H διαρροή από την πλευρά της Τουρκικής κυβέρνησης σχετικά με την άρνηση προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλάζει τα δεδομένα που γνώριζε και προέβλεπε η παγκόσμια επενδυτική κοινότητα. Τελικά η Τουρκική Οικονομία μπορεί να είναι «πολύ σκληρή για να πεθαίνει», ωστόσο με το «Όχι» προς το ΔΝΤ μπορεί να οδηγηθεί στην αυτοκτονία.
Σε προηγούμενο άρθρο (Η τουρκική οικονομία μπροστά στο 2023), είχαμε αναφερθεί στην τρέχουσα κατάσταση της Τουρκικής οικονομίας, στην προσπάθεια στήριξης του τουρκικού νομίσματος μέσω της υποχρεωτικής μετατροπής του 40% των εσόδων των ξένων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο τουρκικό έδαφος σε τουρκικές λίρες, στην προσπάθεια προσέλκυσης νέων κεφαλαίων και στον σχεδιασμό για τη μετατροπή της Τουρκίας σε ενεργειακό κόμβο.
Τώρα όμως τα δεδομένα αλλάζουν. Η Τουρκία θα πρέπει μέχρι το τέλος του 2023 να αποπληρώσει κρατικά δάνεια ύψους $186,3 δισ. Από αυτό το ποσό μόλις τα $16,1 δισ. βρίσκονται σε χέρια τουρκικών τραπεζών και Τούρκων ιδιωτών. Τα υπόλοιπα $170,2 δισ. η Τουρκία τα οφείλει σε επενδυτές από το εξωτερικό. Βρίσκεται η Τουρκία σε κατάσταση να αποπληρώσει αυτό το ποσό μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο; Ασφαλώς και όχι.
Μέχρι σήμερα οι κινήσεις της κυβέρνησης Ερντογάν, στοχεύουν σε αυτό που οι Αγγλοσάξονες ονομάζουν “window dressing”, δηλαδή στον στολισμό της βιτρίνας. Όπου η βιτρίνα είναι η απεικόνιση των λογιστικών καταστάσεων της Τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι η Κεντρική Τράπεζα στέκεται προς το παρόν όρθια, μέσω συναλλαγματικών swaps ύψους $30 δισ., καταθέσεων ύψους $5 δισ. από το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας και οικονομικής βοήθειας ύψους $10 δισ. από το Κατάρ. Επίσης η SOFAZ που είναι η κρατική εταιρεία πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν μετέφερε διαθέσιμα ύψους $1 δισ. στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα και η ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom, που κατασκευάζει τον τουρκικό πυρηνικό σταθμό, μετέφερε $5 δισ. στη θυγατρική της που κατέληξαν και αυτά στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα.
Όμως αυτές οι ροές, εξασφαλίζουν την εικόνα, αλλά όχι την ουσία. Είναι κεφάλαια που «παρκάρονται» στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα αλλά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή του χρέους. Ακόμα και το δάνειο από τη ρωσική τράπεζα Gazpronbank θυγατρική του Ομίλου της Gazprom, που προσπαθεί να εξασφαλίσει η κυβέρνηση Ερντογάν για την εκκαθάριση των εισαγωγών φυσικού αερίου, προσφέρει μια διευκόλυνση των χρηματοροών, αλλά δεν είναι κεφάλαια αποπληρωμής.
Έτσι με το τουρκικό έλλειμμα να ξεπερνάει σύμφωνα με τα στοιχεία του Γ’ Τριμήνου τα $37 δισ., το ερώτημα σχετικά με τον τρόπο που η Τουρκία θα αποπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις της, παραμένει ένα μεγάλο μυστήριο. Από που θα αναζητήσει αναχρηματοδότηση του χρέους της; Ποιος θα «εγγυηθεί» για τη σταθερότητα της τουρκικής οικονομίας; Μήπως η «σφραγίδα του ΔΝΤ», που με τόση βδελυγμία αρνείται η κυβέρνηση Ερντογάν, αποτελεί τελικά μονόδρομο για να αποτραπεί ένα πιστωτικό γεγονός;
Τα δάνεια δεν αποπληρώνονται ούτε με πολεμικές ιαχές, ούτε με εθνικιστικές κορόνες, ούτε με ρητορική μίσους. Αποπληρώνονται με πραγματικά χρήματα. Και η Τουρκία θα κληθεί από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα να δείξει, είτε πως έχει τα χρήματα για να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της, είτε πως διαθέτει την αξιοπιστία για να δανειστεί εκ νέου από τις αγορές.