Η Ευρώπη καλείται να βγάλει το χειμώνα με τουλάχιστον 11 φορές ακριβότερο φυσικό αέριο σε σύγκριση με πριν την κρίση και πολύ δύσκολα θα τα καταφέρει. Αυτό αντανακλάται στους πρόδρομους οικονομικούς δείκτες, οι οποίοι προμηνύουν βαθιά και όχι ήπια ύφεση. Οι νέες προβλέψεις αναφέρουν ότι ο χειμώνας θα είναι πιο κρύος από ότι αρχικά αναμενόταν και πως εξαιτίας της διακοπής τροφοδοσίας ρωσικού αερίου, οι τιμές δεν θα πέσουν σημαντικά το 2023.
Έτσι ολοένα και περισσότερες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να περιορίσουν την παραγωγή, την ώρα που το κόστος δανεισμού θα είναι πολύ υψηλό και η κατανάλωση θα μειώνεται, σε ένα ντόμινο που θα συντηρήσει την ύφεση για αρκετά τρίμηνα, ενδεχομένως και για ολόκληρο το 2023.
Το βάθος της ύφεσης θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και δυστυχώς οι οιωνοί δεν είναι καλοί. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν δείχνει να τερματίζεται σύντομα, οι ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη έχουν σταματήσει και το σαμποτάζ στους αγωγούς Nord Stream 1 και 2 εγείρει ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των αγωγών από τη Νορβηγία.
Κάπως έτσι, η Ευρώπη συνεχίζεται να βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού καθώς οδεύουμε προς τη χειμερινή περίοδο, ενώ γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει εύκολη διέξοδος, ούτε είναι πολύ πιθανή η ομαλή προσγείωση ή όπως αλλιώς χαρακτηρίζουν οι αναλυτές την επιτυχή αντιμετώπιση της ακρίβειας χωρίς να προκληθεί βαθιά ύφεση.
Η είδηση είναι ότι μετά τη Γερμανία, το ΑΕΠ της οποίας έχει αρχίσει να συρρικνώνεται από τον Ιούλιο, συνολικά η οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται πλέον σε ύφεση από το μήνα Σεπτέμβριο.
Παρά τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, με πυλώνα τις χώρες που ζουν από τον τουρισμό όπως η Ελλάδα, οι οικονομικοί δείκτες επιδεινώθηκαν πάρα πολύ τον περασμένο μήνα, σε σημείο που επιβεβαιώνουν την ύφεση. Ο πολύ σημαντικός σύνθετος PMI διαμορφώθηκε στο 48,2 με το 50 να είναι το όριο μεταξύ ύφεσης και ανάπτυξης.
Τα αποθέματα αυξάνονται καθώς οι πωλήσεις μειώνονται και τα ευρωπαϊκά εργοστάσια περιόρισαν τις αγορές πρώτων υλών για τρίτο διαδοχικό μήνα. Την ίδια ώρα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βυθίστηκε στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ, με τα νοικοκυριά να ανησυχούν πάρα πολύ για την οικονομική τους κατάσταση στους επόμενους 12 μήνες.
Και μπορεί η ΕΚΤ να εκτιμά ότι τα νοικοκυριά θα αρχίσουν να ροκανίζουν τις οικονομίες τους για να διατηρήσουν το επίπεδο κατανάλωσης, ωστόσο πρόκειται για… παρακινδυνευμένη πρόβλεψη καθώς σε περιόδους μεγάλης αβεβαιότητας οι Ευρωπαίοι έχουν αποδείξει ότι είναι πολύ συντηρητικοί με τα έξοδά τους.
Τέλος, ο δείκτης Eurocoin, της Τράπεζας της Ιταλίας και του κέντρου Οικονομικών Ερευνών CEPR, υποχώρησε στο -0,73% τον Σεπτέμβριο, από +0,23% και βρέθηκε σε αρνητικό έδαφος για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο του 2020, υποδηλώνοντας ότι το οικονομικό κλίμα καταρρέει.
Ο πληθωρισμός χτύπησε κόκκινο φτάνοντας σε διψήφιο νούμερο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ετοιμάζεται για πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, ακόμη και της τάξης του 1%. Και όπως πολύ εύστοχα σχολιάζει ο Κάρστεν Μπρζέσκι, παγκόσμιος επικεφαλής αναλυτής της ING, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι τα τελευταία 70 χρόνια το πιο κοινό έναυσμα για παγκόσμια ύφεση ήταν η επιθετική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.
Το καλό για την Ελλάδα είναι ότι η οικονομία της τρέχει ακόμη με τη φόρα που απέκτησε τους τελευταίους 18 μήνες, όμως δεν μπορεί να μην επηρεαστεί από τη σφοδρή επιδείνωση των συνθηκών και την ύφεση που αναμένεται να πλήξει την Ευρώπη στους επόμενους μήνες.
Η τιμή του φυσικού αερίου (ολλανδικό TTF) έχει υποχωρήσει στα 156 ευρώ, από 342 ευρώ που έφτασε στις 26 Αυγούστου, όμως και πάλι συνεχίζει να βρίσκεται 83% υψηλότερα από τον Οκτώβριο του 2021 και 11 φορές πάνω από τον Οκτώβριο του 2020.