Επιφυλάξεις διατυπώνει η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) ως προς την πρόσφατα ψηφισθείσα διάταξη του νόμου 4640/2019 για την διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία επιτρέπεται η πρόσβαση σε κάθε πληροφορία του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου, όταν κατά τη διάρκεια ανακριτικών πράξεων ενώπιον των οικονομικών εισαγγελέων διαπιστώνεται και τεκμηριώνεται κακουργηματικό αδίκημα.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια της ΑΔΑΕ αναφέρει σε ανακοίνωσή της ότι το άρθρο 43 του νόμου 4640/2019 προβλέπει ότι η πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου (ν. 2225/1994) επιτρέπεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, στη διάρκεια ανακριτικών πράξεων ενώπιον των οικονομικών εισαγγελέων του άρθρου 33 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αποτυπώνεται και τεκμηριώνεται η αντικειμενική υπόσταση κακουργήματος.
Όπως αναφέρει η ΑΔΑΕ, η επιλογή αυτή του νομοθέτη «εγείρει ζητήματα σε σχέση με το άρθρο 19 του Συντάγματος, όπου ορίζεται ότι το απόρρητο των επικοινωνιών είναι απόλυτα απαραβίαστο», συμπληρώνοντας ότι «Στο άρθρο 19 του νόμου 2225/1994, καταγράφονται καθένα από τα επιμέρους αδικήματα για τη διακρίβωση των οποίων και μόνο επιτρέπεται η άρση του απορρήτου, ενώ παράλληλα προσδιορίζεται ο ειδικός και εξατομικευμένος τρόπος».
Καταληκτικά, στην ανακοίνωση της ΑΔΑΕ αναφέρεται ότι «Στο πλαίσιο του προσφάτως ψηφισθέντος άρθρου 43 του ν. 4640/2019 ωστόσο, ο νομοθέτης εγκαταλείπει την πάγια πρακτική της εξατομικευμένης απαρίθμησης, ομιλεί δε γενικά και συλλήβδην περί κακουργημάτων».