Οι οικονομικές νουθεσίες προς όλους τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων που δημοσιεύτηκαν προ ημερών από απόστρατο πολιτικό, όχι μόνο τσουβαλιάζουν τα πεπραγμένα των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά ευνουχίζουν τα σημεία διαφοροποίησης των οικονομικών προγραμμάτων των κομμάτων που έχουν εξαγγελθεί εν όψει των εκλογών της Κυριακής. Καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως «όλοι ίδιοι είναι».
Τα τελευταία χρόνια είμαστε συνηθισμένοι να ακούμε συχνά απόστρατους πολιτικούς να στέλνουν μηνύματα προς το τρέχον πολιτικό προσωπικό της χώρας. Τις περισσότερες φορές τα μηνύματα αυτά εκφράζουν γνήσιες ανησυχίες, μέσα από τη ουδέτερη ματιά ενός ανθρώπου που διαθέτει γνώσεις και που ταυτόχρονα δεν έχει προσωπικό ενδιαφέρον για τη εκ νέου εμπλοκή του στην πολιτική. Ωστόσο είναι άλλο η επισήμανση κάποιων κινδύνων και άλλο η κινδυνολογία. Είναι άλλο η προσπάθεια καταγραφής κάποιων μεγεθών και άλλο η επίρριψη ευθυνών επί δικαίων και αδίκων.
Έτσι οι κώδωνες κινδύνου που ήχησαν δια στόματος του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ Αλέκου Παπαδόπουλου, σχετικά με την πιθανότητα μιας νέας χρεοκοπίας της χώρας λόγω δημοσιονομικής εκτροπής, περισσότερο λειτούργησαν σαν σειρήνες απαξίωσης του κυβερνητικού έργου. Και μάλιστα η χρήση ιδιαίτερων φραστικών χρωματισμών στο κείμενο της επιστολής του, έρχεται να επιβεβαιώσει ακριβώς αυτή την διάθεση αποδόμησης των σημαντικών και ανέλπιστων δημοσιονομικών και οικονομικών βημάτων που πέτυχε η χώρα μας εν μέσω πολλαπλών κρίσεων. Οι αναφορές σε «δήθεν πρωτοφανές επίτευγμα», σε «ανεπαρκή ή παντελή αποσιώπηση», σε «προσπάθεια εξωραϊσμού» και σε «ασταμάτητα προβαλλόμενες αναβαθμίσεις», είναι προφανές πως βάλλουν κατά της κυβέρνησης που φέρει την ευθύνη των πεπραγμένων.
Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ παραβιάζει ορθάνοικτες πύλες υποστηρίζοντας ότι το Δημόσιο και Κρατικό Χρέος της Ελλάδας αυξήθηκαν με ονομαστικούς όρους. Πράγμα γνωστό. Και είναι λογικό να υπάρχει αύξηση του Χρέους, διότι η κυβέρνηση έπρεπε να στηρίξει την επιχειρηματικότητα και την κοινωνία, στα πλαίσια της αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, των επιπτώσεων από την κατάρρευση της εφοδιαστικής αλυσίδας, της ενεργειακής κρίσης καθώς και του σπάνιου σε έκταση παγκόσμιου πληθωριστικού κύματος. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο, πως η Ελλάδα ακολούθησε κατά γράμμα τις ευρωπαϊκές οδηγίες για την αναστολή των δημοσιονομικών περιορισμών που επανέρχονται κατά το τρέχον έτος. Και σήμερα η χώρα μας αποτελεί ευρωπαϊκό παράδειγμα ως προς τη μείωση του δείκτη του Ελληνικού Δημοσίου Χρέους προς το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν.
Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ σημειώνει ότι προβάλλεται η επιτυχία του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 273 εκ. ευρώ και ότι αποσιωπάται το έλλειμμα από τη εκτέλεση του Προϋπολογισμού ύψους 4,7 δισ. ευρώ. Και όμως. Αμφότερα τα μεγέθη έχουν προβληθεί επαρκώς, διότι ενώ στον Προϋπολογισμό το έλλειμμα είχε προϋπολογιστεί στα 7,4 δισ. ευρώ, στο τέλος το έλλειμμα διαμορφώθηκε στα 4,7 δισ. ευρώ, δηλαδή μειωμένο κατά 36%. Κάτι που προσμετράται αυτομάτως στις επιτυχίες της κυβέρνησης.
Σε άλλο σημείο της επιστολής του, αναφέρει ότι οι κυβερνητικές εγγυήσεις που αποτελούν δυνητικό χρέος, ξεπέρασαν τα 29,8 δισ., μακράν οι μεγαλύτερες από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος των εγγυήσεων αυτών, αποτελούν εγγυήσεις που έχει χορηγήσει το Ελληνικό Δημόσιο πάνω στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών μέσω του σχεδίου «Ηρακλής». Και μάλιστα μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή, δηλαδή η Eurostat αποφάσισε να μην εγγραφούν οι προαναφερθείσες εγγυήσεις στο Δημόσιο Χρέος.
Για πολλά μπορεί να κατηγορηθεί η κυβέρνηση. Για την υστέρηση στον τομέα των μεταρρυθμίσεων. Για τη μη ρήξη με το «βαθύ κράτος» του Δημόσιου τομέα, που πνίγει τη οικονομία. Για τις υπερβολές στην επιδοματική πολιτική της. Για την συνέχιση του άτυπου δανεισμού του Κράτους από διάφορους τομείς του Δημοσίου, που είχε ξεκινήσει επί Σύριζα.
Όμως στο να καταλήγει κανείς, στο σημείο να απευθύνει επιστολή τσουβαλιάζοντας και τρία μεγάλα κόμματα της χώρας για το ενδεχόμενο δημοσιονομικού εκτροχιασμού είναι υπερβολικό. Ειδικά όταν το ένα κόμμα, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, στερείται οικονομικών θέσεων, το δεύτερο κόμμα δηλαδή ο Σύριζα, θα τινάξει τη μπάνκα στον αέρα με μια ΠΝΠ από την πρώτη ημέρα της διακυβέρνησης του και το τρίτο κόμμα δηλαδή η Νέα Δημοκρατία, έχει χαράξει μια πολιτική που αποδέχονται και επικροτούν όχι μόνο εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών μηχανισμών και θεσμών, αλλά και οι σημαντικότεροι οίκοι αξιολόγησης του αξιόχρεου της Ελλάδας, όπως είναι η S&P Ratings και η Fitch.