Ο εγκέφαλος πίσω από την πρωτοφανή παγκόσμια ενεργειακή κρίση είναι ο Βλαδίμηρος Πούτιν, που τη σχεδίασε και εφάρμοσε στα πλαίσια της προσπάθειας του για την οικονομική και κοινωνική κατάρρευση της Ευρώπης. Ένας σχεδιασμός που είχε ξεκινήσει το καλοκαίρι του 2021 και ολοκληρώθηκε με τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή απέτυχε. Οι χώρες τις Ευρώπης αναγκάστηκαν να κινητοποιήσουν εναλλακτικές δυνάμεις, να μεταβάλλουν το ενεργειακό τους μοντέλο, να υιοθετήσουν άλλες πρακτικές με αποτέλεσμα να αρχίσουν να κάνουν βήματα προς την επιτυχή απεξάρτηση τους από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες και τους εκβιασμούς του Κρεμλίνου.
Η αλήθεια είναι πως ο ευρωπαϊκός ενεργειακός προσανατολισμός ήταν στραμμένος προς Ανατολάς, με το δίκτυο των αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία να αποτελεί ουσιαστικά την ενεργειακή ραχοκοκαλιά της Ευρώπης. Με αποτέλεσμα την πλήρη εξάρτηση τόσο της βιομηχανικής παραγωγής, όσο και της ενεργειακής κάλυψης των νοικοκυριών, από τη Μόσχα.
Στη δημιουργία αυτού του μοντέλου εξάρτησης, ευθύνεται κατά κύρια λόγο η παγιωμένη εδώ και δεκαετίες γερμανική πολιτική. Μια διακομματική πολιτική που έχει ενστερνιστεί την αντιπαλότητα απέναντι στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ατομικούς αντιδραστήρες, απέναντι στη χρήση λιγνίτη και απέναντι στην ενεργειακή συνεργασία με τις ΗΠΑ μέσω χρήσης LNG.
Αντίθετα το επίμονο πολιτικό και οικονομικό φλερτ των Γερμανικών κυβερνήσεων με τη Μόσχα, που σημαδεύτηκε και από τη μεταπήδηση Γερμανών πολιτικών στο Ρωσικό επιχειρηματικό ιστό, έσυρε την Ευρώπη πίσω από το ενεργειακό άρμα της Ρωσίας, οδηγώντας στην κατάσταση που περιγράφεται στη σειρά των ακόλουθων γραφημάτων.
Πριν ακόμα ξεσπάσει η πρώτη φάση της ενεργειακής κρίσης τον Μάιο του 2021 το φυσικό αέριο που καταναλωνόταν στη Γερμανία, ήταν ρωσικής προέλευσης κατά 63,8%, νορβηγικής προέλευσης κατά 18,0%, ολλανδικής προέλευσης κατά 12,6% και γερμανικής προέλευσης κατά 5,5%.
Στο ακόλουθο γράφημα παρατηρούμε πως η αρχή της ενεργειακής κρίσης τον Αύγουστο του 2021 βρίσκει τη Γερμανία να χρησιμοποιεί φυσικό αέριο που κατά 60,0% εισάγεται από τη Ρωσία, κατά 19,5% από τη Νορβηγία, κατά 5,9% από εξόρυξη στη Γερμανία και κατά 1,2% από άλλες πηγές.
Η Γερμανία δεν έμεινε με σταυρωμένα χέρια. Και μάλιστα μπροστά στον κίνδυνο επιβράδυνσης των ρυθμών ανάπτυξης της βιομηχανικής παραγωγής της, είχε αρχίσει να μεταβάλει το ενεργειακό της μίγμα, με αποτέλεσμα η εικόνα της προέλευσης του φυσικού αερίου να μεταβάλλεται σημαντικά πριν ακόμα από τη Ρωσική εισβολή στη Ουκρανία. Έτσι τον Ιανουάριο του 2022, ένα μήνα πριν την Ρωσική εισβολή που διατάραξε πλήρως τις σχέσεις με τη Δύση, η κατανάλωση φυσικού αερίου στη Γερμανία στηριζόταν κατά 35,7% στη Ρωσία, το 28,0% στη Νορβηγία, το 22,5% στην Ολλανδία, το 4,8% σε εσωτερικούς υδρογονάνθρακες και το 9,0% σε άλλες πηγές και LNG, όπως βλέπουμε και στο ακόλουθο γράφημα.
