Η επιδημία του Covid-2019 είναι πλέον σε πλήρη εξέλιξη, με τον δυτικό κόσμο να απέχει αρκετά από το σημείο κορύφωσης.
Ακόμη και στην Κίνα που η εξάπλωση του νέου κορονοϊού παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, μπορεί να δούμε ξανά εξάρσεις μόλις το εργατικό δυναμικό επιστρέψει σύσσωμο στο πόστο του. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι μόνο το 1/3 της μεταποίησης λειτουργεί προς το παρόν.
Πριν περάσουν λοιπόν τουλάχιστον δύο μήνες ακόμα, δεν μπορούμε να έχουμε πλήρη εικόνα, τόσο για την εξέλιξη της επιδημίας ,όσο και για τις οικονομικές της συνέπειες.
Σε ένα με δύο μήνες άλλωστε η επιστημονική κοινότητα θα έχει αναλύσει πλήρως τον νέο κορονοϊό, καθώς θα γνωρίζουμε κατά πόσο επιβραδύνεται η εξάπλωση του στις υψηλότερες θερμοκρασίες, αλλά και κατά πόσο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι δεν πρόκειται για διφασική νόσο.
Ποιά είναι η μετάφραση όλων αυτών για τον κόσμο των αγορών;
Ότι το επόμενο διάστημα οι επενδυτές θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για απότομες εναλλαγές της επενδυτικής ψυχολογίας, από τον πανικό στην παροδική αισιοδοξία και το αντίστροφο.
Οι συντονισμένες παρεμβάσεις των Κεντρικών Τραπεζών που ήδη διενεργούνται -και ομολογουμένως είναι μέχρι στιγμής σωστά προσανατολισμένες στο να κρατήσουν ανοικτές τις γραμμές πίστωσης- ενίοτε θα δημιουργούν ένα κλίμα αντιστροφής, αμφίβολης όμως διάρκειας και ποιότητας.
Η οικονομική δραστηριότητα περιορίζεται λόγω του φόβου της επιδημίας και της προσπάθειας ανάσχεσης της εξάπλωσης της, όχι γιατί οι καταναλωτές δεν έχουν αρκετά χρήματα να ξοδέψουν.
Ακόμα λοιπόν και το γεγονός ότι οι παρεμβάσεις ξεπέρασαν τις προσδοκίες, εντούτοις δεν θα καταφέρουν πολλά πράγματα στην επενδυτική ψυχολογία, αν οι εξελίξεις στο μέτωπο της επιδημίας αποδεκατίσουν τον ήδη ασθμαίνοντα ρυθμό της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Εντούτοις, τόσο τα μέτρα της Ευρώπης, όπως το το ειδικό πρόγραμμα LTRO έναντι να στηριχτούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στις πληγείσες περιοχές –αναλυτικότερα μπορείτε να τα δείτε εδώ - και της Fed, όπως η μείωση επιτοκίων -μιας και είχε σημείο εκκίνησης -ή οι τεράστιες ενέσεις ρευστότητας στην αγορά repos, έναντι να αντιμετωπιστούν οι εξαιρετικά ασυνήθιστες διαταραχές στη χρηματοδότηση των αγορών, ήταν άκρως απαρραίτητα και σωστά προσανατολισμένα.
Αυτό που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή και μέχρι να ξεπεραστεί η επιδημία, είναι ανοικτές πιστωτικές γραμμές, έναντι να μην αρχίσει ένα domino effect αθετήσεων που θα τραυματίσουν ακόμα περισσότερο την επενδυτική ψυχολογία προκαλώντας κορύφωση του πανικού.
Γι’αυτό άλλωστε τα μέτρα των Κεντρικών Τραπεζών, όπως και εκείνα σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις - οι φορολογικές απαλλαγές κλπ- είναι πολύ πιο ουσιαστικά επί του παρόντος από το «λαϊκό QE» -ήτοι μοίρασμα χρημάτων απευθείας στον πληθυσμό για να ενισχυθεί η κατανάλωση – που υλοποίησε το Χονγκ Κονγκ.
Σκεφτείτε άλλωστε και το εξής: Τι πρόσφερε επί της ουσίας το «κοινωνικό μέρισμα» σε μια μερίδα του πληθυσμού στην Ελλάδα το 2018, ή το εφάπαξ βοήθημα που πρόσφερε η Ιαπωνία στους φορολογούμενους το 1999;
Καλοδεχόμενα λοιπόν τα όποια μέτρα αλλά όλα θα εξαρτηθούν από το πότε ακριβώς θα έχουμε ένα πρώτο «φως» στο τέλος του τούνελ, ήτοι:
-από την διευκρίνηση αν ο ιός είναι εποχικός
-από την διευκρίνηση αν ο ιός είναι διφασικός
-από τις εξελίξεις στο μέτωπο της επιδημίας και την δρομολόγηση της ευρείας παραγωγής ενός αντιικού φαρμάκου και εμβολίου κατά του COVID-2019.
