Το 2016 ήταν από πολλές απόψεις μια δύσκολη χρονιά, ταυτόχρονα όμως χαρακτηρίστηκε και από ενδείξεις προόδου. Αν και ξεκίνησε μέσα σε κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας, έληξε με την οικονομία σε σταθερές βάσεις, τις σταθερότερες που είχε αφότου εκδηλώθηκε η κρίση, αναφέρει στον πρόλογο της ετήσιας έκθεσης της ΕΚΤ, ο Mario Draghi.
Το Μάρτιο του περασμένου έτους, η ΕΚΤ ανταποκρίθηκε στον ανησυχητικά χαμηλό πληθωρισμό, ενισχύοντας το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της, μειώνοντας τα επιτόκια και παρατείνοντας τα φθηνά δάνεια προς τις τράπεζες.
Το 2016 συνεχίστηκε η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ που ξεκίνησε στην αρχή του 2013 και η οποία βασίζεται στην εγχώρια ζήτηση. Κρίνοντας με βάση τους παράγοντες που αποτελούν την κινητήρια δύναμη της οικονομικής δραστηριότητας, η τρέχουσα δυναμική της ανάπτυξης φαίνεται ότι γίνεται πιο ανθεκτική, αναφέρεται στην έκθεση.
Τα συγκεκριμένα μέτρα απέδωσαν και μέχρι τον Δεκέμβριο το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων παρατάθηκε κατά εννέα μήνες ώστε να διασφαλιστεί πιο μακρόχρονη στήριξη των συνθηκών χρηματοδότησης και διατηρήσιμη επάνοδος του πληθωρισμού πλησίον αλλά κάτω του 2%. Το μηνιαίο ύψος των αγορών, ωστόσο, επανακαθορίστηκε στο αρχικό επίπεδο των 60 δισ. ευρώ από τα 80 δισ. ευρώ το μήνα.
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ ήταν χαμηλότερες συνολικά το 2016 σε σχέση με το 2015, χάρη στη συνεχιζόμενη συμβολή των αγορών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ από την ΕΚΤ και άλλων μέτρων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Συνολικά, ο σταθμισμένος ως προς το ΑΕΠ μέσος όρος των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ υποχώρησε κατά περίπου 30 μονάδες βάσης το 2016 και διαμορφώθηκε γύρω στο 0,9% στο τέλος του έτους.
Επίσης, το κόστος δανεισμού για τα νοικοκυριά της ζώνης του ευρώ έφθασε σε ιστορικώς χαμηλό επίπεδο, αλλά εξακολούθησε να διαφέρει από χώρα σε χώρα και ανάλογα με τη διάρκεια του δανείου. Το κόστος των μακροπρόθεσμων δανείων μειώθηκε περισσότερο από ό,τι το κόστος των βραχυπρόθεσμων δανείων. Ο τραπεζικός δανεισμός προς τον τομέα των νοικοκυριών εξακολούθησε να ανακάμπτει το 2016.
Ανάκαμψη με ευρεία βάση
Το 2016 συνεχίστηκε η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ που ξεκίνησε στην αρχή του 2013 και η οποία βασίζεται στην εγχώρια ζήτηση, σημειώνεται στην έκθεση της ΕΚΤ. Κρίνοντας με βάση τους παράγοντες που αποτελούν την κινητήρια δύναμη της οικονομικής δραστηριότητας, η τρέχουσα δυναμική της ανάπτυξης φαίνεται ότι γίνεται πιο ανθεκτική. Από την άλλη πλευρά, ανασταλτικά στην οικονομική δραστηριότητα της ζώνης του ευρώ δρα ο υποτονικός ρυθμός αύξησης της εξωτερικής ζήτησης εν μέσω έξαρσης της παγκόσμιας αβεβαιότητας. Έτσι, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε σε 1,7% το 2016.
Η απασχόληση στη ζώνη του ευρώ εξακολούθησε να αυξάνεται
Οι αγορές εργασίας ανέκαμψαν περαιτέρω το 2016. Μέχρι το γ΄ τρίμηνο του 2016 ο αριθμός των απασχολουμένων στη ζώνη του ευρώ είχε αυξηθεί κατά 1,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015 ή κατά 3% και πλέον σε σχέση με το τελευταίο κατώτατο σημείο στο οποίο είχε φθάσει το β΄ τρίμηνο του 2013. Εντούτοις, η απασχόληση ήταν περίπου 0,5% χαμηλότερη από το προ της κρίσης ανώτατο επίπεδο που είχε καταγραφεί το α΄ τρίμηνο του 2008. Όσον αφορά την ανάλυση κατά τομέα, η απασχόληση αυξήθηκε κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών και, σε μικρότερο βαθμό, στη βιομηχανία εκτός των κατασκευών, ενώ στις κατασκευές παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερή. Ειδικότερα, το ποσοστό ανεργίας συνέχισε να υποχωρεί το 2016 και διαμορφώθηκε σε 9,6% τον
Δεκέμβριο, που ήταν το χαμηλότερο επίπεδο από τα μέσα του 2009.
