Οι στόχοι που έχουν θέσει τα κόμματα εν όψει των εκλογών του 2023, διαφέρουν μεταξύ τους. Διότι τόσο τα ποσοστά που κατέκτησαν στις εκλογές του 2019, όσο και τα ποσοστά που καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις, εύκολα μεταβάλλονται ακόμα και την τελευταία στιγμή. Άλλωστε πάνω από το 10% των ψηφοφόρων αποφασίζει για το τι θα ψηφίσει ανήμερα των εκλογών.
Η Νέα Δημοκρατία επιδιώκει να κρατήσει κοντά της τους ψηφοφόρους από το Κέντρο και την Κεντροαριστερά, που της έδωσαν τη νίκη στις εκλογές του 2019. To ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να επαναπατρίσει όχι μόνο αυτές τις ψήφους, αλλά ταυτόχρονα και τις ψήφους που έχουν μεταναστεύσει προς τον ΣΥΡΙΖΑ ακολουθώντας την ηχηρή μεταγραφή του βαθέως ΠΑΣΟΚ προς τα εκεί, ήδη από το 2015. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερες ψήφους από τα αριστερά του και την ίδια στιγμή να συγκρατήσει τις απώλειες προς το ΠΑΣΟΚ. Απώλειες που είχαν αρχίσει να διαφαίνονται από τις εκλογές του 2019, όταν περισσότερες από 100 χιλιάδες ψήφοι «είχαν διαφύγει» προς το ΠΑΣΟΚ. Διότι από τις συνολικές 140 χιλιάδες ψήφους που είχε χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019, οι 100 χιλιάδες είχαν επιστρέψει στο ΠΑΣΟΚ.
Η διεκδίκηση των ψηφοφόρων αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί περισσότερο ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε φράξιες και σε γκρουπ της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και δεν θα προσθέσουν κάτι στο πολιτικό διάλογο και στις αναζητήσεις για την επόμενη ημέρα. Και γι’ αυτό προκαλεί εντύπωση στους αναλυτές η εμμονή των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, στην ταυτόχρονη χρήση μιας αριστερίστικης φρασεολογίας και μια χυδαίας και τοξικής γλώσσας, που δεν μπορεί να προκαλεί θετικά αντανακλαστικά σε κανέναν δημοκρατικό πολίτη, παρά μόνο σε παρίες της πολιτικής ζωής και σε περιθωριακά άτομα της πραγματικής ζωής. Με αυτόν τον τρόπο, ψήφους από το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα βρει.
Το ΠΑΣΟΚ, διεκδικεί τις ψήφους των πολιτών που κινούνται προς τα δεξιά του. Το αφήγημα που χρησιμοποιεί σε αυτή του την προσπάθεια δεν έχει να κάνει ούτε με την οικονομία, ούτε με την ελληνική στάση στην Ουκρανία, ούτε στις αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία, ούτε με τις αμυντικές δαπάνες, ούτε με την κοινωνική πολιτική. Σε όλα τα προαναφερθέντα, το ΠΑΣΟΚ, απλά δεν έχει θέσεις.
Οπότε στο τραπέζι θέτει το θέμα των παρακολουθήσεων και των υποκλοπών, για να καταλήξει σε απόψεις περί αντιδημοκρατικότητας, θεσμικής εκτροπής και απαίτησης για παραίτηση της κυβέρνησης. Ο στόχος είναι απλός. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, προσπαθεί να πλήξει τις σχέσεις εμπιστοσύνης του κεντρώου χώρου με την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Προσπαθεί να παρουσιάσει ότι η κυβέρνηση κινείται εκτός δημοκρατικών πλαισίων και κανόνων, ότι παίζει με τους θεσμούς και ότι είναι επικίνδυνη για τον τόπο. Προσπαθεί δηλαδή να διεγείρει το θυμικό όσων ψήφισαν την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, χωρίς να βρίσκονται στο χώρο της Νέας Δημοκρατίας.
Όμως η όλη ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από το ΣΥΡΙΖΑ, στον τομέα της δήθεν αντιδημοκρατικότητας της κυβέρνησης, μάλλον δεν θα οδηγήσει σε παλιννόστηση των ψήφων του πολιτικού κέντρου και της κεντροαριστεράς στο ΠΑΣΟΚ. Διότι με το σήριαλ των καταγγελιών έχει γελάσει μέχρι και το παρδαλό κατσίκι.
Η αγωγή του Γρηγόρη Δημητριάδη εναντίον των δημοσιογράφων που τον ενέπλεξαν στην ιστορία των παρακολουθήσεων, πήρε αναβολή από την πλευρά των κατηγορουμένων για το 2024.
Οι δημιουργοί του σήριαλ με τις λίστες παραδέχονται πως δεν υπάρχουν αποδείξεις και πως μπορεί να εμφανιστούν μάρτυρες.
Το φάντασμα του Predator, βρίσκεται πίσω από τις φωτογραφίες του Αλέξη Τσίπρα στη θαλαμηγό της κας. Παναγοπούλου.
Το μυθικό τέρας Predator, είχε εντοπίσει, καθοδηγήσει και διασώσει μόνο την οικογένεια του υπουργού Κυριάκου Πιερρακάκη στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι το 2018.
Και το Predator μαζί με τον Μινώταυρο του Νεοφιλελευθερισμού, είχαν αρπάξει και προσφέρει στον Κυριάκο Μητσοτάκη την αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας. Ένα σενάριο που διανθίζεται ακόμα περισσότερο από τα γνωστά εξαπτέρυγα ενός πρώην προέδρου της ΝΔ.
Σιωπηρά το ΠΑΣΟΚ, σέρνεται πίσω από τα τοξικά παραμύθια του ΣΥΡΙΖΑ, ασπαζόμενο το αντιδεξιό σύνδρομο. Προσπαθώντας να δελεάσει με αυτόν τον τρόπο όσους έχουν πλησιάσει τη ΝΔ, όχι επειδή έγιναν ξαφνικά κεντροδεξιοί, αλλά διότι φοβήθηκαν την επανεκλογή του ΣΥΡΙΖΑ.
Θα επιστρέψουν αυτοί στο ΠΑΣΟΚ; Πολύ αμφίβολο. Διότι από εκεί που οι ψηφοφόροι αυτοί είχαν υπερψηφίσει τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη για να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ, τώρα δεν θέλουν να θυσιάσουν όλα όσα έχουν επιτευχθεί κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας. Ο πραγματικός φόβος από το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ, είναι ισχυρότερος από το θεωρητικό φόβο της αντιδημοκρατικότητας της κυβέρνησης. Ο πραγματικός φόβος του εκτροχιασμού της πορείας της χώρας, είναι ισχυρότερος από την επιθετική τοξικότητα της αντιπολίτευσης. Το πιθανότερο είναι πως το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας θα κρατήσει αυτές τις ψήφους, που πολλοί τις χαρακτηρίζουν απαξιωτικά σαν «αντισύριζα» ψήφους. Με τη διαφορά ότι αυτές οι ψήφοι δεν στηρίζονται πλέον στο «αντί», αλλά στο θετικό έργο και πρόσημο της κυβέρνησης.