Διαβάζουμε και ακούμε ότι οι πιθανότητες ανάδειξης αυτοδύναμης κυβέρνησης μέσα από τις επόμενες εκλογές είναι ελάχιστες. Διαβάζουμε και ακούμε επίσης ότι πρέπει να ενστερνιστούμε και να υιοθετήσουμε την ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα της συγκρότησης κυβερνήσεων συνεργασίας, με πρωθυπουργό κοινής αποδοχής και συμβιβαστικές αλλά ισχυρές προγραμματικές συμφωνίες.
Όμορφες νουθεσίες. Μονοπάτια και λιβάδια στρωμένα με αγαθές προθέσεις. Και έχει ενδιαφέρον ότι προς την κατεύθυνση αυτή επιθυμούν να μας στρέψουν όλοι όσοι μέχρι πρότινος με το που άκουγαν Ευρώπη και ευρωπαϊκούς θεσμούς, εμφάνιζαν συμπτώματα δυσανεξίας.
Για το θέμα της επιλογής πρωθυπουργού που δεν θα είναι αρχηγός του πρώτου κόμματος, αλλά κάποια φιγούρα από ένα καλά κρυμμένο χαρτί τράπουλας, έχουν ασχοληθεί εδώ στο liberal αρκετοί πολιτικοί αναλυτές και αρθρογράφοι.
Για το θέμα όμως των προγραμματικών συμφωνιών, δεν έχει γραφτεί κάτι. Και είναι εύλογο αυτό, αφού από το Σύνταγμα ο κάθε ένας από τους πολιτικούς αρχηγός που θα λάβει την διερευνητική εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα έχει μπροστά του μόλις τρεις ημέρες για να διαπραγματευτεί με τα υπόλοιπα κόμματα. Τρεις ημέρες.
Τι μπορεί να πρωτογίνει μέσα σε τρεις ημέρες; Είναι δυνατόν να υπάρξουν προγραμματικές συμφωνίες ή έστω προγραμματικές συγκλίσεις σε τρεις μόλις ημέρες; Φυσικά και όχι. Ειδικά όταν τα προγράμματα των κομμάτων έτσι όπως παρουσιάζονται, περισσότερο αποκλίνουν παρά συγκλίνουν, ακόμα και σε θέματα που απαντώνται απλά και μόνο από τον κοινό νου. Διότι στην χώρα μας, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη όπου πάρα πολλά θέματα είναι λυμένα από σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα, όπως για παράδειγμα είναι τα θέματα της εκπαίδευσης, τα θέματα της άμυνας, τα θέματα της δημόσιας υγείας, τα θέματα της ασφάλειας των πολιτών, τα θέματα των επενδύσεων και άλλα, σχεδόν τίποτα δεν αποτελεί κοινό τόπο. Κοινό σημείο αναφοράς. Κοινό πεδίο σύγκλισης.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη οι χώρες μπορούν να ζουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στον «αυτόματο πιλότο». Διότι εκεί το δημόσιο δουλεύει, οι κρατικοί μηχανισμοί λειτουργούν αδιάλειπτα και δεν τίθεται σε διαρκή αμφισβήτηση η βασική πορεία των χωρών αυτών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός πως στο Βέλγιο μπορεί την περίοδο 2010 -2011 να απαιτήθηκαν διαπραγματεύσεις 589 ημερών για να συμφωνηθεί η δημιουργία κυβέρνησης, αλλά δεν είχε εμφανιστεί η παραμικρή δυσλειτουργία στη χώρα.
Σε αυτές τις χώρες δεν υπάρχουν πολιτικοί που ξαφνικά να θελήσουν να κρατικοποιήσουν επιχειρήσεις και τράπεζες. Δεν υπάρχουν πολιτικά κόμματα που να ζητούν την προσωρινή επανακρατικοποίηση ιδιωτικών επιχειρήσεων. Δεν υπάρχουν διαφορές για το εκπαιδευτικό σύστημα, για την οικονομική κατεύθυνση της χώρας ή τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της.
Στην Ελλάδα οι διαφορές είναι έντονες και χαοτικές. Το θέμα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων μπορεί να ρίξει κυβερνήσεις. Το θέμα των αμυντικών συνεργασιών, αποτελεί σημείο σκληρής αντιπαράθεσης. Το θέμα των μη κρατικών Πανεπιστημίων αποτελεί αφορμή κοινωνικής εξέγερσης. Και όλα τα παραπάνω αποτελούν ηχηρά και τοξικά εργαλεία στα χέρια της αντιπολίτευσης.
Αλήθεια, ποια προγραμματική σύγκλιση μπορεί να πραγματοποιηθεί ανάμεσα σε αντιδιαμετρικά αντίθετες θεωρήσεις και απόψεις; Καμία. Και αυτό ακριβώς επιδιώκουν να συμβεί, όσοι ευαγγελίζονται κυβερνήσεις συνεργασίας. Να υπάρξει μια άχρωμη συμφωνία για τα ελάχιστα. Δίχως να αντιμετωπιστούν τα στερεότυπα και οι κακοδαιμονίες ετών. Απλά να γίνει μια συμφωνία στο γόνατο, και να πεταχτεί το τενεκεδάκι λίγο παρακάτω. Μια συμφωνία για τη συγκρότηση μιας βραχύβιας και ευνουχισμένης κυβέρνησης.