Παραίτηση του διευθυντή του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης λόγω συνεχούς χειροτέρευσης των οικονομικών του

Παραίτηση του διευθυντή του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης λόγω συνεχούς χειροτέρευσης των οικονομικών του

Ο Thomas Campbell, διευθυντής του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης (ΜΕΤ) της Νέας Υόρκης θα παραιτηθεί από τη θέση του, σύμφωνα με μία ανακοίνωση του μουσείου. Τους τελευταίους μήνες ο Campbell, μαζί με το συμβούλιο του μουσείου και άλλους κορυφαίους διαχειριστές, πέρασαν από εξονυχιστικούς ελέγχους, καθώς το ΜΕΤ προσπαθούσε να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό του έλλειμμα. Ο πρόεδρος του ΜΕΤ, Daniel Weiss, θα αναλάβει ενδιάμεσος διευθύνων σύμβουλος και θα αναπτύξει ένα σχέδιο μετάβασης μαζί με τον Campbell, ο οποίο θα παραμείνει στο μουσείο μέχρι τις 30 Ιουνίου. Ο Campbell πήγε στο ΜΕΤ το 1996 ως επιμελητής στο τμήμα των ταπισερί και έγινε διευθυντής τον Ιανουάριο του 2009.


Αναρωτιέται κανείς, πώς γίνεται να φτάσει σε αυτό το σημείο ένας γίγαντας όπως το ΜΕΤ. Επιμελητές και στελέχη επιρρίπτουν την ευθύνη στον Campbell, καθώς και το ίδιο το συμβούλιο, που τον στήριζε τόσα χρόνια. "Είναι μια τραγωδία να βλέπεις ένα τόσο σημαντικό ίδρυμα να ξεπέφτει", είπε ο George R. Goldner, ο οποίος βγήκε στη σύνταξη το 2014 μετά από 21 χρόνια ως πρόεδρος του τμήματος σχεδίων και τυπωμάτων του ΜΕΤ και έκτοτε υπηρετεί ως σύμβουλος του μουσείου. "Το να παραλάβεις ένα μουσείο τόσο δυνατό όσο ήταν το ΜΕΤ πριν 10 χρόνια -με ένα εξαιρετικό επιμελητικό προσωπικό- και να το φτάσεις σε αυτό το σημείο, είναι αδιανόητο".

“Ο Τομ οδήγησε το MΕΤ στη σωστότερη πορεία κατά τη διάρκεια της θητείας του”, λέει σε μια δήλωση ο Daniel Brodsky, πρόεδρος του MΕΤ. Επαίνεσε αρκετές από τις χαρακτηριστικές πρωτοβουλίες του Campbell, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης της ψηφιακής παρουσίας του μουσείου και του προγράμματος μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης, “με πιο χαρακτηριστικό το The Met Breuer”, το πρώην σπίτι του Whitney Museum of American Art, το οποίο ξανάνοιξε ως παράρτημα του ΜΕΤ πέρσι και έχει από τότε προσελκύσει πάνω από 555.000 επισκέπτες, ξεπερνώντας τις προσδοκίες, φιλοξενώντας εκθέσεις που απέσπασαν καλές κριτικές, για καλλιτέχνες όπως ο Kerry James Marshall. Η επέκταση, όμως, κόστισε εκατομμύρια δολάρια πάνω από το αναμενόμενο, ο ετήσιος προϋπολογισμός για τα λειτουργικά έξοδά του είναι $17 εκατομμύρια, ενώ ένα νέο σχέδιο μάρκετινγκ είχε μεγάλο κόστος, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν το νέο λογότυπο, που αντιμετωπίστηκε με χλευασμό.

Ακόμη, το MΕΤ είχε σχεδιάσει στις αρχές του 2015 προσφορά ομολόγων της τάξεως των $250 εκατομμυρίων, για να χρηματοδοτήσει μελλοντικά οικοδομικά έργα, και επέλεξε τον αρχιτέκτονα David Chipperfield, για να σχεδιάσει τη διαμόρφωση της νέας του πτέρυγας για μοντέρνα και σύγχρονη τέχνη, την οποία είχε ανακοινώσει ότι ήθελε να εγκαινιάσει εγκαίρως για τα 150 χρόνια του το 2020. Η συμφωνία αυτή υποχρεώνει το μουσείο να πληρώνει $8,5 εκατομμύρια ετησίως για την εξυπηρέτηση του χρέους.

Αυτές οι προκλήσεις ανάγκασαν το μουσείο να επαναξιολογήσει τις προτεραιότητές του και να σφίξει τη ζώνη του αφού εντόπισε ένα πιθανό διαχειριστικό έλλειμμα της τάξης των $23 εκατομμυρίων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους 2016. Εν τέλει, ακόμη κι αν συνέρευσαν τα πλήθη στις εκθέσεις για τα Ελληνιστικά βασίλεια και τη μόδα υψηλής τεχνολογίας, το έλλειμμα του ΜΕΤ έφτανε σχεδόν τα 40 εκατομμύρια δολάρια.

 Γι'' αυτό, το ΜΕΤ προσέλαβε την εταιρία Boston Consulting Group για να το βοηθήσει αφιλοκερδώς στην αναδιάρθρωση. Όταν ο Weiss, πρώην πρόεδρος του Haverford College, ήρθε στο MET πέρυσι, προσπάθησε να κουρέψει $31 εκατομμύρια από τον ετήσιο προϋπολογισμό των $332 εκατομμυρίων -και αναγκάστηκε να πάρει δύσκολες αποφάσεις. “Περάσαμε από μια σημαντική και δύσκολη στιγμή”, είπε ο Weiss. “Ο Τομ με στήριξε πολύ.” Tον περασμένο Μάιο είχε παραδεχτεί στην The Art Newspaper ότι είχαν επενδύσει σε αρκετά προγράμματα που θεωρούσαν ενδιαφέροντα και σημαντικά, αλλά ότι μάλλον το έκαναν λίγο πιο γρήγορα απ' όσο θα έπρεπε.

