Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Είναι τέτοια η φοβία που έχει καταλάβει τους επενδυτές σε παγκόσμιο επίπεδο – λόγω των πολλαπλών εστιών αβεβαιότητας, οι οποίες διαρκώς αυξάνονται αντί να μειώνονται – που η ευφορία της Δευτέρας για την εκεχειρία ΗΠΑ-Κίνας, κράτησε... με το ζόρι μισή ημέρα.
Μετά από ένα εκρηκτικό ανοδικό ξέσπασμα στην Ασία το πρωί της Δευτέρας, οι επενδυτές έκαναν δεύτερες σκέψεις με αποτέλεσμα στις συναλλαγές της Τρίτης το αμερικανικό χρηματιστήριο να «βυθιστεί» στο βούρκο των ανησυχιών για απότομη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι επενδυτές πλέον δεν φοβούνται μόνο το Brexit, την Ιταλία, την Τουρκία, την... Ελλάδα, ή τις αναδυόμενες αγορές, αλλά και την ίδια την αμερικανική οικονομία. Οι ανησυχίες αναφορικά με τις προοπτικές της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου αντικατοπτρίζονται στα αμερικανικά ομόλογα και στο «εκκωφαντικό» sell-off στους βασικούς δείκτες της Wall Street (S&P 500, Dow Jones και Nasdaq υποχώρησαν σε ποσοστό άνω του 3% την Τρίτη). Ήταν, μάλιστα, η 5η φορά μέσα στο 2018 που ο S&P 500 έχασε πάνω από 3%. Είναι τόσο μεγάλη η αβεβαιότητα που πολλοί εκτιμούν ότι το... πνεύμα των Χριστουγέννων δεν θα κάνει φέτος την εμφάνισή του, «ματαιώνοντας» το παραδοσιακό ράλι του Δεκεμβρίου στα μεγαλύτερα χρηματιστήρια.
Η Capital Economics προειδοποιεί ότι ο S&P 500, ο δείκτης που αποτελεί το βαρόμετρο της οικονομίας των ΗΠΑ, θα υποχωρήσει 15% το 2019, καθώς έχει τελειώσει η εποχή που τα εκτυπωτικά μηχανήματα των κεντρικών τραπεζών «έπνιγαν» με φθηνή ρευστότητα τις αγορές. Οι αναλυτές του οίκου δεν πιστεύουν ότι η αμερικανική οικονομία θα πέσει σε ύφεση αλλά ότι θα πατήσει απότομα φρένο, με αποτέλεσμα η Fed όχι μόνο να αναγκαστεί να σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο 2019 αλλά να προβεί ακόμη και σε νέες μειώσεις το 2020!
Εδώ και έναν περίπου μήνα, οι επενδυτές έχουν αρχίσει να ασχολούνται ενδελεχώς με την καμπύλη των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων, ήτοι τη διαφορά μεταξύ των αποδόσεων των βραχυπρόθεσμων και των πιο μακροπρόθεσμων τίτλων. Η Capital Economics προβλέπει ότι το spread μεταξύ των 2ετών και 10ετών αμερικανικών ομολόγων θα υποχωρήσει ακόμη περισσότερο μέσα στο 2019 και μάλιστα μπορεί να βρεθεί σε αρνητικό έδαφος στο β'' εξάμηνο του έτους. Και επειδή η... ιστορία επαναλαμβάνεται, αξίζει να σημειωθεί ότι όταν το spread μεταξύ των συγκεκριμένων τίτλων πλησιάζει στο μηδέν ή γίνεται αρνητικό, τα χρηματιστήρια αντιμετωπίζουν συνήθως σοβαρά προβλήματα τα επόμενα δύο χρόνια και η οικονομική ανάπτυξη στις ΗΠΑ «παγώνει» ή... γυρίζει σε ύφεση.
Επομένως, οι οιωνοί δεν είναι καλοί και όλα δείχνουν ότι η εποχή του φθηνού χρήματος έχει ήδη τελειώσει. Όσο για τη χώρα μας, οι διακυμάνσεις στα ελληνικά ομόλογα και στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, δυστυχώς αντικατοπτρίζουν με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ότι η Ελλάδα είναι έρμαιο των κερδοσκοπικών διαθέσεων και θεωρείται απίθανο να δούμε τις αποδόσεις να υποχωρούν και τις μετοχές να κινούνται ανοδικά αν επιβεβαιωθούν οι φόβοι των αναλυτών για χρηματιστηριακή κατρακύλα το 2019.
Αρνητικά ρεκόρ 50ετίας
Όταν έγινε γνωστή η είδηση της συμφωνίας μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Σι Τζινπίνγκ, οι αγορές έδειξαν ότι περίμεναν πολλούς μήνες μία τόσο θετική εξέλιξη. Άλλωστε, ο κίνδυνος ενός εμπορικού πολέμου που θα μπορούσε να λάβει απρόβλεπτες διαστάσεις αποτελούσε τον χειρότερο φόβο των αναλυτών. Μόλις οι επενδυτές κατάλαβαν ότι αυτά που χωρίζουν ΗΠΑ και Κίνα είναι περισσότερα από αυτά που τις ενώνουν, και ότι ο Αμερικανός πρόεδρος επανήλθε στην ακραία ρητορική, τα ταμπλό κοκκίνισαν και οι αγορές πήραν την κατιούσα.
Αυτή η... εναλλαγή συναισθημάτων στα παγκόσμια χρηματιστήρια που προκαλεί υπερβολική μεταβλητότητα, κυριαρχεί από την αρχή του 2018, με αποτέλεσμα τη φετινή χρονιά να καταγράφονται διαδοχικά ιστορικά ρεκόρ. Μόνο που τα ρεκόρ αυτά, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια και την ανεξέλεγκτη πορεία της Wall Street προς αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά, δεν είναι θετικά αλλά αρνητικά.
Το 2018, μάλιστα, θεωρείται η μοναδική χρονιά σε διάστημα περίπου 50 ετών που καμία από τις βασικές επιλογές των επενδυτών δεν δίνει απόδοση πάνω του 5%. Συνήθως, όταν κάποιοι τίτλοι υποχωρούν κάποιοι άλλοι κινούνται ανοδικά. Ακόμη και το 2008, όταν η κατάρρευση της Lehman Brothers κλόνισε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, υπήρχε ένας επενδυτικός τίτλος, τα αμερικανικά ομόλογα, που προσφέρονταν για ικανοποιητικά κέρδη. Στην κρίση του 2002, ήταν τα ακίνητα που ξεχώριζαν, ενώ παλιότερα, το 1974 τα εμπορεύματα. Σύμφωνα με στοιχεία της Ned Davis Research που παρουσίασε χθες το Bloomberg, καμία από τις 8 βασικές κατηγορίες επενδυτικών τίτλων, από τα αμερικανικά ομόλογα και τις παγκόσμιες μετοχές, μέχρι τα εμπορεύματα και τα ακίνητα, δεν δίνει τη δυνατότητα σημαντικών κερδών μέσα στο 2018.