Του Βασίλη Γεώργα
Οριστική ταφόπλακα στις προσδοκίες της κυβέρνησης για ουσιαστική αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους ως το τέλος του έτους έβαλαν οι δανειστές πριν καν κλείσει ένα 24ωρο από την αποχώρηση των εκπροσώπων τους από την Αθήνα.
Από τις τοποθετήσεις των επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) έγινε σαφές πως στο τραπέζι των συζητήσεων θα βρεθούν στο τέλος Νοεμβρίου μόνο τα λεγόμενα «βραχυπρόθεσμα» μέτρα, όπως ακριβώς ορίζει η απόφαση που ελήφθη στο Eurogroup του περασμένου Μαΐου.
Δηλαδή οι παρεμβάσεις που θα γίνουν από τώρα μέχρι το 2018 για τη διευκόλυνση αποπληρωμής του χρέους, αλλά όχι η αποσαφήνιση των «μεσοπρόθεσμων» και «μακροπρόθεσμων» μέτρων, τα οποία, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα του ESM και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), Kalin A. Anev Janse, «δεν πρόκειται να συζητηθούν πριν από το τέλος του επόμενους έτους (2017)». Δηλαδή μετά τον κλείσιμο του εκλογικού κύκλου στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία και την Αυστρία.
Με τον πλέον επίσημο τρόπο, έχουμε πλέον την αποκαθήλωση ενός ακόμη κυβερνητικού αφηγήματος σύμφωνα με το οποίο οι δανειστές θα δέχονταν από τώρα να μας ρυθμίσουν το χρέος με λύση «πακέτο» για τα επόμενα 40 - 50 χρόνια, καθιστώντας έτσι την Ελλάδα ως τη χώρα «υπόδειγμα» για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους που ταλανίζει πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Παραδόξως, στη θέση αυτή επέμεινε χθες ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, επισημαίνοντας πως «ο τρόπος που θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στην Ελλάδα θα καθορίσει και τον τρόπο καθορισμού των προβλημάτων των υπόλοιπων χωρών».
Θετική εξέλιξη τα βραχυπρόθεσμα μέτρα αλλά…
Η δρομολόγηση, πάντως, της συζήτησης για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μέχρι τον επόμενη Μάρτιο εφόσον ολοκληρωθεί εντός του Δεκεμβρίου η δεύτερη αξιολόγηση είναι από μόνη της μια πολύ θετική εξέλιξη, δεδομένου ότι εξαλείφει τον κίνδυνο να βρεθεί η Ελλάδα αντιμέτωπη με δυσκολίες αποπληρωμής στα πρώτα χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος χρηματοδότησης.
Ωστόσο στην κυβέρνηση γνωρίζουν πως το πλαίσιο των παρεμβάσεων είναι τόσο περιορισμένο ώστε δεν προσφέρει ούτε τις επιθυμητές λύσεις για να δημιουργηθεί ο «ανοιχτός διάδρομος» μέσω του οποίου η Ελλάδα θα μπορέσει να βγει «καθαρά» στις αγορές και να στηρίξει σε αυτές την εξυπηρέτηση των χρηματοδοτικών αναγκών της μετά το τρίτο μνημόνιο, ούτε φυσικά επιτρέπει να το εκμεταλλευτεί πολιτικά και να υποστηρίξει πως οι θυσίες έπιασαν τόπο και επί των ημερών της λύθηκε το πρόβλημα του χρέους.
Το μήνυμα των δανειστών είναι συγκεκριμένο και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με όσα υποστηρίζει η κυβέρνηση ότι το χρέος είναι βαρίδι στο πόδι της Ελλάδας για να ανακάμψει. Δύο εβδομάδες προ της επίσκεψης του Αμερικανού Προέδρου, Barack Obama, στην Ελλάδα, υποστηρίζουν ότι ουσιαστικό πρόβλημα εξυπηρέτησης χρέους δεν υπάρχει και ότι χρειάζονται μόνο επιμέρους διευθετήσεις οι οποίες θα αποφασίζονται και θα υλοποιούνται σταδιακά και όσο η ελληνική οικονομία θα προσαρμόζεται μέσα από μεταρρυθμίσεις στα ευρωπαϊκά πρότυπα λειτουργίας. Σε αυτό το μήκος κύματος ήταν η επισήμανση του επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, ότι «η Ευρωζώνη δεν είναι διατεθειμένη να δώσει μεγαλύτερη έμφαση του χρέους απ'' όσο χρειάζεται το πλαίσιο της Ελλάδας».
