Παρά το «μούδιασμα» που επικρατεί στην αγορά ακινήτων, όπως κι ευρύτερα στην οικονομία λόγω του πολέμου, οι ειδικοί συναινούν στο ότι το real estate αποτελεί επενδυτικό καταφύγιο ιδίως σε περιπτώσεις υψηλού πληθωρισμού. Ειδικότερα, σύμφωνα με το Μέλος ΔΣ Ομοσπονδίας Μεσιτών Ελλάδας και Π. Πρόεδρο Ομοσπονδίας Μεσιτών Ελλάδας Γ. Ρεβύθη, λόγω της εκτόξευσης του ενεργειακού κόστους και τη σημαντική άνοδο του οικοδομικού κόστους, ορισμένοι developers είτε επιβραδύνουν είτε αναβάλλουν την ολοκλήρωση των έργων ανάπτυξης ακινήτων που διαθέτουν σε εξέλιξη και των οποίων η συνέχιση θα ήταν ασύμφορη και ζημιογόνα.
«Οι, δε, κατασκευαστές κρατούν στάση αναμονής που αφορά τις πωλήσεις κατοικιών, όπως επίσης και τις συμφωνίες περί αντιπαροχής, διότι τα κόστη των οικοδομικών υλικών έχουν εκτοξευθεί από 20% έως 100%. Με ένα αβέβαιο τελικό κόστος κατασκευής, δεν μπορούν να δεσμευτούν είτε με προσύμφωνο, είτε με οριστικό συμβόλαιο για ακίνητα που δεν έχουν ολοκληρωθεί κατασκευαστικά» εξηγεί ο κ. Ρεβύθης.
Όπως ο ίδιος προσθέτει, εν μέσω όλων αυτών, οι τιμές των ενοικίων βρίσκονται στα υψηλότερα επίπεδα δεκαετίας κυρίως στα νεόδμητα, έως 10 ετων διαμερίσματα – μεζονέτες. Και αυτό επειδή η δεκαετής ύφεση της κτηματαγοράς – κατασκευών δεν μπορεί να «προλάβει» με καινούργιες κατασκευές, την υπάρχουσα ζήτηση.
Οι τιμές και οι οικοδομικές άδειες
Από την πλευρά του, ο τ. Πρόεδρος Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής, τ. Ορκωτός Εκτιμητής και Επιστημονικός Σύμβουλος της SOLUM Property Solutions Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος σημειώνει ότι στην Αθήνα, από το 2018 έως το τέταρτο τρίμηνο του 2021, καταγράφηκε αύξηση τιμών από 30% έως 39%. Αντίστοιχα, η άνοδος των τιμών τοποθετείται στη Θεσσαλονίκη από 14% έως 39%, από 6% έως 21% στις άλλες πόλεις και από 12% έως 20% στις υπόλοιπες περιοχές. “Παρατηρούμε ότι τα ακίνητα είναι περίπου 20 έως και 33% πιο φθηνά από ότι το 2007” εξηγεί ο κ. Χαραλαμπόπουλος.
Όσον αφορά τον αριθμό των οικοδομικών αδειών, η διαχρονική εξέτασή τους από το 2007 έως και τα τέλη του 2021, φανερώνει ότι παραμένει σημαντικά χαμηλός. Το 2007 οι οικοδομικές άδειες είχαν ανέλθει σε 80.000, αριθμός που περιορίζεται σε 25.000 το 2021.
Στασιμότητα καταγράφεται ευρύτερα στην οικονομική δραστηριότητα και κατ’ επέκταση στην αγορά ακινήτων λόγω των νέων δεδομένων που έχει δημιουργήσει η ρωσο-ουκρανική σύρραξη, όπως αναφέρει το Μέλος ΔΣ Ομοσπονδίας Μεσιτών Ελλάδας και Π. Πρόεδρος Ομοσπονδίας Μεσιτών Ελλάδας Γ. Ρεβύθης. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, παρά τις αναταράξεις, η ύπαρξη πληθωριστικών τάσεων, σε συνδυασμό με την περιορισμένη προσφορά κατοικιών, διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τη ζήτηση.
Οι νέες οικοδομές είναι λιγοστές και εφόσον βρίσκονται σε καλά σημεία, συναντούν ικανή ζήτηση. Άρα εκεί έχουμε αυξητικές τάσεις. Από την άλλη πλευρά η πολύ μεγάλη αύξηση του κόστους κατασκευής και η όλη αναταραχή που υπάρχει αυτή την περίοδο, έχει οδηγήσει σε κατάσταση αναβολής την ανέγερση αρκετών νέων οικοδομών.
“Οι παλαιότερες κατασκευές, εφόσον βρίσκονται σε καλές θέσεις και έχουν το κατάλληλο μέγεθος, συνήθως ζητούνται, εφόσον η τιμή είναι λογική, διότι ο αγοραστής θα διαθέσει και χρήματα για τον εκσυγχρονισμό τους” σημειώνει ο κ. Χαραλαμπόπουλος.
Σχολιάζοντας τις τάσεις για τη ζήτηση, ο κ. Ρεβύθης αναφέρει ότι “υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για ακίνητα στα αστικά κέντρα, ενώ σχεδόν έξι στους δέκα υποψήφιους αγοραστές ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο για διαμερίσματα. Τμήμα των προσφύγων της Ουκρανίας που υπολογίζεται ότι θα απορροφήσει η Ελλάδα, θα ενισχύσει τη ζήτηση για διαμερίσματα”.
Κατά τον κ. Ρεβύθη, εάν η Ρωσία με την Ουκρανία καταλήξουν σε συμφωνία σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι δείκτες αγοράς και μίσθωσης θα είναι ανοδικοί στο κέντρο της Αθήνας, όπου έχουμε υψηλό συγκοινωνιακό δίκτυο κοντά σε πλατείες και περιοχές περισσότερο οικιστικές από ότι εμπορικές. Για άλλη μια φορά, αυτά τα στοιχεία ευθυγραμμίζονται με τη μετατόπιση των προτιμήσεων προς τα κέντρα των πόλεων και τους επιχειρηματικούς κόμβους, καθώς η οικονομία της Ελλάδας αλλάζει και οι νέοι επαγγελματίες που επιστρέφουν στην Ελλάδα και εργάζονται σε σταθερές θέσεις εργασίας στην τεχνολογία προτιμούν κατοικίες που βρίσκονται κοντά σε μέσα μεταφοράς (π.χ. μετρό, προαστιακός) και στους επιχειρηματικούς κόμβους.