Της Κωνσταντίνας Χούτα
Πλαστικά είδη υπάρχουν παντού γύρω μας: από τις συσκευασίες των προϊόντων και τις σακούλες στο σούπερ μάρκετ (από αυτές, μάλιστα, ξεκίνησε πρόσφατα η «κάθαρση»…), μέχρι τα παιδικά παιχνίδια και τα εξαρτήματα των αυτοκινήτων.
Υπολογίζεται ότι έως σήμερα έχουν παραχθεί 8,3 δισεκατομμύρια τόνοι πλαστικό παγκοσμίως, από τους οποίους οι 6,3 δισ. αποτελούν ήδη απόβλητα. Δυστυχώς, μόνο το 9% αυτού του πλαστικού έχει ανακυκλωθεί, ενώ η συντριπτική πλειονότητα συσσωρεύεται σε χώρους υγειονομικής ταφής ή συνεχίζει το «ταξίδι» στους ωκεανούς, απειλώντας τη θαλάσσια χλωρίδα και πανίδα.
Πάνω από 200 είδη ζώων, μεταξύ αυτών θαλάσσιες χελώνες, φάλαινες, πουλιά και ψάρια, έχουν βρεθεί να καταναλώνουν συστηματικά πλαστικό. Οι χελώνες ξεγελιούνται από τις πλαστικές σακούλες, που στα μάτια τους μοιάζουν με μέδουσες, ενώ πτηνά όπως τα άλμπατρος, που ψαρεύουν την τροφή τους στην ακτή, «τσιμπάνε» μαζί και μικροσκοπικά κομμάτια πλαστικού. Η κατανάλωση αυτής της αφύσικης «τροφής» πλήττει ανεπανόρθωτα την υγεία τους με ποικίλους τρόπους. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι έχουν ανακαλυφθεί ψάρια τα οποία έχουν ταυτόχρονα αρσενικά και θηλυκά αναπαραγωγικά όργανα, λόγω της υπερβολικής παραγωγής οιστρογόνων που προκαλείται από τη συσσώρευση του πλαστικού στον οργανισμό τους.
Παρ' όλα αυτά, η παραγωγή πλαστικού αυξάνεται κατά 50% κάθε δέκα χρόνια και η ζωή μας φαντάζει αδιανόητη χωρίς αυτό. Βέβαια, υπάρχουν πλέον περισσότερο βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις, που υπόσχονται τη μείωση της εξάρτησής μας από το παραδοσιακό πλαστικό κι ένα καλύτερο μέλλον για τον πλανήτη μας. Μία από αυτές είναι το βιοδιασπώμενο πλαστικό, που δημιουργείται με την προσθήκη ενώσεων μετάλλων στο κλασικό θερμοπλαστικό. Έτσι, κατά την αποσύνθεσή του, διασπάται σε θραύσματα χαμηλού μοριακού βάρους, τα οποία «καταβροχθίζονται» εύκολα από τους μικροοργανισμούς και μετατρέπονται σε διοξείδιο του άνθρακα, νερό και βιομάζα. Αυτά τα βιοδιασπώμενα πλαστικά χρησιμοποιούνται ήδη σε δοχεία φαγητού και σακούλες.
Μια ακόμη καινοτομία αφορά τον σχεδιασμό μιας βιομηχανικής διαδικασίας που μετατρέπει όλα τα απόβλητα με βάση τους υδρογονάνθρακες σε πρώτη ύλη, η οποία μπορεί -με την κατάλληλη επεξεργασία- να μετασχηματιστεί σε ανανεώσιμο καύσιμο. Η καινοτομία αυτή, αποτέλεσμα της συνεργασίας του Δήμου της Κοπεγχάγης και μιας σουηδικής εταιρείας που προωθεί την «πράσινη» τεχνολογία, είναι σίγουρα ένα ευπρόσδεκτο μέτρο αντιμετώπισης των αστικών αποβλήτων και, επιπλέον, συμβάλλει στην άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής. Κι αυτό επειδή τα καύσιμα που προέρχονται από τα πλαστικά απόβλητα χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία βιομηχανικών μονάδων που κανονικά θα έκαναν χρήση ορυκτών καυσίμων και λοιπών πετροχημικών προϊόντων, επιτυγχάνοντας έτσι μείωση της κατανάλωσής τους.