Ως εκ τούτου τα μέτρα για ενίσχυση της κατανάλωσης επί του παρόντος δεν έχουν κανένα νόημα.
Έχει όμως νόημα να κρατήσουμε ζωντανές τις επιχειρήσεις και όρθιους τους πολίτες που η οικονομική τους δραστηριότητα αναχαιτίζεται από την επέλαση της νέας πανδημίας.
Ο Covid-2019 χτυπά την καρδιά της ζήτησης
Τα δώδεκα τελευταία χρόνια οι Κεντρικές τράπεζες χρησιμοποίησαν τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης- QE – και τα χαμηλά επιτόκια σαν την απόλυτη μέθοδο να αντιμετωπίζουν τις όποιες «ασυνέχειες» του συστήματος.
Πράγματι, τις συνέπειες της κρίσης του 2008 κατάφεραν να τη μαζέψουν με απόλυτη επιτυχία, όσον αφορά το σκέλος του να αποφύγουμε την κατάρρευση.
Όμως, ούτε το χρέος αντιμετώπισαν αποτελεσματικά, ούτε κατάφεραν να ανασχέσουν την οικονομική επιβράδυνση.
Πέτυχαν βέβαια την εκτόξευση των χρηματιστηρίων ανά τον κόσμο σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Το πραγματικό και καθολικό όμως πρόβλημα των Κεντρικών Τραπεζών στη νέα πραγματικότητα που συνθέτουν οι καθαρά υφεσιακές επιπτώσεις της εξάπλωσης του κοροναϊού σε ένα ήδη επιβραδυνόμενο διεθνές περιβάλλον, είναι το γεγονός ότι έχουν εξαντλήσει σε μεγάλο βαθμό τα εργαλεία νομισματικής πολιτικής που ενεργοποίησαν μετά το 2008, ενώ ταυτόχρονα το χρέος είναι εκτοξευμένο στα ύψη και τα περισσότερα assets ανά τον κόσμο υπερτιμημένα.
Συμπερασματικά, η παρέμβαση των Κεντρικών τραπεζών είναι απαρραίτητη έναντι να γλυτώσουμε τα χειρότερα για άλλη μια φορά και να σταθεροποιηθεί η επενδυτική ψυχολογία, αλλά δεν είναι αρκετή ώστε να απενεργοποιήσει τις συνέπειες του κορονοϊού τουλάχιστον για το πρώτο εξάμηνο του έτους στην καταναλωτική δαπάνη και ιδίως όσον αφορά τον τουρισμό, τη διασκέδαση και το λιανικό εμπόριο.
Εκ των πραγμάτων η επιδημία θα προκαλέσει καθίζηση στη ζήτηση, αλλά και την προσφορά σε περιοχές που έχουν πληγεί, ενώ θα επηρεάσουν αρνητικά και την εμπιστοσύνη των καταναλωτών διεθνώς τους επόμενους δύο με τρεις μήνες.
Ουσιαστικά μιλάμε για στασιμότητα της οικονομίας της Ευρωζώνης το πρώτο μισό του 2020, ενώ ειδικότερα η Ιταλία, η οποία έχει βαρύτατα πληγεί και η Γερμανία, η οποία λόγω εξαγωγών είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη στην παγκόσμια αγορά, ενδεχομένως να βρεθούν σε συνθήκη τεχνικής ύφεσης με συρρίκνωση του ΑΕΠ τους το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο.
Βέβαια καμιά χώρα δεν θα βγει αλώβητη.
Από τη στιγμή που Κίνα απαγόρευσε τα οργανωμένα ταξίδια στο εξωτερικό σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει την εξάπλωση της επιδημίας, η οικονομική επίπτωση μόνο για τον ευρωπαϊκό τουριστικό κλάδο τον μήνα Ιανουάριο, ανέρχεται στην απώλεια δυο εκατομμυρίων διανυκτερεύσεων και περίπου ενός δισεκατομμυρίου ευρώ, σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν.
