώσει το κλίμα.
Η ανησυχία ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιταλίας και θα ζητήσει από την Ευρώπη χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων έρχεται να προστεθεί στις ήδη ζοφερές προβλέψεις για την ανάπτυξη.
Σύμφωνα με την Capital Economics, η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με 1,5% το 2019, έναντι στόχου στον προϋπολογισμό για 2,5%. Μιλάμε για μία τεράστια απόκλιση που θα μπορούσε να αποτελέσει ταφόπλακα για την ανάκαμψη και επιβαρυντικό παράγοντα για τις τράπεζες.
Διότι όπως ανέφερε χθες σε έκθεσή της η HSBC, οι επενδυτές έχουν χάσει εντελώς την εμπιστοσύνη τους στις ελληνικές τράπεζες, καθώς έχουν επανέλθει οι ανησυχίες για την ικανότητά τους να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια χωρίς να υπάρξει κεφαλαιακό κόστος. Οι αναλυτές της τράπεζας εκτιμούν, ωστόσο, ότι η κατάσταση των ελληνικών τραπεζών δεν δικαιολογεί την υπερβολική αντίδραση των αγορών γιατί ακόμη και οι αυστηροί νέοι στόχοι κρίνονται εφικτοί.
Άρα, το πρόβλημα έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη των επενδυτών απέναντι σε μια κυβέρνηση που δεν πείθει ότι μπορεί να τονώσει την ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, άρχισαν τα όργανα στις αγορές, όμως δεν είναι ακριβώς τα... νταούλια που είχε υποσχεθεί ο Αλέξης Τσίπρας.