Εκτός, όμως, από τις προσπάθειες των επιστημόνων να κάνουν το πλαστικό πιο «φιλικό» προς το περιβάλλον, τα τελευταία χρόνια γίνεται ολοένα δημοφιλέστερη η παραγωγή βιώσιμων πλαστικών από αμυλώδη φυτά. Το πιο συνηθισμένο υλικό είναι το καλαμπόκι, του οποίου η επεξεργασία δίνει πολυγαλακτικό οξύ (PLA). Αυτό το πολυμερές μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία σχεδόν οποιουδήποτε προϊόντος που παραδοσιακά κατασκευάζεται από πλαστικό κι έχει την ικανότητα να αποσυντίθεται πλήρως εντός 47 ημερών υπό βιομηχανικές συνθήκες κομποστοποίησης. Εκτός από το καλαμπόκι υπάρχουν, βέβαια, κι άλλα οργανικά υλικά, ικανά να δημιουργήσουν υποκατάστατα του πλαστικού, όπως το ζαχαροκάλαμο, τα φτερά των πτηνών και τα φύκια. Μάλιστα, πρόσφατα κυκλοφόρησαν στην Ινδονησία -που είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυπαντής πλαστικού παγκοσμίως- συσκευασίες από φύκια, τα οποία, μετά τη χρήση τους, είτε διαλύονται σε ζεστό νερό είτε χρησιμοποιούνται ως φυτικό λίπασμα, αφήνοντας έτσι μηδενικά απόβλητα!
Το πλαστικό των ωκεανών μυρίζει «φαγητό»…
Έπειτα από μελέτη της συμπεριφοράς θαλάσσιων πτηνών, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Ντέιβις κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η μυρωδιά είναι αυτή που τα κάνει να μπερδεύονται και να θεωρούν τα πλαστικά απόβλητα τροφή. Καθώς τα φύκια ευδοκιμούν σε περιοχές όπου υπάρχει συσσωρευμένο πλαστικό, προσελκύουν τα κριλ - μικρά καρκινοειδή, που τρέφονται με αυτά- και με τη σειρά τους αποτελούν την κύρια τροφή για πολλά θαλάσσια πουλιά και ζώα. Φυσιολογικά, όταν τα φύκια διασπώνται στον ωκεανό, εκπέμπουν διμεθυλοσουλφίδιο ή αλλιώς DMS.
Ακολουθώντας τη χαρακτηριστική μυρωδιά του DMS, τα θαλασσοπούλια οδηγούνται στις περιοχές όπου υπάρχουν φύκια, άρα και κριλ. Όμως, τελικά, παρασυρόμενα από τη «μυρωδιά του φαγητού» που οδηγεί τα βήματά τους, καταλήγουν να τρέφονται με πλαστικό. «Το DMS ισοδυναμεί με κάλεσμα σε δείπνο» εξηγεί ο Μάθιου Σαβόκα, επικεφαλής της έρευνας. «Η όσφρησή τους τούς υποδεικνύει το μέρος όπου μπορούν να βρουν κριλ και, επιπλέον, ενεργοποιείται η διάθεσή τους για συλλογή τροφής, με αποτέλεσμα να τους είναι αδύνατο να ξεχωρίσουν το είδος της “τροφής” που πραγματικά καταναλώνουν». Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι μπερδεύουν τα πλαστικά απόβλητα με την τροφή, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την υγεία τους.
* Κάθε μέρα οι συνεργάτες του μη κερδοσκοπικού οργανισμού επικοινωνίας επιστημονικών θεμάτων στο ευρύ κοινό SciCo παρουσιάζουν με απλά λόγια ένα θέμα που φέρνει την επιστήμη πιο κοντά μας.
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», αρ. φύλλου 37.
Φωτογραφία: Ιntime News