Δεδομένου ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος «παραγωγός» τουριστών στον κόσμο, με περίπου 150 εκατομμύρια ταξίδια στο εξωτερικό το 2018, είναι κατανοητό ότι όλοι θα αντιμετωπίσουν μείωση των τουριστικών εσόδων, με τη Γαλλία να είναι η πρώτη που θα λάβει τον λογαριασμό, καθώς αποτελεί για τους Κινέζους την πρώτη χώρα προορισμού.
Προσθέστε τώρα στην εικόνα και την ορθή -αν είχε συμπεριλάβει και το Ηνωμένο Βασίλειο- απόφαση του Τραμπ για διακοπή των πτήσεων με την Ευρώπη, έναντι να μειώσει την εισαγωγή φορέων του νέου ιού και την περαιτέρω εξάπλωση του στις ΗΠΑ, για να κατανοήσετε πόσο ακόμα θα υποφέρει ο ευρωπαϊκός τουριστικός κλάδος.
Πού καταλήγουμε λοιπόν για άλλη μια φορά;
Ότι οι μειώσεις επιτοκίων είναι ουδέτερες για το οικονομικό outlook....
Μέσα από αυτό το πρίσμα, η κίνηση της Λαγκάρντ να κρατήσει αμετάβλητα τα επιτόκια της Ευρωζώνης - ήδη είναι στο μειον άλλωστε-ήταν κάτι παραπάνω από σοφή.
Αναμένεται σοκ και από την πλευρά της προσφοράς
Οι ανατροπές στις βιομηχανικές δραστηριότητες της Κίνας λόγω του κλεισίματος εργοστασίων έχουν ήδη σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία μέσω της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Οι πρόδρομοι δείκτες για τη βιομηχανική παραγωγή -PMI- της Κίνας έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2004, ενώ και οι επόμενοι μήνες δεν αναμένεται να έχουν καλύτερη εικόνα.
Με τις Κεντρικές Τράπεζες να προσπαθούν να βγάλουν για άλλη μια φορά τα κάστανα από τη φωτιά, μήπως έχουμε μια επανάληψη του επεισοδίου της δεκαετίας του 1970;
O στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του 1970 ήταν σε μεγάλο βαθμό απότοκος των παρατεταμένων περιόδων χαλαρής νομισματικής πολιτικής, που αποσκοπούσαν στην αντιμετώπιση της μείωσης της ζήτησης με την έκδοση χρήματος.
Eπιπλέον,αύξηση της παραγωγικότητας έπεσε ραγδαία και απροσδόκητα.
Παρόλο που εκλείπουν οι υπόλοιποι παράγοντες που χαρακτήρισαν τη δεκαετία του 1970 –για παράδειγμα ο διεθνής ανταγωνισμός δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια για υπερβολικές αυξήσεις μισθών- μήπως η πιο επεκτατική νομισματική και δημοσιονομική πολιτική ενθαρρύνει μεν την αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης -από ένα σημείο και μετά βέβαια της επιδημίας- αλλά χωρίς η παραγωγή να μπορεί να ικανοποιήσει αυτή την αύξηση, όταν εξαντληθούν τα ήδη υπάρχοντα αποθέματα;
Με άλλα λόγια, μήπως o κορωνοϊός μπορεί να προκαλέσει επίσης ένα σοκ από την πλευρά της προσφοράς;
Προειδοποιήσεις από το μέτωπο της εταιρικής κερδοφορίας
Κανένας δεν έχει ανοσία, ούτε οι καλύτερες τεχνολογικές εταιρείες στον πλανήτη.
Δεδομένου ότι εκρεμμεί ακόμα ένας μήνας για να κλείσει το πρώτο τρίμηνο, τα πράγματα από πλευράς εταιρικής κερδοφορίας μπορεί να γίνουν χειρότερα, απ’ ότι ήδη αναμένεται.
Η Apple ήταν από τις πρώτες εταιρείες που προχώρησε σε καθοδική αναθεώρηση της κερδοφορίας της για το πρώτο τρίμηνο του 2020, καθώς ο νέος κοροναϊός έχει συμπιέσει τη ζήτηση από τους Κινέζους αγοραστές, ενώ ταυτόχρονα κάνει δυσκολότερη την πρόσληψη εργαζομένων οι οποίοι είναι απαρραίτητοι για την κατασκευή των νέων ακουστικών χαμηλού κόστους της εταιρείας.
Η διπλή αιμορραγία αναμένεται να οδηγήσει τα έσοδα ίσως και κάτω από το χαμηλότερο άκρο του αναμενόμενου εύρους τους, που προσδιοριζόταν μεταξύ 63 και 67 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Microsoft προειδοποίησε επίσης αυτή την εβδομάδα ότι τα έσοδα της από τα Windows και τους προσωπικούς υπολογιστές Surface θα επηρεαστούν αρνητικά εξαιτίας των προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί στην αλυσίδα τροφοδοσίας, η οποία δυστυχώς επανέρχεται στην κανονική λειτουργία της με αργότερο ρυθμό του αναμενομένου.
