Η σχέση της κεφαλαιοποίησης του Χρηματιστηρίου με το ΑΕΠ είναι ένας από τους δείκτες που χρησιμοποιούν οι διαχειριστές για να προσεγγίσουν μια αγορά από πάνω προς τα κάτω, κοιτώντας δηλαδή διαχρονικά το σύνολο των εισηγμένων κεφαλαιοποιήσεων σε σχέση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν ή σε σχέση με άλλες αγορές χωρίς την επίδραση ισοτιμιών ή άλλων παραγόντων.
Πρόκειται για ένα δείκτη που χωράει πολύ συζήτηση αφού υπάρχουν σημαντικές ιδιαιτερότητες σε κάθε Χρηματιστήριο. Μπορεί ωστόσο ως πρώτη προσέγγιση να μας δώσει μια ένδειξη φθηνού-ακριβού τόσο σε σχέση με το παρελθόν όσο και σε σχέση με τις αποτιμήσεις άλλων ανεπτυγμένων Ευρωπαϊκών αγορών.
Η ελληνική αγορά έχει πολλές ιδιαιτερότητες, η κυριότερη ίσως έχει να κάνει με το βαθμό αντιπροσώπευσης των επιχειρήσεων στο ΧΑ. Ειδικά τα τελευταία χρόνια μετά από τα μπαράζ εξαγορών και διαγραφών η παρουσία των επιχειρήσεων περιορίζεται σε 159 επιχειρήσεις εκ των οποίων οι 105 διαπραγματεύονται σε συνεχή ροή στην Κύρια αγορά και αφορούν 57 δισ. συνολικής αξίας.
Μαζί με τις εταιρίες της επιτήρησης της εναλλακτικής αγοράς και όσες βρίσκονται σε αναστολή η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς βρίσκεται στα 58,4 δισ. ευρώ. Με βάση το ΑΕΠ του 2021 οι εισηγμένες αντιπροσωπεύουν το 32,3% αυτής της αξίας. Θεωρητικά το 55% είναι για τις ανεπτυγμένες ξένες αγορές μια ιδιαίτερα χαμηλή τιμή. Σε αυτή την τιμή το ΧΑ βρέθηκε για τελευταία φορά το 2009. Έκτοτε διαπραγματεύεται σταθερά χαμηλότερα.
Το Ελληνικό Χρηματιστήριο ως το τέλος του 2008 κρατούσε μια σχετική επαφή με τους Ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών και η οικονομική συγκυρία συρρίκνωσης που ακολούθησε έκοψε τους δεσμούς με την υπόλοιπη Ευρώπη. Μάλιστα το 2012 καταγράφεται η χαμηλότερη τιμή από το 1999 όταν η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου είχε φθάσει μόλις το 9% του ΑΕΠ. Αντίστοιχα υπερβολή είχε σημειωθεί και το 1999 όταν η κεφαλαιοποίηση του ΧΑ αντιστοιχούσε στο 192% του ΑΕΠ.
Κοιτώντας το σήμερα, το ΧΑ απέχει 15 ποσοστιαίες μονάδες από τους ιστορικούς μέσους όρους των τελευταίων 23 ετών. Θεωρητικά με βάση αυτό το υπόδειγμα το δυνητικό ανοδικό περιθώριο της αγοράς είναι σχεδόν 50%. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο αισιόδοξα αν υπολογιστεί η αύξηση του ΑΕΠ που αναμένεται φέτος ή το 2023. Η Ελληνική οικονομία είναι από τις λίγες εξαιρέσεις μέσα στην Ευρώπη που θα εμφανίσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης φέτος και το 2023 με βάση τις εκτιμήσεις αξιόπιστων χρηματοοικονομικών οργανισμών.
Με ΑΕΠ 210 δις ευρώ ο λόγος της κεφαλαιοποίησης προς το ΑΕΠ πέφτει στο 28% ανεβάζοντας το ανοδικό περιθώριο κατά 71%!. Σε όρους Γενικού Δείκτη η άνοδος αυτή μεταφράζεται σε 1.360 μονάδες. Για τους έχοντες άκρατη αισιοδοξία υπάρχει και ο Ευρωπαϊκός Μέσος όρος που αντιστοιχεί σε ανοδικό περιθώριο 111% ή 1.688 μονάδες.
Ας το σταματήσουμε εδώ. Για αρχή ας πιάσουμε το μέσο όρο των τελευταίων 23 ετών που συνιστά ένα πολύ ισχυρό ανοδικό περιθώριο και για τα υπόλοιπα βλέπουμε.
Η σχέση της Κεφαλαιοποίηση του ΧΑ και των Ευρωπαϊκών αγορών με το ΑΕΠ
Πηγή Beta Χρηματιστηριακή/ΑTHEX