Το 2020 δεν είναι καλή χρηματιστηριακή χρονιά για την Intel (INTC NASDAQ). Παρά το ότι παραμένει με διαφορά η μεγαλύτερη από άποψη κύκλου εργασιών και κερδοφορίας εταιρεία σχεδιασμού και παραγωγής μικροεπεξεργαστών, η χρηματιστηριακή της πορεία μας θυμίζει την κλασική φράση του (μακαρίτη πλέον) αμερικανού κωμικού Rodney Dangerfield «I don't get no respect». Είναι αλήθεια πως αυτή την στιγμή δεν είναι υπερβολή να πούμε πως «ουδείς σέβεται την Intel». Η μετοχή της βρίσκεται λίγο κάτω από τα 46 δολάρια, σχεδόν στα χαμηλά του 2020 και πεσμένη κατά 20% από την αρχή του χρόνου.
Η χρηματιστηριακή της αξία είναι σχεδόν 188 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ ο κύκλος εργασιών για το 2020 δεν θα απέχει πολύ από τα 75 δις δολάρια και τα κέρδη της θα είναι λίγο πάνω από 20 δις. Δηλαδή διαπραγματεύεται με δείκτη τιμής/κέρδη κοντά στο 9, τιμής/πωλήσεις περίπου 2,5 ενώ προσφέρει μερισματική απόδοση σχεδόν 3% ετησίως. Την ίδια στιγμή οι ανταγωνίστριές της αντιμετωπίζονται από την αγορά με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Για παράδειγμα, η Nvidia (NVDA NASDAQ) έχει χρηματιστηριακή αξία 325 δισ. δολαρίων, με αναμενόμενο κύκλο εργασιών για το 2020 κοντά στα 15 δισ. δολάρια και κέρδη λιγότερο από 4 δισ. και η AMD (AMD NASDAQ) αποτιμάται στα 102 δισ. δολάρια με αναμενόμενο κύκλο εργασιών σχεδόν 10 δις δολάρια και κέρδη της τάξης του ενός δισ. Οι μετοχές και των δύο βρίσκονται κοντά στα ψηλότερα σημεία της χρονιάς, έχοντας σημειώσει άνοδο της τάξης του 120% και του 85% αντίστοιχα.
Αργά βήματα σε μια γρήγορη αγορά
Η διαφορά στις αποτιμήσεις είναι τεράστια και, όπως πάντα στις αγορές, υπάρχει λόγος. Στην περίπτωση της Intel, ο λόγος είναι πως μετά το μεγάλο λάθος που έκανε προ 15 ετών και έμεινε έξω από την αγορά κινητών τηλεφώνων, οι επενδυτές και οι αναλυτές φοβούνται πως μπορεί να συμβαίνει κάτι αντίστοιχο. Για την ακρίβεια, εκτιμούν πως οι ανταγωνίστριες εταιρείες έχουν προχωρήσει πιο γρήγορα από αυτήν στους ραγδαία αναπτυσσόμενους τομείς των μικροεπεξεργαστών για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence) και μηχανικής μάθησης (Machine Learning) και διασύνδεσης συσκευών (Internet of Things).
Επίσης, φοβούνται πως η Intel έχει καθυστερήσει σε σχέση με τον ανταγωνισμό και θα αργήσει να υιοθετήσει την τεχνολογία επόμενης γενιάς στην κατασκευή των μικροεπεξεργαστών και αυτό θα την φέρει σε μειονεκτική θέση και στους τομείς στους οποίους ακόμα κυριαρχεί, δηλαδή στους μικροεπεξεργαστές για προσωπικούς υπολογιστές (pcs) και υπολογιστές αποθήκευσης και διαχείρισης δεδομένων (data centers). Κάτι άλλο που καταλογίζουν στην Intel είναι πως στερείται ευελιξίας λόγω του ότι κατασκευάζει τους επεξεργαστές της σε δικά της εργοστάσια ενώ οι ανταγωνιστές τα αναθέτουν σε εργοστάσια της Άπω Ανατολής. Ο αναιμικός ρυθμός ανάπτυξης των μεγεθών της τα τελευταία χρόνια, σε αντίθεση με την εντυπωσιακή αύξηση των πωλήσεων της AMD και της Nvidia φαίνεται να δικαιώνει κατά κάποιο τρόπο αυτές τις ανησυχίες, όπως και η απόφαση της Apple (AAPL NASDAQ) να σταματήσει την πολύχρονη συνεργασία τους.
