Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Το μείζον πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων και οι διαπραγματεύσεις για το νέο νόμο Κατσέλη μονοπωλούν εδώ και μήνες το τραπεζικό ενδιαφέρον ωστόσο οι επιθέσεις που δέχεται ο Γιάννης Στουρνάρας από την ελληνική κυβέρνηση τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στη Φρανκφούρτη.
Το θέμα της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών συζητείται ολοένα περισσότερο, ωστόσο στην πλειονότητα των περιπτώσεων αφορά στις διαφωνίες μεταξύ πολιτικών και τεχνοκρατών για τη νομισματική πολιτική, ενώ στην Ελλάδα έχει ξεκάθαρα ως επίκεντρο τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος.
Ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχει ο καθένας για τη «χρησιμότητα» ή το «ρόλο» των κεντρικών τραπεζών, η Ελλάδα συμμετέχει σε μία ένωση με συγκεκριμένους κανόνες. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι αυτή που αποφασίζει για τη νομισματική πολιτική στην Ευρωζώνη και έχει πλήρη ανεξαρτησία. Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες, όπως η ΤτΕ, είναι στην ουσία παρακλάδια της ΕΚΤ, αφού δεν ασκούν νομισματικής πολιτική, αλλά εποπτεύουν τις εγχώριες μη συστημικές τράπεζες.
Μία κυβέρνηση, λοιπόν, που θέλει να ελέγχει την εθνική τράπεζα της Ευρωζώνης δεν το κάνει γιατί θέλει να μειώσει τα επιτόκια αλλά για να έχει τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.
Αυτό που λένε στη Φρανκφούρτη είναι ότι η αρμόδια αρχή για να ελέγξει, αξιολογήσει ακόμη και για να καθαιρέσει έναν κεντρικό τραπεζίτη είναι η ΕΚΤ και σε αυτό το πλαίσιο ο Γ. Στουρνάρας απολαμβάνει την πλήρη στήριξη του Μ. Ντράγκι.
Αν και πρόκειται για μία συζήτηση που… δεν έχει τέλος, υπενθυμίζεται ότι η αφαίρεση του ελέγχου της νομισματικής πολιτικής από τις κυβερνήσεις πριν από μερικές δεκαετίες, είχε σκοπό να αποτρέψει περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιείται για να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες.
Ακόμη και στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο, μπορεί τα «κόκκινα» δάνεια να είχαν… την τιμητική τους, όμως όταν βρέθηκε στο βήμα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, όλοι περίμεναν να ακούσουν τι θα πει για το περιστατικό με τον Παύλο Πολάκη. Ο Γ. Στουρνάρας εμφανίστηκε ιδιαίτερα ενοχλημένος από τις εξελίξεις, σημειώνοντας ότι η ενέργεια του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, να ηχογραφήσει τη συνομιλία τους, παραβιάζει την κοινή λογική, τον ποινικό κώδικα και όλα τα άρθρα της Ε.Ε. για την ανεξαρτησία της ΕΚΤ.
Ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες θα πρέπει να είναι ανεξάρτητοι για να διασφαλίσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ενώ για τις δικές του… περιπέτειες και τις επιθέσεις που δέχεται καθ' όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, είπε πως «σήμερα είναι δύσκολο να είσαι κεντρικός τραπεζίτης στην Ελλάδα». Για το ίδιο ζήτημα ανέφερε ότι στην Ελλάδα η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας αμφισβητείται, συμπληρώνοντας ότι πολλές φορές στις κυβερνήσεις δεν αρέσει όταν ο κεντρικός τραπεζίτης υποστηρίζει την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας και τη νομισματική σταθερότητα.
Ο «πόλεμος» κυβερνήσεων-κεντρικών τραπεζών δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ασκήσει επανειλημμένα κριτική στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναφορικά με την αύξηση των επιτοκίων, οι κυβερνητικές πιέσεις οδήγησαν σε παραίτηση τον κεντρικό τραπεζίτη της Ινδίας τον περασμένο Δεκέμβριο, ενώ ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί να αναλάβει ο ίδιος (και) τον έλεγχο της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας, κάνοντας λόγο για προδοτική απροθυμία να μειώσει τα επιτόκια.
Ο Μάριο Ντράγκι, από την πλευρά του, τυγχάνει να είναι κεντρικός τραπεζίτης πολλών κρατών με αποτέλεσμα να έχει αρκετούς επικριτές ή ακόμη και «εχθρούς». Όλοι θυμούνται τα «καρφιά» του Αλέξη Τσίπρα και τις ευθείες κατηγορίες του Γιάνη Βαρουφάκη κατά της ΕΚΤ στο καταστροφικό α' εξάμηνο του 2015 που ολοκληρώθηκε με το κλείσιμο των τραπεζών και την επιβολή των capital controls.
Πρόσφατα οι βολές εναντίον του ήρθαν από την πατρίδα του. Ο Ματέο Σαλβίνι δήλωνε εξαρχής αντισυστημικός ενώ όταν είδε τα σκούρα για την ιταλική οικονομία ζήτησε από τον Ντράγκι να συνεχίσει την ποσοτική χαλάρωση και προφανώς κατηγόρησε τα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων για την ύφεση στην Ιταλία.
Ένα άλλο ανοιχτό μέτωπο, είναι αυτό του κεντρικού τραπεζίτη της Λετονίας, Ίλμαρς Ρίμσεβικς, τον οποίο η κυβέρνηση έπαυσε από τα καθήκοντά τους καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη προκαταρκτική εξέταση για υπόθεση δωροδοκίας και διαφθοράς. Στα τέλη Φεβρουαρίου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε τον ίδιο και την ΕΚΤ, κρίνοντας ότι η κυβέρνηση δεν έπραξε σωστά από τη στιγμή που η υπόθεση στην οποία κατηγορείται για δωροδοκία δεν έχει τελεσιδικήσει. Μάλιστα, ο Ρίμσεβικς επέστρεψε στη θέση του, ενώ οι αρχές της Λετονίας του επέτρεψαν να παραστεί στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.