Αlea jacta est. Ο κύβος ερρίφθη. O δρόμος για τις εκλογές θα είναι γεμάτος τοξικότητα, λάσπη, υποψίες και αμφισβήτηση. Αυτός είναι ο δρόμος που έχει επιλέξει σύσσωμη η αντιπολίτευση, συνεπικουρούμενη από την πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Στόχος; Η αποτροπή εκλογής μιας ισχυρής κυβέρνησης μέσω της αμφισβήτησης ακόμα και του ίδιου του εκλογικού αποτελέσματος.
To σύνθημα το έχει δώσει η Τραμπική προπαγάνδα που έχει υιοθετήσει η ηγεσία του Σύριζα. Τα επιχειρήματα για τους πολιτικούς που είναι παιδόφιλοι, για τους πολιτικούς που είναι διεφθαρμένοι και ξεπουλημένοι, για τους πολιτικούς που ενδίδουν στις πιέσεις των συμμάχων και των εταίρων, για τους πολιτικούς που καταστρέφουν το περιβάλλον, για τους πολιτικούς που μοιράζουν φτώχεια, αλλά και για τους πολιτικούς που θα επιχειρήσουν να νοθεύσουν τις εκλογές, βρίσκονται στην καθημερινή απολιτική ατζέντα της προπαγάνδας της Κουμουνδούρου.
Όταν είναι αδύνατη η πραγματική πολιτική αντιπαράθεση απέναντι στο έργο της κυβέρνησης, η αντιπολίτευση είναι λογικό να προτιμά τη λάσπη και την τοξικότητα, αλλά και αυτό έχει τα όρια του.
Η κυβέρνηση της χώρας, έχει καταφέρει πράγματα πρωτοφανή εν μέσω θυέλλης. Κατάφερε να κρατήσει τη χώρα όρθια κατά τη διάρκεια δυο πρωτοφανών κρίσεων. Της υγειονομικής κρίσης λόγω covid-19 και της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης λόγω της Ρωσική εισβολής στη Ουκρανία.
Τα πακέτα στήριξης της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν πρωτοφανή, ακόμα και σε ευρωπαϊκό περιβάλλον, αν συγκριθούν με οικονομίες που είναι πιο αναπτυγμένες και διαθέτουν επαρκή πλεονάσματα. Όσον αφορά την κρίση από την Ρωσική εισβολή, η Ελλάδα βρέθηκε από τη πρώτη στιγμή στη σωστή πλευρά της ιστορίας, υπερασπιζόμενη τη δημοκρατία και την ελευθερία απέναντι στον ανελεύθερο ολοκληρωτισμό.
Επιπλέον κατάφερε να έχει σημαντική ανάπτυξη, να έχει επιτύχει έναν πληθωρισμό χαμηλότερο από το μέσο όρο της Ευρωζώνης με οικονομίες πολύ πιο ανοικτές και αποτελεσματικές από την ελληνική, καθώς και ενεργειακές τιμές χαμηλότερες και πάλι από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να εφαρμόζει ένα μοντέλο επανάκτησης των «έξτρα εσόδων» των ενεργειακών εταιρειών που υιοθετείται στο εξωτερικό, να συνεχίζει να θωρακίζεται αμυντικά, να προσελκύει κορυφαίους επενδυτές, να συνεχίζει να αποκλιμακώνει τα συνολικά ποσοστά ανεργίας, τα ποσοστά ανεργίας των νέων αλλά και των γυναικών και να συνεχίζει να προωθεί μεταρρυθμίσεις στον χώρο της κοινωνικής προστασίας των ΑΜΕΑ, των συνταξιούχων και άλλων κοινωνικών ομάδων.
Μπορεί να ψελλίσει κάτι η αντιπολίτευση απέναντι σε αυτό το έργο; Όχι. Ωστόσο, μπορεί να αλλάζει την ατζέντα. Ένα από τα κορυφαία στελέχη του Σύριζα, η Κατερίνα Νοτοπούλου, δήλωνε στη τηλεοπτική εκπομπή «Οι Απέναντι» στο Atlas TV στις 4 Νοεμβρίου, ότι «ο Μητσοτάκης θα μας πηγαίνει συνεχόμενα σε εκλογές μέχρι να βγει με απόλυτη πλειοψηφία, νοθεύοντας το εκλογικό μας σύστημα». Το σενάριο της δήθεν νοθείας, βρίσκεται μπροστά μας.
Ακολούθησαν και οι δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα για τις προϋποθέσεις που θέτει ο Αλέξης Τσίπρας για να θεωρηθούν οι εκλογές αδιάβλητες. Η πρώτη και καλύτερη προϋπόθεση που τίθεται ο είναι άμεσος τερματισμός της λειτουργίας του κακόβουλου λογισμικού, του οποίου η κυβέρνηση δεν αρνείται τη χρήση του και του οποίου ο Πρόεδρος της επιτροπής PEGA ανέφερε ρητά πως δεν έχει αποδεχθεί η κυβερνητική κατοχή και χρήση του.
Και φυσικά ουδείς μπορεί να πιστοποιήσει τον τερματισμό της λειτουργίας του συστήματος παρακολουθήσεων ακόμα και μετά από την υπερψήφιση του σχετικού νόμου. Οπότε το αδιάβλητο των εκλογών θα τίθεται από τον Σύριζα πάντα σε αμφισβήτηση.
Το σενάριο για «νοθευμένες» και «διαβλητές» εκλογές, ξετυλίγεται ακόμα περισσότερο με την σειρά των δημοσιευμάτων με λίστες παρακολουθήσεων και την απαίτηση της αντιπολίτευσης να απολογηθεί η κυβέρνηση για κάτι που κατηγορείται. Μια απαίτηση που θυμίζει το Ανατολικό Μπλοκ, το οποίο όμως έχει καταρρεύσει από την εποχή που ο πρόεδρος του Σύριζα ασπαζόταν τις θέσεις του ΚΚΕ, το 1989. Διότι στις ελεύθερες δυτικές δημοκρατίες, το βάρος της απόδειξης το φέρει ο κατήγορος.
Το ερώτημα που τίθεται είναι το αν η κυβέρνηση θα μπορέσει να επικοινωνήσει το θετικό της έργο σε τέτοιο βαθμό που θα καταστήσει ανίσχυρη την προπαγάνδα περί χούντας, κυβέρνησης ΑΕ, νοθείας και διαβλητότητας των εκλογών. Ή αντίθετα αν το συγκροτημένο μπλοκ Σύριζα, μέσων μαζικής ενημέρωσης και οικονομικών συμφερόντων, καταφέρουν να επιβάλουν τη δική τους στρατηγική που θα οδηγήσει σε μια ανίσχυρη και πλήρως ελεγχόμενη κυβέρνηση.
To πρώτο είναι δυσκολότερο του δεύτερου. Και αυτό διότι το κύκλωμα του Σύριζα, με ιδιαίτερη ευκολία βγάζει μια δική του λίστα με παρακολουθήσεις, κατηγορεί μέσω των ΜΜΕ προσωπικά τον πρωθυπουργό γι’ αυτήν και ακολούθως αναλαμβάνουν δράση οι προσκείμενοι στο ΠΑΣΟΚ και στο Σύριζα καθηγητές που απαιτούν από τον πρωθυπουργό να παραιτηθεί.