Της Μαίρης Βενέτη
Στις 20 Φεβρουαρίου έχουμε την ειδική σύνοδο της ΕΕ με θέμα τον μακροπρόθεσμο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό της. Για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτής της συνόδου θα πούμε δύο λόγια για τον ετήσιο προϋπολογισμό και λίγα λόγια για τον μακροπρόθεσμο.
Ο ετήσιος προϋπολογισμός της ΕΕ περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών και των εσόδων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ένα συγκεκριμένο έτος.
Διασφαλίζει τη χρηματοδότηση των πολιτικών και των προγραμμάτων της ΕΕ σύμφωνα με τις πολιτικές προτεραιότητες και τις νομικές υποχρεώσεις της ΕΕ.
Οι ετήσιοι προϋπολογισμοί με τη σειρά τους πρέπει να εντάσσονται στα όρια δαπανών («ανώτατα όρια») που ορίζονται στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ).
Το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) είναι ο μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός της ΕΕ.
Καθορίζει τα όρια των δαπανών της ΕΕ - συνολικά καθώς επίσης και για διάφορους τομείς δραστηριοτήτων - για μια περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών.
Τα πρόσφατα ΠΔΠ κάλυπταν συνήθως επτά έτη.
Σκοπός του ΠΔΠ είναι:
-να ευθυγραμμίσει τις δαπάνες της ΕΕ με τις πολιτικές της προτεραιότητες
-να εξασφαλίσει τη δημοσιονομική πειθαρχία της ΕΕ
να διευκολύνει την έγκριση του ετήσιου προϋπολογισμού της ΕΕ
-να καταστήσει πιο προβλέψιμα τα οικονομικά της ΕΕ.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει υπογραμμίσει ότι το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) για την περίοδο 2021-2027 θα συμβάλει σημαντικά στη δράση για το κλίμα και οι πρώτες συζητήσεις για τον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ έγιναν τον Δεκέμβριο που μας πέρασε.
Η φιλανδική προεδρία παρουσίασε μάλιστα τα πρώτα αριθμητικά στοιχεία, βάση των οποίων μιλάμε για ένα συνολικό επίπεδο της τάξης των 1.087 δισ. ευρώ, το οποίο αντιπροσωπεύει το 1,07% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της ΕΕ των 27.
Έκτοτε, ο διάδοχος του Ντόναλντ Τουσκ στο τιμόνι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, βρίσκεται σε συνεχείς διαβουλεύσεις και επαφές με τους ηγέτες καθενός από τα κράτη-μέλη ενόψει της κρίσιμης συνόδου, αναζητώντας τη μέση οδό, που για άλλη μια φορά φαίνεται ότι δεν είναι τόσο εύκολο να βρεθεί.
Βλέπετε, φέτος οι συζητήσεις για τον προϋπολογισμό θα γίνουν κάτω από νέα δεδομένα, μιας και λόγω του Brexit, θα φύγουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία πέριξ των 60 δισ. ευρώ, ήτοι το ποσό που συνείσφερε η Μ.Βρετανία στον ευρωπαϊκό κουμπαρά.
Για όσους παρακολουθούν στενά τα ευρωπαϊκά δρώμενα, είναι εμφανές ότι έχουν ήδη αρχίσει οι «πρώτες γκρίνιες» μεταξύ των κρατών-μελών στη μετά-Βrexit εποχή.
Για παράδειγμα ο Δανός πρωθυπουργός, Μέτε Φρεντερίκσεν ήδη έχει προβεί σε δηλώσεις του τύπου ότι, ακόμα και αν οι χώρες της ΕΕ συνεισέφεραν μόνο το 1% του ΑΕΠ τους μελλοντικά, η Δανία θα έπρεπε να δίνει είκοσι φορές περισσότερα από ό,τι σήμερα.
Μάλιστα όπως χαρακτηριστικά δήλωσε πρόσφατα: «Πολλά από τα χρήματα της συνεισφοράς μας είναι παράλογα. Για παράδειγμα, όταν μιλάμε για την κλιματική αλλαγή ή τα κύματα προσφύγων. Θα συνεισφέρουμε με περισσότερα χρήματα, αλλά δεν θέλω να συνεισφέρουμε με πολύ περισσότερα χρήματα».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται μέχρι στιγμής και οι δηλώσεις από την Αυστρία, την Ολλανδία, τη Σουηδία και τη Γερμανία, τις χώρες δηλαδή που είναι οι «καθαροί εισφορείς της ΕΕ».
Ποιος θα καλύψει λοιπόν το οικονομικό «κενό» μετά το Brexit;
Ας δούμε λίγο τα πρώτα νούμερα.
Τα ευρωπαϊκά ταμεία θα χάσουν πέριξ των 60 δισ. ευρώ με την αποχώρηση των Βρετανών. Κάτι τέτοιοι μεταφράζεται για παράδειγμα για την Γερμανία σε αύξηση της συνεισφοράς της στο ευρωπαϊκό ταμείο από 12 έως 40 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Σημαντικές είναι οι αυξήσεις και για τη Δανία, την Ολλανδία, την Αυστρία και τη Σουηδία, με τον Πρωθυπουργό μάλιστα της τελευταίας, Στέφαν Λεβέν, να ζητά ήδη «εκπτώσεις».
Προφανώς έφτασε στ’αυτιά του ότι βάσει υπολογισμών, μέχρι το τέλος του 2027, πέντε χώρες θα είναι εκείνες που θα εισφέρουν το 75% του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού!.
Ακούγοντας όμως για εκπτώσεις, ο Σλοβάκος Πρωθυπουργός Πέτερ Πελεγκρίνι επεσήμανε με τη σειρά του ότι « οι όποιες εκπτώσεις αναφορικά με το Ταμείο Συνοχής της ΕΕ πρέπει να ισχύουν ισοδύναμα για όλους»..
Η επικείμενη σύνοδος της 20ης Φεβρουαρίου λοιπόν ξεκινάει σε ένα ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα και εως εκ τούτου κρατάμε μικρό καλάθι για το κατά πόσο θα μπορούσε να καταλήξει σε κάποια συμφωνία.
Όμως αν πράγματι δεν υπάρξει ένας συμβιβασμός από όλους, υπάρχει κίνδυνος πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα που εξαρτώνται από ευρωπαϊκά κονδύλια να τιναχτούν στον αέρα!
Και αν γίνει κάτι τέτοιο, «μύρια κακά έπονται» για τον ήδη ταλαιπωρημένο βηματισμό της ευρωπαϊκής ανάπτυξης.
*Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.