Με απώλειες έκλεισε για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα η χρηματιστηριακή αγορά συμβαδίζοντας με την πορεία των ξένων αγορών. Αυτήν τη φορά οι αιτίες πίσω από την υποχώρηση των αποτιμήσεων είχαν σαν αφετηρία το τοξικό κλίμα διακυμάνσεων στο εξωτερικό και τις ανησυχίες για τον τραπεζικό κλάδο σε Ευρώπη και Αμερική.
Η προσαρμογή στη βίαιη αύξηση των επιτοκίων διεθνώς δεν άφησε ανεπηρέαστες όλες τις τράπεζες και παρά την αναχαίτιση των παρενεργειών στο συστημικό σκέλος της αγοράς, έβαλε μια νέα παράμετρο ανησυχίας στους επενδυτές η οποία εκφράστηκε με τη μείωση του ρίσκου. Για τις κεντρικές τράπεζες η διαχείριση της κατάστασης έχει αποκτήσει έναν επιπλέον βαθμό δυσκολίας καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί μεν, αλλά με αργό ρυθμό. Η ΕΚΤ την περασμένη Πέμπτη μίλησε για «μακρύ ταξίδι αυξήσεων», τα δε επιτόκια έχουν προκαλέσει απώλειες στις αποτιμήσεις των στοιχείων του ενεργητικού και ακολούθως στην καθαρή θέση αδυνατίζοντας τους κεφαλαιακούς δείκτες επάρκειας.
Ένα από τα ζητούμενα ήταν - και είναι - να παραμείνει ανοικτή η διατραπεζική αγορά κεφαλαίων, να διατηρηθεί δηλαδή ανοικτή η εμπιστοσύνη μεταξύ των τραπεζών γεγονός το οποίο επιτεύχθηκε με τα γρήγορα και αποφασιστικά αντανακλαστικά των αρμοδίων φορέων, ωστόσο χρηματιστηριακά η κατάσταση παρέμεινε νευρική έως το τέλος της εβδομάδας. Στους επόμενους δύο μήνες οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να βρουν τη χρυσή τομή σε μια εύθραυστη σχέση κόστους χρήματος και παροχής ρευστότητας ώστε να μην τραυματίσουν το τραπεζικό σύστημα και παράλληλα να περιορίσουν την αύξηση των τιμών σε αγαθά και υπηρεσίες.
Ως εκ τούτου η ανακοίνωση των επιτοκίων και η μεσοπρόθεσμη νομισματική πολιτική της FED την ερχόμενη Τετάρτη 22 Μαρτίου επισκιάζει κάθε άλλη οικονομική ή εταιρική εξέλιξη. Οι επενδυτές προεξοφλούν αύξηση του παρεμβατικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης (4,75% – 5,00%) με πιθανότητα 82%, ενώ υπάρχει και ενδεχόμενο μηδενικής αύξησης με πιθανότητα 18%.
Εξυπακούεται ότι η εστίαση εκτός από το κόστος χρήματος θα επικεντρωθεί και στις δηλώσεις που αφορούν την σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος καθώς και την εγγύηση των καταθέσεων. Υπό αυτό το πρίσμα η Ελληνική Αγορά θα παραμείνει εντός της σφαίρας επιρροής της διεθνούς τάσης και την ερχόμενη εβδομάδα, τουλάχιστον μέχρι και την Πέμπτη.
Η διαγραμματική εικόνα έχει αλλάξει άρδην αφού πλέον οι μεσοπρόθεσμοι κινητοί μέσοι έχουν διασπαστεί πτωτικά. Για τους αγοραστές το τελευταίο οχυρό πριν τη «λευκή πετσέτα» είναι η πλαγιοανοδική γραμμή τάσης (Οκτ. – Δεκ. 2022) στην οποία πλέον εφάπτεται «επικίνδυνα» ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ και η οποία βρίσκεται στις 1.030 μονάδες. Στη συνεδρίαση της Πέμπτης υπήρξε και ενδοσυνεδριακή διάσπαση ενώ πλέον μετά τη συνεδρίαση της Παρασκευής η εικόνα δείχνει να έχει επιβαρυνθεί περαιτέρω.
Τα δύσκολα για τους αγοραστές είναι ότι βραχυπρόθεσμα οι ταλαντωτές δεν έχουν μπει σε ζώνες υποτιμήσεων, υποδηλώνοντας το ενδεχόμενο μιας άμεσης αντίδρασης ενώ ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται σε τακτική καταγραφή νεότερων ενδοσυνεδριακών χαμηλών. Οι μέσες ημερήσιες συναλλαγές κάθε άλλο παρά εκτόνωση της έντασης των ρευστοποιήσεων δείχνουν αφού διατηρούνται με άνεση πάνω από τα 130 εκατ. ευρώ. Η προβολή της κίνησης της αγοράς έχει σαν επόμενο σημείο στήριξης τις 1.003 μονάδες το οποίο αντιστοιχεί με το 61,8% της διόρθωσης από την ανοδική κίνηση των 792 μονάδων μέχρι τα φετινά υψηλά των 1.140 μονάδων.