Για τι αναδιάρθρωση μιλάμε
Σύμφωνα με την απόφαση του Eurogroup που ελήφθη στις 24 Μαΐου, το βραχυπρόθεσμο πακέτο διευκόλυνσης του χρέους, όπως εκτιμά σε πρόσφατη ανάλυσή της η Eurobank, αναμένεται ότι θα περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:
- Εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμής των δανείων του EFSF, δηλαδή την επέκταση της μέσης σταθμικής διάρκειας του συνόλου των δανείων κατά μερικά χρόνια. Σύμφωνα με τον ESM, σήμερα η μέση διάρκεια αποπληρωμής των δανείων είναι 28 χρόνια και θα μπορούσε να αυξηθεί έως τα 32 χρόνια, μέσω νέου δανεισμού του ESM, ώστε να μειωθεί το χρηματοδοτικό βάρος σε κάποιες χρονιές όπου συσσωρεύονται μεγάλα ποσά αποπληρωμών.
- Μείωση του κινδύνου επιτοκίου. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να υπάρξει μια συμφωνία ανταλλαγής μέρους των δανείων του EFSF/ΕSM με νέα δάνεια μεγαλύτερης διάρκειας και χαμηλότερων επιτοκίων που θα αντλήσει από την αγορά ο ESM μέσω ενός τριακονταετούς ομολόγου με σταθερό επιτόκιο κοντά στο 1,2% - 1,5%. Στο επίκεντρο αυτής της αναδιάρθρωσης βρίσκονται τα δάνεια ύψους 42,7 δισ. ευρώ που χορηγήθηκαν στην Ελλάδα για τους σκοπούς των δύο ανακεφαλαιοποιήσεων των τραπεζών (37,3 δισ. ευρώ η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση και 5,4 δισ. ευρώ η τελευταία). Η σωρευτική εξοικονόμηση που θα μπορούσε να επιτευχθεί στα επόμενα τριάντα χρόνια εκτιμάται σε 8% του ΑΕΠ.
- Η κατάργηση του «πέναλτι» στα επιτόκια που θα πρέπει να πληρώσει το 2016 η Ελλάδα για αποπληρωμή των ομολόγων ύψους 11,3 δισ. ευρώ, τα οποία εξαγοράστηκαν το 2012 με λεφτά το δεύτερου μνημονίου. Το πέναλτι ισοδυναμεί με αύξηση των επιτοκίων κατά 2% στο επιτόκιο του δανείων των 11 δισ. ευρώ και αν αυτή δεν γίνει, εκτιμάται ότι θα εξοικονομούνται περί τα 226 εκατ. ευρώ ετησίως από τόκους.
Τι θα γίνει με το ΔΝΤ και την ποσοτική χαλάρωση
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα παραπάνω μέτρα θα θεωρηθούν επαρκή από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ώστε αφενός να διασφαλιστεί η συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα μέχρι το 2018 και αφετέρου για να μπορέσει η ΕΚΤ να εκδώσει τη δική της θετική ανάλυση βιωσιμότητας, που θα ανοίξει τον δρόμο για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Μια γενική εκτίμηση είναι πως τα παραπάνω μέτρα δεν αναμένεται να έχουν ιδιαίτερα μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη των ακαθάριστων δανειακών αναγκών μέχρι τη λήξη του προγράμματος το 2018. Και αυτό δεδομένου ότι η Ελλάδα απολαμβάνει ήδη περίοδο χάριτος 10 ετών τόσο για τις πληρωμές τόκων, όσο και κεφαλαίων για τα δάνεια του EFSF. Εξαίρεση αποτελεί ένα δάνειο 34,5 δισ. ευρώ, το οποίο εκδόθηκε στο πλαίσιο του PSI το 2012. Το εν λόγω δάνειο έχει δεκαετή περίοδο χάριτος για την κύρια οφειλή, αλλά η Ελλάδα αποπληρώνει τόκους που αντιστοιχούν στο κόστος χρηματοδότησης του EFSF+12 μονάδες βάσης.
