Διαβάζουμε και ακούμε τους εκπροσώπους της αντιπολίτευσης να ασκούν δριμύτατη κριτική στην ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Και συχνά κατηγορείται η κυβέρνηση διότι δεν έχει ακολουθήσει την επιτυχημένη πολιτική των χωρών της Ιβηρικής χερσονήσου, που δεν επλήγησαν ιδιαίτερα από την κρίση. Ποια είναι όμως η αλήθεια;
Η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν μια εντελώς διαφορετική ενεργειακή πολιτική που οφείλεται κατά βάση στην οροσειρά των Πυρηναίων που έχει «απομονώσει» την Ιβηρική Χερσόνησο από το δίκτυο της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Έτσι η ενεργειακή πολιτική κυρίως της Ισπανίας στηρίζεται αφ’ ενός στο φθηνότερο φυσικό αέριο που μεταφέρεται είτε μέσω αγωγών από τις χώρες της Βόρειας Αφρικής, είτε μέσω LNG φορτίων και αφ’ ετέρου στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Έτσι η ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε λόγω των εκβιασμών του Κρεμλίνου, μετά από τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δεν έχει επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την οικονομία των δυο αυτών χωρών. Και μάλιστα η Ισπανία ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του πρώτου εννεάμηνου του 2022, ακολουθώντας στην κατάταξη τη Σουηδία και τη Γερμανία.
Όπως φαίνεται και από το ακόλουθο γράφημα, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ιβηρική Χερσόνησο σταμάτησαν να ακολουθούν την άνοδο των υπολοίπων χωρών αμέσως μετά από τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, λόγω της μη εξάρτησης της, από το Ρωσικό φυσικό αέριο.
Οι λόγοι της συγκράτησης των τιμών είναι δυο. Ο πρώτος λόγος είναι η ύπαρξη μακροχρόνιων συμβολαίων προμήθειας φυσικού αερίου και LNG από τη Βόρειο Αφρική. Και ο δεύτερος λόγος είναι η συμμετοχή των ΑΠΕ στο τρέχον ενεργειακό μείγμα που υπερβαίνει το 48% με στόχο να ξεπεράσει το 64% μέχρι το 2025 και το 79% μέχρι το 2030. Στο ακόλουθο γράφημα της RystadEnergy αποτυπώνεται το δίκτυο των αγωγών φυσικού αερίου καθώς και το προγραμματισμένα έργα των ΑΠΕ μέχρι το 2030, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία.
Σήμερα η Ισπανία είναι η δεύτερη ευρωπαϊκή χώρα σε παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Το 60% της ενέργειας από ΑΠΕ προέρχεται από χερσαία αιολικά πάρκα. Η δε ενέργεια που παράγεται από υπεράκτια αιολικά πάρκα υπερβαίνει τα 6GW με στόχο το διπλασιασμό της μέχρι το 2030. Μάλιστα στον Ατλαντικό Ωκεανό στα ανοικτά της Πορτογαλίας, αναμένεται η εγκατάσταση ενός επιπλέοντος υπεράκτιου αιολικού πάρκου του οποίου οι ανεμογεννήτριες θα έχουν δυναμικότητα 600 MW.
Παρατηρούμε πως η ενεργειακή ανάπτυξη της Ιβηρικής Χερσονήσου βασίζεται κυρίως στις ΑΠΕ. Οι ΑΠΕ συνέβαλαν στο 21% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το 1990 και σήμερα μόλις υπολείπονται του 50%. Και το μέλλον όπως έχει σχεδιαστεί, δίνει ολοένα και μεγαλύτερη έμφαση στα αιολικά πάρκα και στις ανεμογεννήτριες, που έρχονται να υποκαταστήσουν το λιγνίτη και το φυσικό αέριο. Το ακόλουθο γράφημα μας βοηθά οπτικά στην εξαγωγή συμπερασμάτων για την εξέλιξη του Ιβηρικού ενεργειακού μοντέλου.
Όπως βλέπουμε το επιτυχημένο μοντέλο της Ιβηρικής Χερσονήσου, που με τόση ένταση επικαλείται η αντιπολίτευση στη χώρα μας, στηρίζεται στις ανεμογεννήτριες. Στις οποίες η αντιπολίτευση αντιτίθεται επιμόνως, αφού επισήμως ή ανεπισήμως κρύβεται πίσω από κάθε κινητοποίηση εναντίωσης στην εγκατάσταση αιολικών πάρκων. Και αυτό συμβαίνει παρ’ όλο που τα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θεωρούνται πλέον ότι είναι υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος και ότι υπηρετούν την ασφάλεια και τη δημόσια υγεία.
Η στάση της αντιπολίτευσης είναι τουλάχιστον υποκριτική. Δεν είναι δυνατόν από τη μια να «θαυμάζεις» το Ισπανικό ενεργειακό θαύμα και από την άλλη να αντιτίθεσαι απέναντι στις τεχνολογίες που το έχουν δημιουργήσει. Οι αναφορές στην ηχητική ρύπανση, στις παρεμβολές στις τηλεπικοινωνίες, στις καταστροφές των δασών, στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, στον πληθυσμό των πτηνών, στις κτηνοτροφικές και αγροτικές δραστηριότητες, καθώς και στην οπτική όχληση, ξεπερνούν κάθε όριο διαλόγου και δεν σταθμίζουν ούτε στον ελάχιστο βαθμό τα πλεονεκτήματα της συγκεκριμένης τεχνολογίας. Και φυσικά δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους, το γεγονός πως σύμφωνα με το REPowerEU, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να αυξήσει την εγκατεστημένη αιολική ισχύ στα 480GW ως το τέλος του 2030.