Τον Νοέμβριο του 2017 από το βήμα της Βουλής, οι Ευκλείδης Τσακαλώτος και Γιώργος Χουλιαράκης χαρακτήριζαν συνειδητή επιλογή την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης.
Το 2021, ο Αλέξης Τσίπρας απέδιδε σε «εθνική ανάγκη» την απόφαση της κυβέρνησής του να επιβαρύνει την μεσαία τάξη, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση, όταν ο πραγματικός του στόχος δεν ήταν άλλος από το να μοιράζει ο ΣΥΡΙΖΑ επιδόματα και να συντηρεί το ταξικό πρόσημο στην πολιτική του.
Χθες, ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου, Γιάννης Δραγασάκης, ξύπνησε ξανά μνήμες της περιόδου 2015-2019, λέγοντας ότι πρέπει «να ξαναδούμε το φορολογικό σύστημα και την κατανομή των φορολογικών βαρών».
Αποκαλύπτοντας τις προθέσεις του Αλέξη Τσίπρα για μια επιστροφή στην εποχή των φόρων, ο κ. Δραγασάκης - βασικός πρωταγωνιστής της «περήφανης διαπραγμάτευσης» του 2015 - άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο μιας συνολικής αναθεώρησης του φορολογικού και κατάργησης ορισμένων φοροαπαλλαγών που εισήγαγε η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Δίχως να αντιλαμβάνεται πως η μείωση της φορολογίας συνιστά μια άμεση αύξηση του εισοδήματος και ένα μεγάλο κίνητρο προσέλκυσης νέων επενδύσεων, ο αντιπρόεδρος των κυβερνήσεων των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μιλώντας σε συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου, καταφέρθηκε κατά της απαλλαγής από το φόρο των γονικών παροχών και του αφορολόγητου ορίου που ανέρχεται στα 800.000 ευρώ, όπως επίσης και κατά της μείωσης του φόρου επί των μερισμάτων.
Το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ υπερηφανεύτηκε πως το 2015-2019 είχε οδηγήσει σε μείωση των ανισοτήτων στην Ελλάδα, όταν είναι γνωστό σε όλους μας, πως είχε εξουθενώσει τη μεσαία τάξη, πιέζοντας την μέσω της φορολογικής του πολιτικής. Μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την απόσταση της από τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Βέβαια η αντίληψη ότι οι ανισότητες μειώνονται όταν όλοι γίνονται πτωχότεροι, συνοδεύει τον Γιάννη Δραγασάκη από την εποχή που έχανε τη μάχη διεκδίκησης της αρχηγίας του ΚΚΕ.
Μαρτύρησε άραγε με τα όσα είπε χθες ο κ. Δραγασάκης τον στόχο του ΣΥΡΙΖΑ για επιστροφή στην υπερφορολόγηση εφόσον επέστρεφε στην κυβέρνηση;
Διόλου απίθανο, κρίνοντας και από το γενικότερο ύφος της τοποθέτησης του πρώην αντιπροέδρου των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ο οποίος υποσχέθηκε μάλιστα ότι η επόμενη «προοδευτική κυβέρνηση» θα φέρει δημοσιονομική κυριαρχία, αύξηση εισοδημάτων και κοινωνική συνοχή.
Δημοσιονομική κυριαρχία σημαίνει πως κάνω ό,τι θέλω. Αλλά δεν μπορείς να κάνει ό, τι θες εκτός και αν η επιθυμία σου είναι να τινάξεις και πάλι την οικονομία τον αέρα. Ειδικά μετά από μια περίοδο αναγκαστικής χαλάρωσης που απαιτήθηκε για τη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και της επιχειρηματικότητας, που είχαν πληγεί από τις επιπτώσεις από την πανδημία, την ενεργειακή κρίση και το κύμα της ακρίβειας.
Ο στενός συνεργάτης του Αλέξη Τσίπρα αναφέρθηκε επίσης σε μια αόριστη αύξηση των εισοδημάτων, που ως γνωστόν δεν μπορεί να προκύπτει μέσα από κυβερνητικές αποφάσεις, αλλά μόνο ως αποτέλεσμα της οικονομικής ανάπτυξης. Έτσι τοποθετείται και πάλι με ανορθόδοξο τρόπο, σαν το κάρο μπροστά από το άλογο. Όταν ακόμα και οι πρωτοετείς φοιτητές των οικονομικών σχολών, γνωρίζουν οι αυξήσεις στους μισθούς, δεν οδηγούν στην ανάπτυξη. Και ο ίδιος δεν αισθάνθηκε ντροπή να υποστηρίζει όλα τα ανωτέρω, όταν είχε υπερψηφιστεί με την ψευδή προεκλογική υπόσχεση πως θα πήγαινε τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ. Ενώ το μόνο που κατάφερε ήταν να τον ανεβάσει τον Φεβρουάριο του 2019 στα 650 ευρώ.
Και τα δύο παραπάνω θέματα τα έχει λύσει η ίδια η πραγματικότητα. Όμως οι σχεδιαστές της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν πάρει τα μαθήματα τους. Ούτε από τη δική τους τραγική διακυβέρνηση, αλλά ούτε και από τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις που έρχονται από ολόκληρο τον πλανήτη.
Αντίθετα με όλα όσα υποστήριξε ο Γιάννης Δραγασάκης, από το 2019 μέχρι σήμερα οι μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών ενίσχυσαν ουσιαστικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην προσέλκυση επενδύσεων, τη μείωση της ανεργίας και την δημιουργία μόνιμων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας.
Αναφέρθηκε επίσης στο ευρώ, για να μας υπενθυμίσει πως υπήρχε η άποψη ότι από μόνο του το ενιαίο νόμισμα θα έλυνε όλα τα προβλήματα. Βέβαια δεν βρήκε να πει ούτε μια λέξη για το projects «δραχμή» και «IOU», που επίσης θα έλυναν όλα τα προβλήματα ως δια μαγείας, και να ζητήσει μια συγγνώμη.
Παρουσίασε μια σειρά από ενστάσεις για τις επενδύσεις και τις εξαγορές, λησμονώντας για παράδειγμα πως η εξαγορά των περιφερειακών αεροδρομίων από τη Fraport που υπογράφηκε επί των ημερών του με δάκρυα στα μάτια, οδήγησε σε νέες επενδύσεις, σε νέες θέσεις απασχόλησης και αναβαθμίσεις των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Είναι φανερό πως τα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου, δεν κατάφεραν να βελτιώσουν την αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ για τον τρόπο που λειτουργεί η οικονομία. Χρησιμοποιεί τα ίδια επιχειρήματα με το 2015. Χωρίς βέβαια να μιλάει για δραχμή και χωρίς να χρησιμοποιεί αντιευρωπαϊκές κορόνες. Παραμένουν επικίνδυνοι, αδιόρθωτοι και αμετανόητοι, υποσχόμενοι νέους πειραματισμούς και άλματα στο κενό. Υποσχόμενοι ισοπέδωση προς τα κάτω, με βασικό όπλο τη φορολογική πολιτική.