Το πλεονέκτημα δεν χάθηκε
Είναι η κατάσταση τόσο δύσκολη όσο εκτιμούν οι αγορές; Όχι κατ’ ανάγκην. Η Intel έχει την δυνατότητα να αλλάξει την εικόνα που έχουν σχηματίσει οι επενδυτές γι’ αυτήν, η οποία, όπως πολύ συχνά συμβαίνει στις αγορές περιέχει αρκετά στοιχεία υπερβολής. Καμία από τις ανταγωνίστριες δεν έχει την πληρότητα που έχει η Intel η οποία σχεδιάζει και κατασκευάζει στα δικά της εργοστάσια μικροεπεξεργαστές σχεδόν κάθε είδους, ελέγχοντας όλη την διαδικασία παραγωγής και την εφοδιαστική αλυσίδα. Παρ’ όλα αυτά, προκειμένου να αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία, η εταιρεία, σύμφωνα με συνέντευξη του διευθύνοντος συμβούλου Bob Swan στην τηλεόραση του Bloomberg, θα αναθέσει την κατασκευή μικρού ποσοστού επεξεργαστών σε εξωτερικά εργοστάσια και ταυτόχρονα θα δώσει την δυνατότητα σε άλλες εταιρείες να χρησιμοποιήσουν τα δικά της εργοστάσια για παραγωγή μικροεπεξεργαστών δικής τους σχεδίασης.
Επίσης, οι τελευταίες εξαγορές στις οποίες προχωρούν η AMD, Nvidia, Marvell και άλλες εταιρείες του χώρου δείχνουν πως όλες προσπαθούν να μιμηθούν την Intel αυξάνοντας το μέγεθός τους και διευρύνοντας το προϊοντικό τους μείγμα. Πέρα από το ότι αυτό δείχνει πως το πρότυπό τους είναι η Intel, αυξάνει και τις δυσκολίες για αυτές, καθώς η διαχείριση ενός πολύ μεγαλύτερου μεγέθους συχνά κρύβει κινδύνους. Αντίθετα με αυτές, η Intel συμφώνησε πολύ πρόσφατα την πώληση του τομέα παραγωγής επεξεργαστών μνήμης στην κορεατική SK Hynix. Από την πώληση θα εισπράξει περίπου 9 δις δολάρια, ισχυροποιώντας την οικονομική της κατάσταση και απλοποιώντας την λειτουργία της. Κάτι άλλο που επισημαίνεται από τους λίγους αναλυτές που δεν έχουν «εγκαταλείψει» την Intel, είναι πως στην ουσία η εταιρεία δεν έχει μείνει πίσω τεχνολογικά αφού παραδοσιακά τα δικά της προϊόντα είναι σαφώς ανώτερα από αυτά των ανταγωνιστών με θεωρητικά παρόμοιες προδιαγραφές.
Όσον αφορά στην τεχνητή νοημοσύνη, την μηχανική μάθηση και την διασύνδεση συσκευών, η εταιρεία δεν μένει πίσω. Πέρα από την δική της έρευνα σε αυτούς τους τομείς, έχει προχωρήσει σε αρκετές εξαγορές μικρών εταιρειών, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την εξαγορά δύο μικρών ισραηλινών εταιρειών που ασχολούνται με εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης. Ίσως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της νέας τεχνολογίας για την Intel είναι η Mobileye, η ισραηλινή εταιρεία την οποία εξαγόρασε προ ετών και ασχολείται με την κατασκευή συστημάτων υποβοήθησης και υποκατάστασης των οδηγών οχημάτων. Η Mobileye, η οποία πρόσφατα εξαγόρασε την επίσης ισραηλινή Moovit που ειδικεύεται σε εφαρμογές σχετικές με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, ανακοίνωσε προχθές Δευτέρα πως θα προμηθευτεί συστήματα Lidar από την Luminar για τα συστήματά της, υπενθυμίζοντας την πρόοδο που έχει κάνει στις έρευνές της.
Δεν είναι ποτέ εύκολο να προβλέψουμε πότε θα αλλάξει η άποψη της αγοράς για μία επιχείρηση. Όποιος αποφασίσει να το δοκιμάσει με την Intel θα μπορεί να περιμένει αρκετό καιρό χάρη στο ικανοποιητικότατο για την εποχή μέρισμά της.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.