Και ο κατάλογος των εταιρειών όλο μακραίνει ....
Ποιοί θα σφυρίξουν τη λήξη συναγερμού
Στις 31 Δεκεμβρίου, οι κινεζικές αρχές προειδοποίησαν για την εμφάνιση στην Γουχάν, ενός κρούσματος πνευμονίας από άγνωστη αιτία.
Την 7η Ιανουαρίου, οι πρώτες κινεζικές αναλύσεις επέτρεψαν την ανακάλυψη του νέου κορωνοϊού.
Από τη στιγμή που η εξάπλωση του κορονοϊού έθεσε σε καραντίνα την πολυπληθέστερη οικονομία του πλανήτη, το αντίκρυσμα στην ναυλαγορά ξηρού φορτίου ήταν άμεσο.
Ο πρώτος δείκτης λοιπόν που «συγχρονίστηκε» με τις εξελίξεις ήταν ο Baltic Dry, ακριβώς γιατί καθορίζεται από τα ναύλα φορτηγών πλοίων τύπου capesize, panamax και supramax, με τα πρώτα να στηρίζονται κυρίως στο εμπόριο της Κίνας.
Ο συγκεκριμμένος δείκτης άλλωστε αποτελεί και παραδοσιακά έναν από τους μεγαλύτερους σηματωρούς για την πορεία της ανάπτυξης, καθότι είναι ουσιαστικά ένας τρόπος να μετρηθεί η τιμή των αγαθών παγκοσμίως.
Όταν δεν υπάρχει μεγάλη ζήτηση μεταφοράς εμπορευμάτων, τότε ο δείκτης εμφανίζει χαμηλές τιμές και αυτό εκλαμβάνεται ως σημάδι ότι η επίκειται πτώση του ρυθμού της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και το αντίστροφο.
Γι’αυτό ακριβώς ο Baltic Dry σε αντίθεση με τις χρηματιστηριακές αγορές που άρχισαν τη βουτιά τους από τις 24 Φεβρουαρίου και μετά, άρχισε την πτώση του από τα τέλη Δεκεμβρίου, βουτώντας από τις 1090 μονάδες στις 24 Δεκεμβρίου, στις 976 μονάδες τη 1η Ιανουαρίου, για να βρεθεί στις 411 μονάδες στις 10 Φεβρουαρίου.
Έκτοτε έχει ανακάμψει ασθενώς, πέριξ των 633 μονάδων, αλλά είναι εμφανές ότι χρειαζόμαστε τιμές άνω των 1000 μονάδων τουλάχιστον, για να στοιχηματίσουμε ότι είμαστε κοντά στη λήξη του συναγερμού.
CDX North American Investment Grade
Ο δείκτης CDX North American Investment Grade, αντανακλά το κόστος της προστασίας από χρεοκοπία σε ομόλογα που εκδίδουν 125 αμερικανικές εταιρείες.
Από τα ιστορικά χαμηλά του Φεβρουαρίου του 2007, πέριξ των 28,88 μ.β, οι τιμές του κορυφώθηκαν πέριξ των 279,6 μ.β. κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2008.
Έκτοτε, με τους επενδυτές να βασίζονται στην υποστήριξη των πιστωτικών αγορών από τις Κεντρικές Τράπεζες, διαπραγματεύεται ως επί το πλείστον σε χαμηλά επίπεδα, χωρίς να απομακρύνεται αισθητά από τις τιμές του Ιουλίου του 2007, όπερ πέριξ των 43-44 μονάδων βάσης.
Στις 31 Ιανουαρίου, όταν οι επενδυτές αναστατώθηκαν από τις επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία του νέου κορονοϊού, ο δείκτης βρέθηκε πάνω από τις 50 μ.β. Μετά τις ενδείξεις όμως ότι οι Κεντρικές Τράπεζες θα παρέμβουν και πάλι, αποφορτίστηκε αν και στάθηκε στις λίγο υψηλότερες τιμές των 44,62 μ.β.
Πιθανές διαφυγές και πάλι πάνω από τις 50 μονάδες βάσης θα πρέπει να αξιολογηθούν, ενώ το ίδιο ισχύει και για τον αντίστοιχο δείκτη που παρακολουθεί ομάδα ευρωπαϊκών CDS.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων.
Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.