Θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης 0,2% αναμένεται να εμφανίσει η ελληνική οικονομία στο τρίτο τρίμηνο του 2016, σύμφωνα με μελέτη της Eurobank που δημοσιεύεται μια εβδομάδα πριν τις επίσημες ανακοινώσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (14/11).
Η διεύθυνση οικονομικής πολιτικής της τράπεζας εκτιμά ότι οι θετικοί ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ που καταγράφηκαν στο δεύτερο τρίμηνο του 2016 (0,2%) συνεχίστηκαν, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει, έχει ενδείξεις ότι διατηρούνται και στο τέταρτο τρίμηνο της χρονιάς. Στο πλαίσιο αυτό εκτιμά ότι η προβλεπόμενη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ για όλο το 2016 θα είναι στη χειρότερη περίπτωση -0,3% και στην καλύτερη το ΑΕΠ θα κλείσει με μηδενική μεταβολή.
Σε ετήσια βάση (τρίτο τρίμηνο 2016 έναντι τρίτου τριμήνου 2015) η Eurobank εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα ενισχυθεί σε ποσοστό 0,4%. Σημειώνεται ότι η προγενέστερη πρόβλεψή της Eurobank για το 2016 ήταν -0,5% (Σεπτ. 2016). Επιπροσθέτως, η στατιστική επίδραση βάσης (carryover) στον πραγματικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται ελαφρώς θετική κατά περίπου 0,2% το επόμενο έτος έναντι αρνητικής επίδρασης 0,4% το 2016.
Σε κάθε περίπτωση, εκτιμάται ότι η ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του υφιστάμενου προγράμματος προσαρμογής και η επανεκκίνηση της χρηματοδότησης του ελληνικού δημοσίου από τους πιστωτές του επίσημου τομέα έχουν συμβάλει στη σταδιακή ομαλοποίηση του εγχώριου οικονομικού κλίματος (υψηλό 19 μηνών τον Οκτώβριο 2016) μετά τις δραματικές εξελίξεις της καλοκαιρινής περιόδου του 2015. Κατά συνέπεια, η επιτυχής ολοκλήρωση και της 2ης αξιολόγησης χωρίς σημαντικές καθυστερήσεις, η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει σειρά θετικών εξελίξεων το αμέσως επόμενο διάστημα (όπως, πχ. ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ από τις αρχές του επόμενου έτους), κρίνεται αναγκαία συνθήκη για τη συνέχιση της σταδιακής ανάκαμψης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα τρίμηνα.
Στην ανάλυσή της η Eurobank σημειώνει ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της παρούσας κατάστασης στην ελληνική οικονομία είναι η ύπαρξη μεγάλου αποθέματος ανεκμετάλλευτων πόρων – για παράδειγμα πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας (23.2% τον Ιούλιο 2016) και υποεκμετάλλευση φυσικού κεφαλαίου – τότε δύναται να υποστηριχτεί ότι μια περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος (π.χ. λόγω έγκαιρης ολοκλήρωσης της 2ης αξιολόγησης) μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης και ως εκ τούτου σε σχετικά υψηλότερη παραγωγή - εισόδημα σε σύγκριση με μια οικονομία που βρίσκεται σε καθεστώς «πλήρους» εκμετάλλευσης των παραγωγικών της συντελεστών. Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο εν λόγω συλλογισμός αφορά κυρίως τη βραχυχρόνια περίοδο.
Στη μακροχρόνια περίοδο, κυρίαρχος είναι ο ρόλος της προσφοράς. Γίνεται αντιληπτό ότι η αποτελεσματική εφαρμογή του 3ου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής (3ΠΟΠ) και η ενίσχυση της αξιοπιστίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής δύναται να έχουν διττή θετική επίδραση στην οικονομία: 1ον στη βραχυχρόνια περίοδο μέσω ενίσχυσης των επιχειρηματικών προσδοκιών μπορούν να οδηγήσουν σε βελτίωση του οικονομικού κλίματος, αύξηση της ζήτησης και της παραγωγής και 2ον στη μακροχρόνια περίοδο μέσω της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν το 3ΠΟΠ μπορούν να έχουν θετική συνεισφορά στην παραγωγικότητα και ως εκ τούτου στο ρυθμό μεγέθυνσης του δυνητικού προϊόντος της οικονομίας. Η πορεία του τελευταίου θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους.