Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Στην υπέρμετρη φορολόγηση αποδίδει τις καθυστερήσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις και του ΙΟΒΕ, στην οποία αναδεικνύονται τα πολλά προβλήματα και οι διαχρονικές στρεβλώσεις του φορολογικού συστήματος.
Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, η υπερφορολόγηση «θέτει εμπόδια στην αναπτυξιακή πορεία», επισημαίνοντας ότι η ανάγκη για ένα πιο απλό, αποτελεσματικό και δίκαιο σύστημα φορολόγησης εισοδήματος είναι πλέον επιτακτική. Είναι ενδεικτικό ότι η κυβέρνηση βάση της υπερφορολόγησης και των απίστευτα υψηλών ασφαλιστικών εισφορών κατάφερε το 2017 να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 4,2% του ΑΕΠ, ενώ η ανάπτυξη καθηλώθηκε στο 1,4%. Η πολιτική της κυβέρνησης καταστρέφει όπως δείχνουν όλα το επιχειρείν και τους παραγωγικούς κλάδους στην Ελλάδα, καθώς επέλεξε τον εύκολο δρόμο της αύξησης των συντελεστών αντί δομικών αλλαγών και κυρίως στήριξης της επιχειρηματικότητας και της εργασίας.
Όπως τονίζεται στην έκθεση οι μεταβολές στο φορολογικό σύστημα την περίοδο 2009-2016 ήταν εκτενείς, καθώς πραγματοποιήθηκαν αυξήσεις φορολογικών συντελεστών και αναπροσαρμογή άλλων φορολογικών παραμέτρων. Στην άμεση φορολογία, οι συντελεστές του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων αναπροσαρμόστηκαν, η πλειονότητα των φοροαπαλλαγών εξαλείφθηκε, ενώ εφαρμόστηκε πρόσθετη εισφορά αλληλεγγύης. Πολλά από τα φορολογικά μέτρα σχεδιάστηκαν και εφαρμόστηκαν υπό ασφυκτική πίεση, με στενά χρονικά περιθώρια, χωρίς την απαραίτητη ανάλυση της εισπρακτικής αποτελεσματικότητας και των οικονομικών τους επιπτώσεων.
Οι επιπλέον επιβαρύνσεις είχαν διάφορες μορφές. Αυξήθηκαν οι φορολογικοί συντελεστές, εκμηδενίστηκε το αφορολόγητο όριο (ή, έστω, μειώθηκε, με την εισαγωγή των εκπτώσεων φόρου), καταργήθηκαν φοροαπαλλαγές και προστέθηκαν νέοι φόροι (π.χ. ΕΝΦΙΑ, εισφορά αλληλεγγύης, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κλπ.). Μέσα σε οκτώ χρόνια οι έκτακτοι φόροι αυξήθηκαν κατά 94%. Τα έσοδα από φόρους στην περιουσία των πολιτών επταπλασιάστηκαν, από 500 εκατ. το 2008 σε 3,6 δισ. το 2016. Οι φόροι στην παραγωγή έφτασαν στο 16,1% του ΑΕΠ το 2015, από 12,7% του ΑΕΠ το 2008. Οι φόροι στο εισόδημα και οι ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν επίσης ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι τρίτη στη λίστα με τα κράτη-μέλη της ΕΕ με τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές
Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις δημιουργούν έντονες στρεβλώσεις. Συγκεκριμένα, στρεβλώνονται τα κίνητρα για εργασία, επενδύσεις και επιχειρηματική δραστηριότητα, δεν προάγεται η οικονομική αποτελεσματικότητα και ενθαρρύνονται η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή. Το 2016 η καθαρή μέση επιβάρυνση από φόρους εισοδήματος και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα κυμάνθηκε από 19,4% μέχρι 32,4% και ήταν σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (από 15,2% μέχρι 30,8%) στις περισσότερες κατηγορίες νοικοκυριών. Ταυτόχρονα, ο ανώτερος συντελεστής στην Ελλάδα (48%) ήταν σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (42%) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (39%).
