Ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο που είχαν ξεκινήσει οι συζητήσεις για τις εκλογές, είχε γίνει αντιληπτό τόσο από το πολιτικό προσωπικό όσο και από τους πολίτες πως τα ενδεχόμενο διπλών εκλογών δεν θα έπρεπε να αποκλείεται. Η διαπίστωση αυτή από μόνη της, υποβάθμισε τη σημασία των πρώτων εκλογών με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Έτσι σήμερα είναι διάχυτη η εικόνα, πως οι πρώτες εκλογές θεωρούνται από πολλούς πως είναι άνευ σημασίας και βαρύτητας, αφού όλα θα κριθούν στις δεύτερες, που αναγκαστικά θα οδηγήσουν στη δημιουργία κυβέρνησης. Επομένως δεν θα ήταν αδόκιμο να θεωρήσουμε πως στις πρώτες κάλπες θα μετρηθούν ψήφοι που δεν θα καταγράφουν το τι θέλουν, αλλά περισσότερο το τι δεν θέλουν. Δεν θα καταγράφουν δηλαδή την πραγματική βούληση των ψηφοφόρων για το ποιος επιθυμούν να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Αλλά θα καταγράφουν την άρνηση τους και τη κριτική τους, την απογοήτευση τους από το σύστημα, την απόρριψη και την δυσαρέσκεια τους απέναντι στο σύστημα.
Είναι πολύ πιθανόν λοιπόν, οι πρώτες εκλογές να αποτελέσουν ένα είδος δημοψηφίσματος, έναν τρόπο καταγραφής διαμαρτυρίας, μέσω του οποίου να εκδηλωθεί και αποτυπωθεί με ιδιαίτερα χαλαρό τρόπο το «δεν», το «αντί» και το «όχι».
Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει συμπολίτες μας να υποστηρίζουν πως «δεν θα ψηφίσω κανέναν», «θα τους στείλω μήνυμα», «θα τους δείξω να καταλάβουν», «θα ψηφίσω τον Χ για να τρομάξουν», «να φάνε μαύρο να δουν», «για να δούμε αν θα αλλάξουν», «σιγά που θα πάω να ψηφίζω» και άλλα.
Στην μετατροπή των πρώτων εκλογών σε μια εκδήλωση του θυμικού και όχι σε μια εκδήλωση συνειδητής επιλογής, έχουν συμβάλει τα μέγιστα, οι θέσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης, που έχουν μετατρέψει την εκλογική διαδικασία σε ένα τεράστιο σοκολατάκι «kinder-έκπληξη», που το ανοίγεις και δεν γνωρίζεις τι θα βρεις μέσα. Θα βρεις κυβέρνηση ηττημένων που θα διαθέτουν πλειοψηφία; Προοδευτική συγκυβέρνηση όπου ουδείς γνωρίζει ποιοι θα συμμετέχουν; Οικουμενική κυβέρνηση στην οποία δεν θα συμμετέχουν πολιτικοί αρχηγοί; Πολλά μικρά κόμματα ενισχυμένα τα οποία θα αδυνατούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους;
Όλα τα ανωτέρω αποτελούν σενάρια ακυβερνησίας. Σενάρια που οδηγούν σε κοινωνική ανησυχία και σε οικονομική αναταραχή. Και σενάρια που μας φέρνουν μπροστά στον κίνδυνο ενός νέου 2015. Πολλοί οι πρόθυμοι για συγκυβέρνηση χωρίς τη ΝΔ ή τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Πολλοί οι πρόθυμοι για μια γενικά αόριστη προοδευτική διακυβέρνηση, όπου ο ένας δεν κάνει και ο άλλος δεν ταιριάζει. Και πολλοί οι πρόθυμοι για μια κυβέρνηση που σαν μοναδικό συνεκτικό ιστό θα έχει τον «αντιμητσοτακισμό». Που δεν θα έχει συγκροτημένες θέσεις για την οικονομία, για τις διεθνείς θέσεις της χώρας και για τα αμυντικά ζητήματα.
Οι πρόσφατες εμφανίσεις των αρχηγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης σε κεντρικές τηλεοπτικές εκπομπές, όχι μόνο δεν επιχείρησαν να ξεκαθαρίσουν έστω και στο ελάχιστο το τοξικό προεκλογικό τοπίο και τις θολές θέσεις τους, αλλά μίλησαν με γρίφους, με αοριστίες και με τσιτάτα. Λες και κρατούν κάποιο κρυφό πολιτικό μπαλαντέρ στα χέρια τους.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης αρνείται συνεργασία με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενώ μιλάει για «προοδευτική» συγκυβέρνηση στην οποία δεν θα συμμετέχει το κόμμα του Γιάννη Βαρουφάκη. Όμως έτσι δεν συγκροτείται κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα στηρίξει μια τέτοια κυβέρνηση.
Και ο Αλέξης Τσίπρας παρουσιάζει τη δική του κυβερνητική πρόταση, δίχως ακριβείς θέσεις, δίχως προτάσεις, πέρα από τη σύγκρουση με το «καθεστώς» της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον είναι πιθανό οι πρώτες εκλογές να μετατραπούν σε καταστάσεις «τρεις λαλούν και δυο χορεύουν». Να καταγραφούν παράξενες τάσεις, που θα δεν θα εγγυώνται καλύτερη κατάληξη στις δεύτερες εκλογές, αλλά αντίθετα θα αποτελούν τις πρώτες ύλες για μια συνταγή ακυβερνησίας.