Ο λόγος χρέους/ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ συνέχισε να υποχωρεί σταδιακά από το ανώτατο επίπεδο που είχε καταγραφεί το 2014. Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος του Δεκεμβρίου 2016, ο λόγος χρέους/ΑΕΠ μειώθηκε από 90,4% το 2015 σε 89,4% το 2016. Η βελτίωση οφείλεται σχεδόν εξίσου σε τρεις παράγοντες: (α) τις ευνοϊκές εξελίξεις της διαφοράς επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης, εν όψει των χαμηλών επιτοκίων και της οικονομικής ανάκαμψης, (β) τα μικρά πρωτογενή πλεονάσματα και (γ) τις αρνητικές προσαρμογές ελλείμματος-χρέους.
Ωστόσο, στην έκθεση επισημαίνεται ότι οι χώρες που έχουν υψηλό λόγο χρέους/ΑΕΠ θα πρέπει να τον θέσουν σταθερά σε καθοδική τροχιά, σε πλήρη συμμόρφωση προς το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ).
Οι κινήσεις της ΕΚΤ στοχεύουν στην αύξηση της ρευστότητας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην πραγματική οικονομία, καθιστώντας ευκολότερο για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να δανειστούν για τις δαπάνες τους και τις επενδύσεις - προωθώντας την ανάπτυξη και την αύξηση του πληθωρισμού προς το στόχο που έχει θέσει η ΕΚΤ για ακριβώς κάτω από το 2%.
Η εξέλιξη αυτή αντανακλά την επιτυχία των δράσεων στις αρχές του έτους: αυξανόμενη εμπιστοσύνη στην οικονομία της ζώνης του ευρώ και εξαφάνιση των κινδύνων του αποπληθωρισμού, σχολίασε ο Μ. Draghi. Αλλά η κεντρική τράπεζα θεωρεί ότι το έργο της δεν έχει τελειώσει.
Πολιτικοί κίνδυνοι
Η ευρωζώνη αντιμετωπίζει πολιτικούς κινδύνους από τις εκλογές στη ισχυρά μέλη της όπως η Γαλλία, η Γερμανία και ίσως η Ιταλία, ενώ η αδύναμη παγκόσμια ανάπτυξη και η πολιτική αβεβαιότητα μειώνουν την ζήτηση από το εξωτερικό για τα προϊόντα της. Εν τω μεταξύ, αν και ο πληθωρισμός σύντομα ανέβηκε το Φεβρουάριο, χάρη στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου, μειώθηκε το Μάρτιο και απέχει πολύ από το να θεωρηθεί «αυτοτροφοδοτούμενος» ενώ η αύξηση των τιμών και των μισθών παραμένει υποτονική.
ΕΚΤ για ΔΝΤ
H EKT τάσσεται υπέρ ενός ισχυρού, βασιζόμενου σε ποσοστώσεις και με επαρκείς πόρους ΔΝΤ στο κέντρο του διεθνούς νομισματικού συστήματος, θέση από την οποία συμβάλλει σημαντικά στην οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα παγκοσμίως.
Μη εξυπηρετούμενα δάνεια στη ζώνη του ευρώ
Αφού κατέγραψε το χαμηλό επίπεδο του 2,5% στο τέλος του 2007, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τη ζώνη του ευρώ ως σύνολο κορυφώθηκε στο 7,7% στο τέλος του 2013, αλλά έως τα μέσα του 2016 υποχώρησε στο 6,7%, ως αποτέλεσμα συντονισμένων ενεργειών σε αρκετές χώρες (κυρίως στην Ιρλανδία, τη Σλοβενία και την Ισπανία) και του σχετικά βελτιωμένου μακροοικονομικού περιβάλλοντος. Ωστόσο, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι επίμονα υψηλός σε ορισμένες χώρες π.χ. στην Κύπρο (47,0%), την Ελλάδα (37,0%), την Ιταλία (17,5%) και την Πορτογαλία (12,7%). Η επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών στη ζώνη του ευρώ προήλθε κυρίως από τον επιχειρηματικό τομέα, ιδίως από τους τομείς των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και των επαγγελματικών ακινήτων.
Προς το παρόν, ο M. Draghi και οι συνεργάτες του στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας πιστεύουν ότι η οικονομική ανάκαμψη εξακολουθεί να εξαρτάται από την υποστήριξή τους. Η έκθεση καλεί τις κυβερνήσεις να επιταχύνουν τις μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τη χαλάρωση εργατική νομοθεσία, και να ανακατευθύνουν τις δαπάνες σε τομείς πιο φιλικούς στην ανάπτυξη. Και βάζει στο στόχαστρο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υποστηρίζοντας ότι «μια πιο ισχυρή εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων θα ήταν ευπρόσδεκτη» σε περιπτώσεις όπως η απόφαση των Βρυξελλών να μην επιβάλει κυρώσεις στην Ισπανία και την Πορτογαλία για την υπέρβαση των στόχων για το έλλειμμα.
Με το Brexit να αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κινδύνους για την οικονομία της ευρωζώνης για το εγγύς μέλλον, η ΕΚΤ επανέλαβε ότι η διατήρηση της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς της ΕΕ και της «ομοιογένειας των κανόνων και η εφαρμογή τους» είναι«επιτακτική ανάγκη».