Η κρίση του κορονοϊού οδηγεί την παγκόσμια τουριστική βιομηχανία σε πρωτόγνωρη κρίση. Ωστόσο η ελληνική τουριστική αγορά φαίνεται να ζει την κρίση πιο «βίαια» από ότι άλλες στην Ενωμένη Ευρώπη. Αυτό συμβαίνει, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα ανταποκρίθηκε επιτυχώς στο κύμα πανδημίας της περασμένης Άνοιξης.
Η επιτυχία εκείνη δεν κατέστη δυνατό να κεφαλαιοποιηθεί για πολλούς λόγους. Παράγοντες του χώρου εντοπίζουν έξι συν δύο παράγοντες για τους οποίους τα τουριστικά έσοδα είναι χαμηλά και μάλιστα ακόμη πιο χαμηλά, απ' ότι αρχικά αναμενόταν. Το καλό προ μηνών σενάριο έκανε λόγο για έσοδα ίσα με το 20%- 25% εκείνων του 2019. Δηλαδή για περίπου 4 δισ ευρώ. Τώρα κι ενώ φουντώνει ένα δεύτερο κύμα πανδημίας, όλα δείχνουν ότι θα περιοριστούν περαιτέρω. Έξι συν δύο λόγοι βρίσκονται πίσω από την συνεχή αναθεώρηση επί τα χείρω των φετινών τουριστικών εισπράξεων.
1. Καμπάνιες στήριξης του εγχώριου τουρισμού από τις χώρες που αποτελούν τους καλύτερους πελάτες μας: Στην περίοδο της κρίσης, όλες οι χώρες που συνεισφέρουν στον εισερχόμενο τουρισμό της Ελλάδας (Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία κ.λπ.), πραγματοποιούν σημαντικές καμπάνιες με στόχο την «ανάρρωση» των δικών τους τουριστικών εσόδων που έχουν επίσης πληγεί. Για πρώτη φορά κατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι παραλίες της Μάγχης είναι ασφυκτικά γεμάτες με λουόμενους. 'Ερευνα του ΙΝΣΕΤΕ σε 12 χώρες του πλανήτη που αποφέρουν το 61% των ετήσιων τουριστικών εσόδων στην χώρα μας, έδειξε ότι το 25% έως 57% των ερωτηθέντων (ανάλογα με τη χώρα), θα πραγματοποιήσει διακοπές στο εσωτερικό της χώρας του. Σε άλλη (κοντινή) χώρα θα πραγματοποιήσει διακοπές το 6% έως 34%, ενώ μόλις το 2% έως 7% των ερωτηθέντων θα μεταβεί σε άλλη (μακρινή) χώρα. Τέλος ένα πολύ υψηλό ποσοστό 24% έως 36% δήλωσε ότι δεν θα πραγματοποιήσει καθόλου φέτος διακοπές.
2. Νέοι και «φτωχοί» οι εισερχόμενοι τουρίστες: Φέτος απουσιάζει εντελώς από τη χώρα μας ο «ασημένιος» τουρισμός και οι πιο πολλοί επισκέπτες είναι νέοι που δεν φοβούνται να ρισκάρουν εν καιρώ πανδημίας. Κατά κανόνα οι επισκέπτες αυτοί, είναι χαμηλού εισοδήματος, μισθώνουν χαμηλής αξίας χώρους διαμονής και η κατανάλωσή τους περιορίζεται στη διασκέδαση. Αντίθετα οι μεγάλης ηλικίας επισκέπτες, που συνδυάζουν πολλών μορφών εμπειρίες, και κατά συνέπεια δαπανούν περισσότερο, κρατιούνται μακριά. Οι λιγοστοί με «βαριά» πορτοφόλια που θα έλθουν στη χώρα μας, είτε θα διανυκτερεύσουν σε πλωτό μέσο ή σε villas.
3. Οι αγορές των ΗΠΑ και Βρετανίας παραμένουν κλειστές: Η άσχημη εξέλιξη της πορείας της πανδημίας σε ΗΠΑ και Βρετανία, έχει στερήσει από την χώρα «καλούς» τουρίστες, με την έννοια της υψηλής κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης. Οι Αμερικανοί και Βρετανοί τουρίστες πραγματοποιούν το 17% των αφίξεων και το 21% των διανυκτερεύσεων και αποφέρουν το 24% των ετήσιων εσόδων (περισσότερο από 4 δισ. ευρώ). Ειδικά οι δαπάνες που πραγματοποιούν οι Αμερικανοί τουρίστες ξεπερνούν το 150% της μέσης τουριστικής δαπάνης του συνόλου των τουριστών της χώρας μας.
