Του Βασίλη Γεώργα
Το μνημόνιο τελειώνει, ζήτω το «υβριδικό» μνημόνιο! Οι Βρυξέλλες στέλνουν νωρίς-νωρίς το μήνυμα στην Ελλάδα ότι νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης από το 2019 δύσκολα θα εγκριθεί από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια ενόψει ευρωεκλογών, αλλά επίσης δεν μπορεί να ευοδωθεί ούτε η πολιτική επιθυμία του Αλέξη Τσίπρα για «καθαρή έξοδο» με την οποία ο Έλληνας Πρωθυπουργός επιδιώκει να πάει σε εκλογές.
Αυτό που πλέον βρίσκεται επίσημα στο τραπέζι όπου σχεδιάζεται η επόμενη μέρα για την Ελλάδα είναι μια υβριδική λύση, σύμφωνα με την οποία από τον Αύγουστο του 2018 και για τουλάχιστον ένα χρόνο η Ελλάδα θα υπογράψει ένα νέο πρόγραμμα με τον ESM για την παροχή προληπτικής γραμμής χρηματοδότησης ώστε να λειτουργήσει ως εγγύηση επιστροφής στις αγορές, και παράλληλα θα δεσμευτεί για την υλοποίηση συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος μεταρρυθμίσεων με την εκπλήρωση του οποίου οι ευρωπαίοι δανειστές θα προχωρήσουν σε επιμήκυνση των δανείων που έχουν χορηγηθεί στην Ελλάδα.
Η λύση χαρακτηρίζεται «υβριδική» από τους δανειστές, επειδή ακριβώς δεν έχει εφαρμοστεί σε καμία από τις χώρες που μπήκαν και βγήκαν από τα προγράμματα του ESM, με «καθαρή έξοδο» και χωρίς αναδιάρθρωση χρέους.
Είναι η πρώτη φορά μετά τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις του 2012 που το θέμα της επιμήκυνσης του χρέους μπαίνει σοβαρά στο τραπέζι, αλλά δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή κανένα στοιχείο ως προς το χρόνο που οι ευρωπαίοι εταίροι θα αποφασίσουν να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα. Το ΔΝΤ ζητά οι όροι της επιμήκυνσης να αποφασιστούν και να τεθούν σε ισχύ άμεσα ώστε να συνδράμουν στην διασφάλιση της «βιωσιμότητας» του χρέους, ωστόσο η ευρωζώνη δείχνει να επιδιώκει την διασύνδεση της όποιας λύσης αποφασιστεί με την εκπλήρωση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων στο μέλλον.
Ο χρόνος των αποφάσεων και της υλοποίησης των μέτρων για το χρέος είναι μια πολιτικά ευαίσθητη παράμετρος καθώς όλοι γνωρίζουν ότι ενώ θα λειτουργήσει ως δεκανίκι της Ελλάδας στις αγορές για την χρηματοδότηση με χαμηλότερα επιτόκια, ταυτόχρονα μπορεί να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από την κυβέρνηση ή από την Αντιπολίτευση και να λειτουργήσει καταλυτικά στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα.
Από την άλλη η έξοδος από τα μνημόνια, ακόμη και αν συμβεί με τον τρόπο που επιθυμούν οι ευρωπαίοι για λόγους διασφάλισης των συμφερόντων τους, δηλαδή με τη συνοδεία πιστοληπτικής γραμμής στήριξης, δεν γίνεται «αναίμακτα». Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει ήδη υπογράψει τους όρους του 4ου Μνημονίου με τα προκαταβολικά μέτρα περικοπής των συντάξεων και του αφορολόγητου ορίου που ψήφισε για το 2019-2020 ώστε να διασφαλιστούν τα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022.
Η πρωταρχική έγνοια της καθώς και των ευρωπαίων από τούδε και στο εξής, είναι να ενδύσουν το νέο πλαίσιο υποχρεώσεων και εποπτείας με ένα διαφορετικό επικοινωνιακό κοστούμι ώστε οι αγορές να αισθάνονται από την πλευρά τους ασφαλείς να δανείσουν το ελληνικό Δημόσιο, και ταυτόχρονα οι ψηφοφόροι σε Ελλάδα και Ευρώπη, να ξεχάσουν τη λέξη «μνημόνιο» η οποία είναι αρνητικά φορτισμένη.
Παράλληλα επιχειρούν να καλλιεργήσουν κλίμα προσδοκιών για την αλλαγή σελίδας της ελληνικής οικονομίας, με φιλολαϊκά-αναπτυξιακά μέτρα πολλά από τα οποία δρομολογούνται για πρώτη φορά, όπως η δυνατότητα ρύθμισης των χρεών σε 120 δόσεις, η πιθανή ένταξη των ελεύθερων επαγγελματιών στον «εξωδικαστικό μηχανισμό» ή η διανομή «μερίσματος» άνω του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ από το υπερ-πλεόνασμα του 2017.
Όλος ο σχεδιασμός για την επόμενη μέρα μετά τον Αύγουστο του 2018, βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα σπάργανα και δεν πρόκειται να έχει ολοκληρωθεί πριν την ερχόμενη Άνοιξη. Είναι ξεκάθαρο ότι η Ευρώπη έχει αποφασίσει να ξεμπερδέψει με την Ελλάδα έχοντας ωστόσο δέσει τη χώρα χειροπόδαρα για πολλά ακόμη χρόνια μέσα από αυστηρές δημοσιονομικές και μεταρρυθμιστικές υποχρεώσεις. Η προωθούμενη λύση της προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής σε συνδυασμό με τις δεσμεύσεις για μελλοντική ρύθμιση του χρέους -ειδικά την περίοδο 2022-2026 όπου η εκτόξευση τόκων καθιστά αδύνατη την αποπληρωμή τους- είναι μια «εγγύηση» προς τις αγορές ότι δεν έχουν λόγους να ανησυχούν δανείζοντας χρήματα στην Ελλάδα για να χρηματοδοτούν το χρέος της.
Την ίδια στιγμή η Ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει την επόμενη ημέρα με στρατηγική «καθαρής εξόδου» στις αγορές, θεωρώντας ότι συγκεντρώνοντας αποθεματικά και κλείνοντας εγκαίρως τις δύο επόμενες αξιολογήσεις ώστε να εισπράξει τουλάχιστον 10 δισεκατομμύρια ευρώ από το πρόγραμμα, θα μπορεί να τσουλήσει ως το 2019. Η λύση αυτή μπορεί να αποφέρει βραχυπρόθεσμα πολιτικά οφέλη, αλλά ενέχει τον κίνδυνο ενός σοβαρού «ατυχήματος» στο μέλλον που θα προκληθεί από την αποτυχία της χώρας να δανειστεί από τις αγορές με βιώσιμα επιτόκια.
Φωτογραφία: SOOC