Της Ξανθής Γούναρη
«Από μέρα σε μέρα, ή το αργότερο έως τις 15 Ιανουαρίου, θα κλείσει η εξαγορά της Νίκας», αποκάλυψε στο liberal.gr ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Chipita.
Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, φαίνεται ότι η ομάδα μετόχων της Chipita και η επενδυτική εταιρεία Impala Invest βρίσκεται ένα μόλις βήμα πριν την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου της Π.Γ. Νίκας, δίνοντας ανάσα στην ιστορική αλλαντοβιομηχανία, που το τελευταίο διάστημα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.
Την ίδια ώρα, το εν λόγω deal, που επισήμως ξεκίνησε από τον Νοέμβριο του 2014, όταν και οι νέοι επενδυτές Chipita - Impala Invest είχαν καταθέσει πρόταση εξαγοράς της αλλαντοβιομηχανίας, πιθανά να είναι το πρώτο από μία σειρά ανάλογων κινήσεων για την αναδιάρθρωση επιχειρήσεων, οι οποίες βρίσκονται σε αδιέξοδο λόγω υπερδανεισμού.
Από την πλευρά των τραπεζών, που έτσι κι αλλιώς έχουν τον πρώτο λόγο, τόσο στη συμφωνία της Νίκας, όσο και σε άλλες ανάλογες, ως βασική προϋπόθεση για τις επικείμενες αναδιαρθρώσεις θεωρείται η βιωσιμότητα των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων και η παράλληλη ενίσχυσή τους με νέα κεφάλαια που θα εισφέρουν είτε οι υφιστάμενοι μέτοχοι είτε νέοι επενδυτές.
Σε ο,τι αφορά τον τρόπο που θα πραγματοποιηθεί η εξαγορά της Νίκας, με βασικό μέτοχο την Global Finance του Άγγελου Πλακόπητα, σύμφωνα με πληροφορίες, το σχήμα Chipita – Impala θα προχωρήσει σε αρκετά μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, προκειμένου να «γυρίσουν» τα αρνητικά κεφάλαια της αλλαντοβιομηχανίας, ενώ περιλαμβάνεται και κούρεμα του δανεισμού της, ο οποίος σήμερα κυμαίνεται σε περίπου 70 εκατ. ευρώ, χωρίς τα factoring. Δεν αποκλείεται πάντως και η ταυτόχρονη αξιολόγηση των δανείων. Πριν το «κούρεμα» θα μεταβιβαστούν τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της Νίκας προς τις πιστώτριες τράπεζες.
Στην κόψη του ξυραφιού
Κατά το 9μηνο του 2015, όπως αναφέρεται στις σχετικές οικονομικές καταστάσεις της Νίκας, η εταιρεία και ο όμιλος πραγματοποίησαν ζημιές ύψους 7,2 εκατ. ευρώ και 7,4 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα, ενώ κατά την 30η Σεπτεμβρίου 2015 οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της εταιρείας και του ομίλου υπερέβαιναν το κυκλοφορούν ενεργητικό τους κατά 73 εκατ. ευρώ και 74 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα. Επιπλέον, κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία, η καθαρή θέση τόσο της εταιρείας όσο και του ομίλου έχει καταστεί αρνητική κατά 37 εκατ. ευρώ και 35,9 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα.
Μεταξύ των κινδύνων στους οποίους βρίσκεται εκτεθειμένη η Νίκας, περιλαμβάνονται:
- Μη ανακτησιμότητα απαιτήσεων από πελάτες και λοιπούς χρεώστες.
- Περαιτέρω μείωση της ρευστότητας της εταιρείας και του ομίλου.
- Μείωση πωλήσεων λόγω μειωμένης ζήτησης.
- Απομείωση της αξίας των ενσώματων περιουσιακών στοιχείων λόγω μη ανακτησιμότητας.
- Αδυναμία ολοκλήρωσης των συνομιλιών με τις τράπεζες σχετικά με την αναδιάρθρωση του δανεισμού.
«Οι ανωτέρω συνθήκες και τυχόν περαιτέρω δυσμενείς εξελίξεις στην Ελλάδα ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τα αποτελέσματα και τη χρηματοοικονομική θέση της εταιρείας, με τρόπο που δεν μπορεί επί του παρόντος να προβλεφθεί επακριβώς», τονίζεται.
Ωστόσο, αναφέρεται ότι, παρά την ύπαρξη των προαναφερόμενων κινδύνων, οι δραστηριότητες της εταιρείας και του ομίλου συνεχίζονται κανονικά.
Πρωταγωνιστές στη συγκέντρωση
Η συγκέντρωση στον κλάδο των αλλαντικών είναι μονόδρομος θεωρούν οι νέοι επενδυτές, και, καθώς φαίνεται, προχωρούν δυναμικά προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ήδη, ο εταίρος του Σπύρου Θεοδωρόπουλου η ελληνικών συμφερόντων ολλανδική επενδυτική εταιρεία Impala Invest προχώρησε στην εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου της Λακωνικής Τροφίμων Α.Ε., εταιρείας του Παναγιώτη Νίκα, ιδρυτή και της ομώνυμης αλλαντοβιομηχανίας.
Η Impala Invest προχώρησε στην επένδυση μέσω της θυγατρικής της Bella, αλλαντοβιομηχανία στη Βουλγαρία που ανήκει στον όμιλο από τα τέλη του 2008 και στην οποία θέση διευθύνοντα συμβούλου κατέχει ο Δημήτρης Βιντζηλαίος.
Η Λακωνική Τροφίμων, εκτός από αλλαντικά, παράγει προϊόντα με βάση το ελαιόλαδο και την ελιά, ξύδι βαλσάμικο, λιαστή ντομάτα κ.α.
Η Bella ιδρύθηκε το 1992 και, πέρα από τα αλλαντικά, δραστηριοποιείται και στις μαργαρίνες, τα σφολιατοειδή κ.α. Διαθέτει εννέα μονάδες παραγωγής με δυναμικότητα άνω των 300 τόνων ημερησίως, απασχολεί 3.000 εργαζόμενους ενώ διαθέτει τα προϊόντα της σε περισσότερα από 12.000 σημεία πώλησης στη Βουλγαρία.