Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών, το πολιτικό κλίμα οξύνεται από την πλευρά της αντιπολίτευσης σε υπέρμετρο βαθμό. Και δεν είναι σίγουρο πως η όξυνση αυτή, μαζί με τη διάχυτη τοξικότητα αποσκοπεί στην προσέλκυση ψήφων από την λεγόμενη γκρίζα ζώνη των αναποφάσιστων ψηφοφόρων. Διότι οι αναποφάσιστοι δεν επιθυμούν περαιτέρω ρήξη, αλλά σύνθεση.
Είναι πολύ πιθανόν η κλιμάκωση της όξυνσης να αποτελεί ακόμα και εργαλείο μιας έσχατης προσπάθειας συσπείρωσης των ψηφοφόρων του '19 ή ακόμα και εργαλείο διαχείρισης μιας διαφαινόμενης ήττας. Διότι όταν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται σε καθεστώς, σε προβοκάτσιες, σε εκβιασμούς, σε δωροδοκίες, σε fake news, σε αποστασίες και ψεύτικες δημοσκοπήσεις, είναι λογικό να καταλήγουμε στο συμπέρασμα, πως ξεδιπλώνεται το αφήγημα της δικαιολόγησης της ήττας που έρχεται. Έτσι αιτίες για την εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα είναι η ανυπαρξία προγραμματικών θέσεων, οι ευφάνταστες επιλογές υποψηφίων βουλευτών και ο διάχυτος αρνητισμός, αλλά οι «μηχανισμοί του καθεστώτος» και γιατί όχι ακόμα και τα «εγκλήματα κατά της Δημοκρατίας» που είχε αναφέρει ο Αλέξης Τσίπρας τον περασμένο Φεβρουάριο.
Οι δηλώσεις Βελόπουλου περί εξαγοράς και αποστασίας βουλευτών του κόμματος του, μας θυμίζουν αντίστοιχες δηλώσεις των πρώην βουλευτών του κόμματος του Πάνου Καμμένου. Που στην αρχή είχαν στραφεί κατά της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας και ακολούθως κατά του ΣΥΡΙΖΑ μετά τη συμφωνία των Πρεσπών. Και τότε ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που είχε προσφέρει υπουργικές θέσεις σε βουλευτές των Ανεξάρτητων Ελλήνων, για να μην πέσει η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Αλλά και οι δηλώσεις του κόμματος Βαρουφάκη περί τεχνοφεουδαρχίας, χρεοδουλοπαροικίας, χρεοκοπίας της Τραπέζης της Ελλάδος, κρατικοποίησης των εμπορικών τραπεζών, εκτύπωσης «χαρτονομισμάτων» από τις εκτυπωτικές μηχανές των Λαχείων που θα δημευθούν, άμεσης ακύρωσης των αμοιβαίων ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες, όπως και των οφειλών των ιδιωτών προς το Δημόσιο και του δανεισμού του Δημοσίου απευθείας από τους πολίτες μέσω φοροαπαλλαγών, θα του φέρουν ψήφους; Όποιος έχει ανοίξει ένα βιβλίο οικονομικών ή έχει δουλέψει έστω και μια ώρα στη ζωή του, αντιλαμβάνεται πως οι εξαγγελίες Βαρουφάκη δεν αφορούν ούτε την οικονομική, ούτε την πολιτική επιστήμη, αλλά μια άλλη επιστήμη. Ίσως μόνο κάποιοι 16χρονοι νέοι ψηφοφόροι μπορεί να εκστασιάζονται από την τρικυμία των θέσεων Βαρουφάκη.
Όμως και η εμμονή του ΠΑΣΟΚ να στηρίζει όλη του την επιχειρηματολογία στις παρακολουθήσεις και μόνο, δεν αποσκοπεί στην προσέλκυση ψήφων. Αλλά στην πρόδρομη δικαιολόγηση της μη κατάκτησης του εκλογικού στόχου που έχει τεθεί από το Νίκο Ανδρουλάκη. Και που δεν είναι άλλος από την επίτευξη ενός σεβαστού διψήφιου ποσοστού, στον πρώτο γύρο των εκλογών.
Επομένως, η διχαστική γλώσσα που έχει υιοθετηθεί με τόση ευκολία από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δεν αποτελεί μια προεκλογική μεθοδολογία αλίευσης ψήφων από την δεξαμενή των αναποφάσιστων πολιτών. Αποτελεί μια εύκολη δικαιολογία για την εκλογική αποτυχία. Αποτελεί ταυτόχρονα τον καμβά πάνω στον οποίο μπορεί να υφανθεί ένα σχέδιο υπονόμευσης της επόμενης ημέρας μετά τις εκλογές. Ένα σχέδιο, που θα επιτρέψει στους «ηττημένους» των εκλογών να αναζητήσουν ρόλους. Ένα σχέδιο όμως, που θα οδηγήσει τη χώρα σε πολιτική ανωμαλία και σε απώλεια των οικονομικών επιτευγμάτων της.