Η Γερμανία μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2022, κατάφερε να μειώσει το ποσοστό των εισαγωγών φυσικού αερίου από τη Ρωσία στο 14,8%, αυξάνοντας ταυτόχρονα τα ποσοστά εισαγωγής από τις άλλες πηγές της, με τη Νορβηγία να βρίσκεται στο 30,1%, την Ολλανδία στο 29,1%, τις άλλες χώρες στο 19,7% και τη συμμετοχή του γερμανικού φυσικού αερίου στο 6,4%, όπως φαίνεται και στο ακόλουθο γράφημα
Το τέλος του τρίτου τριμήνου (Q3) της γερμανικής οικονομίας, βρήκε το ποσοστό των εισαγωγών Ρωσικού φυσικού αερίου στο 0%. Ναι, δεν είναι ορθογραφικό ή αριθμητικό λάθος. Οι εισαγωγές από τη Ρωσία, υποκαταστάθηκαν από άλλες πηγές, με αποτέλεσμα οι γερμανικές ανάγκες σε φυσικό αέριο να ικανοποιούνται κατά 5,2% από τις γερμανικές εξορύξεις, το 36,2% από τη Νορβηγία, το 34,1% από την Ολλανδία και το 24,4% από άλλες πηγές συμπεριλαμβανομένου και του LNG, όπως φαίνεται στο ακόλουθο διάγραμμα.
Τα αποτελέσματα από την πορεία απεξάρτησης από το Ρωσικό φυσικό αέριο, δεν ήταν ούτε προσωρινά, ούτε συγκυριακά. Τον Δεκέμβριο του 2022, η κατάσταση είναι σταθεροποιημένη, με τις εισαγωγές από τη Νορβηγία να βρίσκονται στο 42,0%, από την Ολλανδία στο 29.0%, από λοιπές χώρες στο 25,0%, ενώ το υπόλοιπο 4,2% καλύπτεται από εσωτερική παραγωγή.
Σήμερα λοιπόν οι εισαγωγές φυσικού αερίου της Γερμανίας έχουν προσανατολιστεί προς τη Νορβηγία, την Ολλανδία, τη Γαλλία, το Αζερμπαϊτζάν και σε φορτία LNG. Οι εισαγωγές φυσικού αερίου συντονίζονται μέσω της Securing Energy for Europe (Sefe), όπως μετονομάστηκε η πρώην Gazprom Germania. Η Sefe έχει θέσει σαν στόχο οι εισαγωγές LNG να καλύψουν σύντομα το 20% των συνολικών εισαγωγών. Έτσι σήμερα κατασκευάζονται 4 πλωτοί τερματικοί σταθμοί επαναεροποίησης LNG, FSRU, στο Brunsbuettel στο Wilhelmshaven στο Stade και στο Lubmin.
Το παράδειγμα της απεξάρτησης της Γερμανίας από το Ρωσικό φυσικό αέριο, αποτελεί μια ηχηρή απάντηση, σε όσους υποστηρίζουν πως η Ευρώπη θα είναι για πάντα όμηρος του Κρεμλίνου, σε όσους υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει η άνεση χρόνου για το ξεδίπλωμα του στόχου της πράσινης μετάβασης και σε όσους θαυμάζουν τις εκβιαστικές πολιτικές του Κρεμλίνου και την επιθετική διάθεση της Μόσχας.