Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Δύο πρώτες θετικές εξελίξεις περίμεναν οι τραπεζίτες, ως επακόλουθα της συμφωνίας του Eurogroup της 15ης Ιουνίου: να επιστρέψουν κάποιες καταθέσεις και να σταματήσουν να αυξάνονται τα «κόκκινα» δάνεια. Και επειδή το θέμα των «κόκκινων» δανείων είναι πιο σύνθετο, τα πρώτα ενθαρρυντικά σημάδια θα προέρχονταν από το πεδίο των καταθέσεων.
Έτσι κι έγινε. Όπως ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδος, τον Ιούνιο οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν κατά 1 δισ. ευρώ. Σίγουρα δεν σώθηκαν οι ελληνικές τράπεζες με 1 δισ. ευρώ παραπάνω στα ταμεία τους, όμως σε σύγκριση με τους τελευταίους επτά μήνες που τις έβλεπαν «κολλημένες» (μόλις μία φορά αυξήθηκαν), είναι ένα πρώτο βήμα.
Πως έγινε αυτό άραγε; Μήπως κάποια ανώτερη δύναμη επηρεάζει τις διαθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων και... κατευθύνει τη ροή του χρήματος; Η απάντηση είναι απλή. Είναι τόσο απλή που δεν μπορεί να μην τη γνωρίζουν στην κυβέρνηση. Και αυτό είναι το ανησυχητικό...
Οι καταθέσεις επιστρέφουν όταν φεύγει η αβεβαιότητα. Αν, τώρα κάποιος θέλει να συνδέσει την αύξηση των καταθέσεων αποκλειστικά και μόνο με την εποχικότητα (τουρισμός κλπ) τότε καλά θα κάνει να ρίξει μια ματιά στα στοιχεία του Ιουνίου του 2015. Όταν η αβεβαιότητα είχε χτυπήσει κόκκινο και κανείς... τουρισμός δεν μπορούσε να βοηθήσει τις τράπεζες οι οποίες έχαναν τα τελευταία 7 δισ. ευρώ σε ένα μήνα, από τα 40 δισ. ευρώ συνολικά στο εξάμηνο.
Σημειώνεται ότι η προηγούμενη φορά που είχαμε αύξηση των καταθέσεων κατά 1 δισ. ευρώ ήταν τον Οκτώβριο του 2016 και τον περσινό Ιούνιο. Ο Οκτώβριος του 2016 χαρακτηρίστηκε από την εκταμίευση της τελευταίας υποδόσης και από τις προσδοκίες για γρήγορη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Ο Ιούνιος του ίδιου έτους ήταν ο μήνας μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ είδαμε και την επαναφορά του waiver από την ΕΚΤ για τις ελληνικές τράπεζες.
Το συμπέρασμα είναι απλό. Κάθε φορά που η κυβέρνηση δείχνει ότι θα μπορούσε – λέμε τώρα – να ακολουθήσει το δρόμο της κανονικότητας, χωρίς απερίσκεπτες ενέργειες, η οικονομία προσπαθεί να βρει κι εκείνη το μονοπάτι που θα την οδηγήσει στην ανάκαμψη. Έτσι, σταδιακά και οι καταθέσεις θα αρχίσουν να αυξάνονται και τα δάνεια θα εξυπηρετούνται καλύτερα. Μόνο, όμως, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν νέες αναταράξεις και νέες εστίες αβεβαιότητας.
Αν βγουν από την εξίσωση οι πληρωμές των φόρων, κάτι που είναι σχεδόν αδύνατο αφού έχουν γίνει πλέον συνήθεια, είναι πολύ εύκολο να κατανοήσει κανείς τον πραγματικό αντίκτυπο που έχουν οι πολιτικές εξελίξεις στην ψυχολογία των καταθετών. Αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
«Αν η κυβέρνηση επιδείκνυε για μεγάλο χρονικό διάστημα την αντιμετώπιση των τελευταίων δύο μηνών, έστω αυτή που οδήγησε στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, τότε να είστε σίγουροι ότι η εικόνα στις καταθέσεις θα ήταν διαφορετική και η άρση των capital controls ένας όχι και τόσο μακρινός στόχος», σημειώνει με νόημα Έλληνας τραπεζίτης.
Όμως οι καταθέτες έχουν συνδυάσει τον κ. Τσίπρα με το καλοκαίρι του 2015 και την ακραία αβεβαιότητα στους πρώτους μήνες του 2016 και του 2017. Δεν ήταν μόνο το κλείσιμο των τραπεζών και το ημερήσιο όριο στις αναλήψεις που άλλαξε την ψυχολογία. Ήταν και οι άλλες δύο φορές, όταν στο πλαίσιο των αξιολογήσεων, φάνηκε ότι η κυβέρνηση είναι ικανή να μας επαναφέρει στο καταστροφικό α'' εξάμηνο του 2015.
Σήμερα, όσο και αν έχει αλλάξει το προφίλ του πρωθυπουργού, έχοντας ψηφίσει πολλά περισσότερα απ'' όλα καταδίκαζε στο παρελθόν, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το μέλλον. Ούτε οι επενδυτές, ούτε οι καταθέτες. Η σημερινή κυβέρνηση πρέπει να κάνει πάρα πολλά βήματα για να πείσει τους καταθέτες να επιστρέψουν τα χρήματά τους στις τράπεζες. Και δεν μιλάμε μόνο για τα περίπου 10 δισ. ευρώ που βρίσκονται στα στρώματα. Αυτά μπορεί σταδιακά να επιστρέψουν σε ορίζοντα 3ετίας για πολλούς και διάφορους λόγους. Δεν θα κάνουν όμως τη διαφορά. Οι καταθέσεις θα συνεχίσουν για αρκετά χρόνια να βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα και θα δημιουργούν πρόβλημα στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.
Όχι, λοιπόν, τις καταθέσεις δεν τις φέρνει πίσω κάποια ανώτερη δύναμη, αλλά οι πολιτικές που μειώνουν το φόβο των καταθετών. Και αν ο κ. Τσίπρας θέλει ακόμη τιτάνια προσπάθεια για να πείσει ότι μπορεί να διασφαλίσει την σταθερότητα σε όλους τους τομείς, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να θέσει ως πρωταρχικό στόχο να αποφύγει τις κακοτοπιές. Γιατί σε διαφορετική περίπτωση, οι κυβερνώντες θα καταλήξουν όντως να απευθύνονται σε ανώτερες δυνάμεις για να δούμε... άσπρη μέρα.