Οι εορταστικές ευχές που ανταλλάξαμε με ιδιαίτερη χαρά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, περιείχαν λέξεις όπως είναι η υγεία, η χαρά και η ευημερία. Και ενώ η προσέγγιση για την υγεία και τη χαρά είναι εύκολη και απλή, η έννοια της ευημερίας έχει διαφορετικές προσεγγίσεις και τα πράγματα είναι πιο σύνθετα.
Διότι υπάρχει η έννοια της ευημερίας μέσα από την αύξηση ενός κομματιού από την πίττα, που οδηγεί νομοτελειακά στη σμίκρυνση ενός άλλου κομματιού της ίδιας πίττας, αλλά υπάρχει και η έννοια της ευημερίας που προκύπτει από το μεγάλωμα της πίττας και συνεπακόλουθα όλων των κομματιών της.
Και φεύγοντας από την κοπή της εορταστικής βασιλόπιτας και ερχόμενοι στην οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, διακρίνουμε δυο έννοιες για την ευημερία. Την ευημερία που προκύπτει από την αναδιανομή των εισοδημάτων και την ευημερία που προκύπτει από την αύξηση των εισοδημάτων.
Η αναδιανομή των εισοδημάτων αποτελεί το απόλυτο τοτέμ της αριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας και των οπαδών του κρατισμού. Ένα τοτέμ που φέρει τον λαϊκίστικο τίτλο της «αναδιανομής του πλούτου». Και η αλήθεια είναι πως η αναδιανομή των εισοδημάτων και του πλούτου, συντελείται στις δυτικές κοινωνίες μέσω της φορολογίας των συντελεστών της ιδιωτικής οικονομίας. Διότι το κράτος δεν έχει δικούς του πόρους. Και όπως έλεγε η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ, «there is no such thing as public money; there is only taxpayers' money», δηλαδή, ότι το δημόσιο χρήμα, είναι το χρήμα των φορολογουμένων και μόνο.
Η αναδιανομή των εισοδημάτων και του πλούτου, λαμβάνει διάφορες μορφές και διάφορες διαστάσεις. Οι κρατικοποιήσεις επιχειρήσεων, οι κεφαλικοί φόροι, η επιβολή εκτάκτων φόρων, οι κατασχέσεις αποτελούν συχνά πηγές από τις οποίες το κράτος απομυζά πόρους για να προχωρήσει στη «δίκαιη κατανομή τους». Και δεν είναι τυχαίο πως το κράτος επινοεί την επιβολή φόρων σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες που είναι απαραίτητα για την καθημερινότητα των πολιτών όπως είναι οι φόροι στα καύσιμα, στην κινητή τηλεφωνία και αλλού.
Οι όροι «αναδιανομή» και «επιδοματική πολιτική» βρίσκονται κατά τη διάρκεια της τελευταίας δύσκολης διετίας, ψηλά στην πολιτική και επικοινωνιακή ατζέντα. Αρκετές από τις πρόσφατες κινήσεις της κυβέρνησης χαρακτηρίζονται από πολλούς σαν μια βίαιη αναδιανομή πόρων, σαν μια καθαρά σοσιαλδημοκρατική πρακτική που αντιβαίνει στις αρχές της ελεύθερης οικονομίας και των φιλελεύθερων αντιλήψεων. Έτσι βλέπουμε πως το «βαρίδι» της ιδεολογίας δεν μας επιτρέψει να αντιληφθούμε, πως απέναντι σε κάθε πρόβλημα η ιδεολογία μπορεί να αποτελεί εργαλείο ανάλυσης και κατανόησης, αλλά η επίλυση του μπορεί να απαιτεί κάποιο άλλο εργαλείο από μια άλλη εργαλειοθήκη.
Η δουλειά της κυβέρνησης είναι να αντιμετωπίζει τα προβλήματα και να αναζητά λύσεις. Και όχι να αναλώνεται σε συζητήσεις περί ιδεολογικής καθαρότητας και περί ιδεολογικού οδηγού χρήσης. Το «ιδεολογικό manual», ίσως να μας κάνει να αισθανόμαστε ασφαλείς και ακέραιοι, απέναντι σε αυτά που πιστεύουμε. Όμως σε περιόδους σαν κι αυτές που βιώνουμε σήμερα, όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν είναι σταθερό, ο ιδεολογικός οδηγός χρήσης παραμερίζεται, διότι γίνεται φανερό πως οι έκτακτες συνθήκες απαιτούν έκτακτα μέτρα και πως δεν μπορεί κανείς να καρφώσει με ένα κατσαβίδι ή να βιδώσει με ένα πινέλο.
Δυστυχώς, η υγειονομική κρίση από την πανδημία, η ενεργειακή κρίση από τους εκβιασμούς του Κρεμλίνου και οι πληθωριστικές πιέσεις, έχουν δημιουργήσει βαθιά οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά ρήγματα, σφοδρές ανισορροπίες και ανισότητες. Η αβεβαιότητα για το αύριο είναι διάχυτη στην κοινωνία. Η λήψη έκτακτων και αντισυμβατικών μέτρων είναι επιβεβλημένη. Έγινε ξαφνικά η κυβέρνηση, οπαδός του «Κράτους – Πατερούλη»; Απέκλινε από τις αρχές της οικονομικής ελευθερίας; Επέβαλε νέους φόρους για να «μοιράσει χρήμα»;
Φυσικά και όχι. Επέλεξε μια σειρά από μέτρα που έχουν σαν σκοπό να κρατηθεί η οικονομία και η κοινωνία όρθια, δίχως να επιβαρυνθεί ο προϋπολογισμός. Επέλεξε να ξετυλίξει μέτρα ενίσχυσης και αλληλεγγύης, μέσα στα πλαίσια μιας σθεναρής δημοσιονομικής υπευθυνότητας και πειθαρχίας. Στάθηκε στο πλευρό των πολιτών απέναντι στο οικονομικό τυφώνα ιστορικών διαστάσεων, χωρίς να αφήσει μέρος της κοινωνίας πίσω.
Αν κάποιοι θεωρούν πως μέσα από αυτές τις κινήσεις, προδόθηκαν ιδεολογίες, διαψεύστηκαν «τσιτάτα» και ανατράπηκαν μεγάλες αλήθειες, καλό θα είναι να προσγειωθούν στην πραγματικότητα και να δουν τις καταστάσεις με μια ρεαλιστική ματιά. Και κυρίως να αφήσουν στην άκρη το βαρίδι των ιδεολογιών.