4. Εξάρτηση από τις αεροπορικές μεταφορές: Σε αντίθεση με τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπου οι μετακίνηση μπορεί να γίνει μέσω ΙΧ επιβατικών οχημάτων, στη χώρα μας η συντριπτική πλειοψηφία εισερχόμενων τουριστών πρέπει να αξιοποιήσει το αεροπλάνο. Η χώρα στερείται του διεθνούς αυτοκινητιστικού τουρισμού ο οποίος, λόγω της πανδημίας, έχει γιγαντωθεί. Η τάση αυτή διακρίνεται ως ένα βαθμό και στην χώρα μας, σε τουριστικούς προορισμούς όπου η πρόσβαση γίνεται μέσω ΙΧΕ (Πελοπόννησος, Χαλκιδική κ.ά.). Στην βόρεια και κεντρική Ευρώπη οι περιορισμοί για την ανάπτυξη του διεθνούς αυτοκινητιστικού τουρισμού είναι λιγότεροι. Η Ελλάδα μπορούσε να ελπίζει μόνον στον εισερχόμενο αυτοκινητιστικό τουρισμό από τις Βαλκανικές χώρες, όπου βεβαίως τα έσοδα είναι χαμηλότερα. Ωστόσο το δεύτερο κύμα πανδημίας με την επιβολή της υποχρέωσης του «διαβατηρίου» Covid-19, περιόρισε ακόμη και τα λιγοστά έσοδα των τουριστών της της Βαλκανικής. Για τους λόγους αυτούς, οι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι σε άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης, η πτώση των τουριστικών εσόδων θα είναι μεγάλη, αλλά στη χώρα μας θα είναι μεγαλύτερη.
5. Η κλειστή κρουαζιέρα: Η απουσία κρουαζιερόπλοιων στα τουριστικά λιμάνια της χώρας (Πειραιάς, Ολυμπία, Μύκονο, Σαντορίνη κ.ά.) έχει στερήσει ένα επιπρόσθετο έσοδο που για παράδειγμα δεν στερείτε π.χ. η αγορά της Γερμανίας ή της Βρετανίας. Τα ονομαστικά έσοδα της κρουαζιέρας στη χώρα μας δεν ξεπερνούν το 3% των συνολικών τουριστικών εσόδων, αλλά τα πραγματικά έσοδα σίγουρα είναι περισσότερα, καθώς πολλοί επιβάτες κρουαζιερόπλοιων, συχνά πραγματοποιούν διανυκτερεύσεις και δραστηριότητες εκτός της οργανωμένης κρουαζιέρας. Ειδικά οι Αμερικανοί τουρίστες θεωρούνται από τους καλύτερους πελάτες της κρουαζιέρας.
6. Η εικόνα της χώρας: Τέλος και πιθανώς το πιο σημαντικό, είναι η εικόνα που έχει δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια η χώρα μας στο εξωτερικό και η οποία δεν είναι η καλύτερη. Παρά την επιτυχή αντιμετώπιση του πρώτου κύματος του κορονοϊου, οι εικόνες που μεταδίδονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια της οικονομικής κρίσης, με τα ράντσα να «βασιλεύουν» στα δημόσια νοσοκομεία και ν’ απουσιάζει βασικό ιατροφαρμακευτικού υλικό, δεν αλλάζουν εύκολα. «Ακόμη και η Ιταλία, η οποία υπέστη τεράστιο πλήγμα την περασμένη Άνοιξη λόγω του κορονοϊου, διαθέτει καλύτερη εικόνα απ’ ότι στην Ελλάδα», σημειώνει παράγοντας της τουριστικής βιομηχανίας της χώρας μας.
Υπάρχουν άλλοι δύο παράγοντες που θα επηρεάσουν τα τουριστικά έσοδα της χώρας. Οι δύο αυτοί παράγοντες ωστόσο δεν περιορίζονται στη χώρα μας, αλλά αφορούν το σύνολο της τουριστικής βιομηχανίας του πλανήτη. Ο πρώτος παράγοντας, έχει να κάνει με τον περιορισμό του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω των μέτρων της πανδημίας (lockdowns, κλείσιμο επιχειρήσεων, νέοι όροι απασχόλησης κλπ.) και ο δεύτερος έχει να κάνει με την τηλεργασία και την τηλεδιάσκεψη.
Ο περιορισμός του εισοδήματος, πλήττει καίρια τις πλήρως ελαστικές δαπάνες της τουριστικής αναψυχής. Το τελευταίο προκύπτει και από την ίδια έρευνα του ΙΝΣΕΤΕ στις 12 χώρες που αποφέρουν περίπου το 61% των ετήσιων τουριστικών εσόδων της χώρας μας. Η σημαντικότερη δαπάνη που περιόρισαν οι καταναλωτές στην περίοδο της πανδημίας, σε ποσοστό 35% έως 56% (ανάλογα με την χώρα) ήταν τα τουριστικά ταξίδια και η αναψυχή. Η δεύτερη κατά σειρά δαπάνη που περιορίσθηκε σε ποσοστό 17% έως 36% (ανάλογα την χώρα) ήταν τα αεροπορικά ταξίδια.
Ο δεύτερος παράγοντας που θα πλήξει μακροπρόθεσμα την τουριστική βιομηχανία, είναι πλέον η χρήση των εργαλείων της τηλεδιάσκεψης και τηλεργασίας. Η πανδημία έχει διδάξει τον πλανήτη, συμπεριλαμβανομένου και της Ελλάδας, τη χρήση των πλατφορμών τύπου Zoom, Webex, Teams κ.ά. Οι επαγγελματίες πλέον έχουν μάθει να εργάζονται με τον τρόπο αυτό και επιπλέον ξέρουν ότι οδηγούν σε σημαντικές εξοικονομήσεις πόρων. Και αυτή είναι μια μεταβολή που θα πλήξει πολύ τον επαγγελματικό τουρισμό και ταξίδια.