Στη φορολογία εισοδήματος των νομικών προσώπων, η Ελλάδα με 50,7% συνολικό φορολογικό συντελεστή (συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης) ξεπερνάει σημαντικά τον μέσο όρο των χωρών μελών του ΟΟΣΑ (40,9%), καθώς και χώρες με υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα και υψηλότερη φορολογία εταιρικών κερδών, όπως η Γερμανία. Επιπλέον, το σύστημα φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα δεν είναι αποτελεσματικό στη μείωση των ανισοτήτων. Το 2015 περίπου το 20% των φορολογούμενων δήλωσε το 53% του συνολικού εισοδήματος και πλήρωσε το 80% των συνολικών φόρων εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη στενότητα της φορολογικής βάσης και στην εκτεταμένη φοροδιαφυγή που ουσιαστικά παραβιάζουν την αρχή της οριζόντιας ισότητας - άτομα με την ίδια φοροδοτική ικανότητα δεν φαίνεται να χαίρουν της ίδιας φορολογικής αντιμετώπισης, είτε λόγω διαφορετικών συντελεστών και εξαιρέσεων που ακόμα υπάρχουν στο νομοθετικό πλαίσιο, είτε λόγω εκτεταμένης φοροδιαφυγής.
Η διεθνής πρακτική
Οι μεταρρυθμίσεις στα φορολογικά συστήματα διεθνώς αντανακλούν, μερικώς, την άποψη ότι ο καλύτερος τρόπος για τη συγκέντρωση εσόδων με τις χαμηλότερες δυνατές στρεβλώσεις είναι: α) η εφαρμογή χαμηλών συντελεστών σε μια ευρεία φορολογική βάση και β) η διατήρηση της εμπιστοσύνης των φορολογούμενων για την ακεραιότητα των φορολογικού συστήματος, μέσω της επίτευξης δικαιοσύνης, απλότητας και διαφάνειας.
Η μεγαλύτερη αλληλεξάρτηση των οικονομιών και η μεγάλη κινητικότητα των κεφαλαίων, απόρροιες της παγκοσμιοποίησης, αποτελούν, επίσης, παράγοντες που επηρεάζουν τη μεταρρυθμιστική διάθεση και την τάση για μείωση των φορολογικών συντελεστών, ιδίως στους φόρους στα εταιρικά κέρδη. Έτσι, έχει αναδυθεί ένας έντονος φορολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των χωρών που προσπαθούν να καταστήσουν πιο ελκυστικό το φορολογικό τους σύστημα συγκριτικά με άλλες χώρες, προσφέροντας ευνοϊκά καθεστώτα για την προσέλκυση επενδύσεων, αλλά και κερδών μακριά από τις χώρες στις οποίες πραγματοποιούνται οι επενδύσεις.
Αυτό καθιστά επείγουσα την ανάγκη για περισσότερη διεθνή συνεργασία στη φορολογική πολιτική και σε αυτή την κατεύθυνση αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες τόσο από τον ΟΟΣΑ όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο αυτό, στις χώρες του ΟΟΣΑ έχουν καταγραφεί τις τελευταίες δεκαετίες τάσεις όπως: α) η μείωση του ανώτατου συντελεστή στο φόρο εισοδήματος στα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα, β) η διεύρυνση της φορολογικής βάσης στις επιχειρήσεις, μέσω της λιγότερο ευνοϊκής αντιμετώπισης των αποσβέσεων και του περιορισμού των φορολογικών δαπανών, γ) η μείωση του ανώτατου συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων, δ)ο περιορισμός των αντικινήτρων για εργασία των φτωχότερων ή λιγότερο ικανών ατόμων, η οποία επιχειρείται με την εισαγωγή στοχευμένων απαλλαγών και εκπτώσεων φόρων (οι οποίες θεωρείται ότι τονώνουν την απασχόληση και ταυτόχρονα έχουν διανεμητικές επιδράσεις), καθώς και με τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, προκειμένου να ενισχυθεί η συμμετοχή τους στο εργατικό δυναμικό και η εργασιακή τους προσπάθεια.
Δείτε εδώ την παρουσίαση των βασικών στοιχείων της έκθεσης.