Photo by Mike Licht, CC BY 4.0.
Η Ελλάδα και το ΔΝΤ έχουν ζητήσει να αποσαφηνιστούν από τώρα τα μεσοπρόθεσμα τα οποία, μεταξύ άλλων, συνίστανται στη χρήση των κερδών από τα ANFAs & SMPs, την αξιοποίηση των 19,6 δισ. ευρώ που δεν χρησιμοποιήθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών προκειμένου να αγοραστούν ομόλογα που κατέχει ο επίσημος τομέας (π.χ. δάνεια του ΔΝΤ), αλλά κυρίως μια βαθιά επιμήκυνση και αλλαγή του προφίλ των επιτοκίων στα δάνεια του EFSF ύψους 130,9 δισ. ευρώ, που κατέχει το EFSF από το δεύτερο μνημόνιο.
Υποβαθμίζεται η συμμετοχή του Ταμείου
Την τελευταία εβδομάδα οι δανειστές έδειξαν να υποβαθμίζουν το ζήτημα χρηματοδοτικής συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και παράλληλα το ίδιο το Ταμείο να εμφανίζει τις μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό στην Ελλάδα περίπου ως «ισοδύναμο» μιας βαθιάς αναδιάρθρωσης χρέους.
Ο γενικός γραμματέας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας δήλωσε χαρακτηριστικά πως αν το ΔΝΤ αποφασίσει να μην συμμετάσχει, αυτό δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα στο τρίτο πρόγραμμα καθώς ο ESM θα καλύψει με νέα δάνεια τη συμμετοχή του, που την προσδιόρισε σε ένα ποσό 8 - 9 δισ. ευρώ (10% του προγράμματος). Επισήμανε, δε, με νόημα πως δεν είναι τόσο αναγκαία η χρηματοδοτική συμβολή του ΔΝΤ, όσο η εξειδίκευσή του.
Από την πλευρά ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Gerry Rice, είπε πως η προϋπόθεση για τη χρηματοδοτική συμμετοχή του Ταμείου είναι είτε η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 1,5% στο πλαίσιο μιας σημαντικής ελάφρυνσης χρέους, είτε την υιοθέτηση ενός ακόμη πιο φιλόδοξου προγράμματος μεταρρυθμίσεων, το οποίο το ΔΝΤ έχει ήδη συνδέσει με νέες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα και στο αφορολόγητο όριο.
Photo by Chip Somodevilla / Staff / Getty Images / Ideal Image
Τελευταίο καταφύγιο η ΕΚΤ
Πηγές από τη Φρανκφούρτη εκτιμούν πως η δρομολόγηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων θα διευκολύνει ως κάποιο βαθμό το Δ.Σ της ΕΚΤ να εγκρίνει την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE (ποσοτική χαλάρωση). Είναι το «τελευταίο καταφύγιο» που έχει απομείνει ώστε η κυβέρνηση να υποστηρίξει ότι δρομολογεί την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές.
Η απόκτηση ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ θα έχει ένα όφελος περίπου 4 έως 5 δισ. ευρώ για την Ελλάδα, αλλά το βασικό όφελος της θα είναι πως θα δημιουργήσει μια ομπρέλα προστασίας στον δρόμο της Ελλάδας προς τις αγορές, όπως είχε γίνει και το 2014.
Photo by Mikka Luster, CC BY-SA 4.0.
Αν δεν γίνει αυτό μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2017, όλοι ξέρουν ότι το τρίτο μνημόνιο θα έχει καταρρεύσει πριν την ώρα του και θα έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την προετοιμασία ενός 4ου μνημονίου χρηματοδότησης.
Ούτως ή άλλως, με τα παρόντα δεδομένα και με την Ελλάδα να απέχει παρασάγγας από το σημείο όπου μπορεί κανείς να πει ότι έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και η προοπτική της Οικονομίας, κανείς δεν πιστεύει πως σε ενάμιση χρόνο από σήμερα η χώρα θα είναι σε θέση από το καλοκαίρι του 2018 να καλύπτει πλήρως τις ανάγκες της από τις διεθνείς αγορές ομολόγων.