Για τον Ρίσι Σούνακ, έχουν γραφτεί πολλά. Από τη καταγωγή του μέχρι τη περιουσιακή του κατάσταση και από τις σπουδές του μέχρι την επαγγελματική του καριέρα. Με βάση αυτές τις προσεγγίσεις, εξάγονται συμπεράσματα που βασίζονται σε στερεότυπα και παγιωμένες αντιλήψεις, αποφεύγοντας να εστιάσουν στην ουσία της πολιτικής διαδρομής και παρουσίας του Βρετανού πρωθυπουργού.
Η παραδοχή, πως επειδή προέρχεται από οικογένεια Ινδών μεταναστών είναι εκ προοιμίου «προοδευτικός», υπέρμαχος της κοινωνικής δικαιοσύνης, των ανοικτών συνόρων και κατά του ρατσισμού είναι απλοϊκότατη. Κατά πρώτον, ο Ρίσι Σούνακ είναι Βρετανός πολίτης από την ημέρα που γεννήθηκε. Κατά δεύτερον, ακόμα και να ήταν μετανάστης, η εμπειρία έχει δείξει πως η πλειοψηφία των παλαιότερων μεταναστών διατηρεί από επιφυλακτική μέχρι εχθρική στάση απέναντι στα νέα μεταναστευτικά κύματα.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός ήταν ένθερμος υποστηρικτής του κινήματος υπέρ του Brexit, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι Βρετανοί με καταγωγή από πρώην αποικίες και μέλη της Βρετανικής κοινοπολιτείας. Το κίνημα υπέρ της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως θυμόμαστε εστίαζε πάνω στο στερεότυπο του «μετανάστη Πολωνού υδραυλικού» που «έπαιρνε όλες τις δουλειές» στις αναπαλαιώσεις και ανακατασκευές των Βικτωριανών κτηρίων. Οι πολιτικοί που υποστήριζαν το Brexit, ειδικά όσοι διέθεταν και μια οικονομική παιδεία, όπως ο Ρίσι Σούνακ που είχε εργασθεί στη Goldman Sachs σαν επενδυτικός αναλυτής, ήταν υπέρ της δημιουργίας ενός φορολογικού παραδείσου που θα συγκέντρωνε πολύ περισσότερα κεφάλαια από αυτά που ήδη ήταν τοποθετημένα στο χρηματοπιστωτικό και χρηματιστηριακό κέντρο του περίφημου City του Λονδίνου. Πάνω σε αυτήν την πλευρά των πολιτικών του θέσεων, πάτησαν και όσοι τον κατηγορούν για φοροαποφυγή εκ μέρους της συζύγου του.
Τα ερωτήματα σχετικά με τις δυνατότητες και την πορεία του Βρετανού πρωθυπουργού είναι κατά βάση δύο. Το πρώτο είναι κατά πόσον θα βρει υποστήριξη από τα μέλη του Συντηρητικού κόμματος και το δεύτερο είναι κατά πόσο θα μπορέσει να επαναφέρει τη βρετανική οικονομία σε ένα θετικό δρόμο.
Σχετικά με τη στάση των μελών του Συντηρητικού κόμματος προς τον Ρίσι Σούνακ, υπάρχουν σημαντικότατες αμφιβολίες, αναφορικά με την πιθανή ευρεία αποδοχή του. Οι Τόρηδες έχουν 430 χιλιάδες μέλη, που σύμφωνα με το συντηρητικό think tank «Bow Group», έχουν μέση ηλικία τα 68 έτη και είναι κατά βάση λευκοί. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του τηλεοπτικού σταθμού ITV, εμφανίζεται ήδη μια μεγάλη δυσαρέσκεια ανάμεσα στα μέλη του κόμματος, που έχει οδηγήσει σε μαζικές αποχωρήσεις. Η δυσαρέσκεια που εκφράζεται αφορά τόσο το πρόσωπο του νέου πρωθυπουργού, όσο και τη διαδικασία μη εκλογής του από τη βάση του κόμματος.
Ισχυρές παραμένουν και οι αμφιβολίες περί των δυνατοτήτων του Ρίσι Σούνακ στον τομέα των οικονομικών. Το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να προχωρήσει σε αυστηρή περιστολή των κρατικών δαπανών, να ενισχύσει την ανάπτυξη, να δαμάσει την αύξηση του κόστους διαβίωσης των Βρετανών, να αντιμετωπίσει το εντεινόμενο απεργιακό κύμα και να στηρίξει τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου στο πλευρό της Ουκρανίας.
Το παρελθόν του, στη θέση του Υπουργού Οικονομικών δεν εγγυάται σε κανένα βαθμό την επιτυχία των κινήσεων του. Ειδικά όταν αρκετοί θυμούνται στη σθεναρή του στάση κατά του lockdown κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Και δεν είναι λίγοι αυτοί που τον μέμφονται για την κατάσταση της Βρετανικής οικονομίας. Επί υπουργίας του διατέθηκαν περισσότερα από £400 δισ. σε επιδόματα και ενισχύσεις, που οδήγησαν το Βρετανικό έλλειμμα στα £355 δισ., το μεγαλύτερο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ταυτόχρονα αυξήθηκαν και οι εταιρικοί φορολογικοί συντελεστές.
Πάντως η επιλογή της κοινοβουλευτικής ομάδας των Τόρηδων, καταδεικνύει την επιθυμία τους για επιστροφή στην κανονικότητα, μετά από την περίοδο έντονου λαϊκισμού που ακολούθησε το Brexit. Οι επιπτώσεις από το Brexit δεν έχουν ακόμα ξεπεραστεί στη Βρετανία. Ούτε μειώθηκαν οι εισαγωγές, που έχουν καταστεί ακόμα ακριβότερες πυροδοτώντας τον πληθωρισμό, ούτε οι εξαγωγές έγιναν ανταγωνιστικές.
Η επιστροφή στη κανονικότητα απαιτεί καθαρούς και ακριβείς χειρισμούς. Ωστόσο ο νέος πρωθυπουργός δεν έχει ξεκαθαρίσει πως θα κινηθεί ούτε στο θέμα της οικονομικής ανάκαμψης, ούτε στο θέμα της αντιμετώπισης της ακρίβειας, ούτε στο θέμα του χειρισμού των οικονομικών, εμπορικών και τελωνειακών σχέσεων με τη Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ούτε και στο θέμα της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, για το οποίο ουδείς γνωρίζει «τα πιστεύω» του.