Το Απρίλιο του 2016, το MΕΤ ανακοίνωσε ένα 24-μηνο σχέδιο οικονομικής αναδιάρθρωσης. Ο επικεφαλής των οικονομικών του μουσείου υπογράμμισε την προσέγγιση του ιδρύματος στην ετήσια αναφορά του, η οποία εκδόθηκε το Νοέμβριο. Το MΕΤ ξεφορτώθηκε περίπου 90 υπαλλήλους μέσω ενός συνδυασμού εθελουσιών και απολύσεων, καθοδήγησε τμήματα στο να μειώσουν τις δαπάνες, και προσπαθεί να ανεβάσει τα έσοδα από τις πωλήσεις των εισιτηρίων, των καταστημάτων και των εστιατορίων του, τα οποία είχαν βαλτώσει τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με μία δήλωση του Campbell στους New York Times τον Ιανουάριο, έτσι το μουσείο θα καταφέρει να έχει ισορροπημένο προϋπολογισμό μέχρι το 2020. 

Παρά το ρεκόρ επισκεψιμότητας $6,7 εκατομμυρίων επισκεπτών στα τρία κτίριά του, το μουσείο έληξε το οικονομικό έτος 2016 τον περασμένο Ιούνιο με ένα λειτουργικό έλλειμμα της τάξης των $8,3 εκατομμυρίων -παρόλο που είχε μικρά ελλείμματα τα τελευταία χρόνια, αυτό είναι το μεγαλύτερο μετά την οικονομική κρίση ($8,4 εκατομμύρια το 2009). Το MΕΤ δεν είναι το μόνο σημαντικό μουσείο που αντιμετωπίζει πιέσεις στον προϋπολογισμό του: το Museum of Modern Art  και το Brooklyn Museum άρχισαν και αυτά προγράμματα εθελουσίας για τους υπαλλήλους τους τη χρονιά που μας πέρασε, ενώ η Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης καθυστέρησε την αρχική ημερομηνία των εγκαινίων της ανακαινισμένης εισόδου της αξίας $600 εκατομμυρίων, για να αποκτήσει μια καλύτερη ιδέα του κόστους της, και το Los Angeles County Museum of Art παλεύει να μαζέψει έστω τα μισά από τα $600 εκατομμύρια που χρειάζεται για την επέκτασή του. Αλλά τα προβλήματα του ΜΕΤ είναι παραφουσκωμένα, αν υπολογίσει κανείς το εκτόπισμά του στην παγκόσμια σκηνή.

Τον προηγούμενο μήνα είχαν πραγματοποιηθεί συνετεύξεις με μέλη του προσωπικού και συμβούλους για τις ανησυχίες τους, επειδή το ίδιο το μουσείο αναγνώρισε ότι “το ηθικό ήταν πεσμένο”, κατά το Weiss. “Είναι πραγματικά σημαντικό να αισθάνονται οι άνθρωποι ότι μπορούν να πουν αυτό που σκέφτονται.” Παρ'' όλ'' αυτά, η ένταση μέσα στο ΜΕΤ, το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό μουσείο των ΗΠΑ, εντάθηκε σε τέτοιο βαθμό που, όταν οι επιμελητές και οι συντηρητές έγραψαν ένα υπόμνημα τον περασμένο Ιανουάριο, για να διαμαρτυρηθούν για τις περικοπές των αποζημιώσεων, τα στελέχη του μουσείου επέλεξαν να μην το δείξουν στo συμβούλιο, από φόβο μη διαρρεύσει και φέρει αρνητική δημοσιότητα. Αυτοί που ήθελαν να δουν το έγγραφο έπρεπε να πάνε στο γραφείο του γενικού συμβούλου του ΜΕΤ και να το διαβάσουν υπό επιτήρηση. 

Πλέον, αντί να κινείται προς τα εμπρός χρησιμοποιώντας με τον αρχιτέκτονα David Chipperfield για μια πτέρυγα που είχε σκοπό να βοηθήσει στην προσέλκυση τέχνης και χρήματος από συλλέκτες σύγχρονης τέχνης, το MET αναγκάστηκε να δώσει προτεραιότητα στην αντικατάσταση των παλιών φεγγιτών και του ταβανιού πάνω από τις αίθουσες ευρωπαϊκής ζωγραφικής.

 Σε μια συνέντευξη πριν κάποιον καιρό, ο Campbell είχε παραδεχτεί ότι το μουσείο “διανύει μια δύσκολη χρονιά”.

“Οι συνάδελφοί μου έχουν κάθε δικαίωμα να εκνευρίζονται”, είχε πει. “Την ίδια στιγμή όμως, πρέπει κάποιος να πάει ένα βήμα πίσω και να κοιτάξει και την επιτυχία του ιδρύματος.”

Σίγουρα, οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν ότι η τεράστια συλλογή του μουσείου και οι φιλόδοξες εκθέσεις που πραγματοποιεί παραμένουν δυνατά χαρτιά. “Έχουμε μια ολόκληρη συλλογή μοντέρνας τέχνης στο Breuer, την οποία δεν είχαμε παλαιότερα”, είπε ο Hamilton E. James, ένας από τους θεματοφύλακες του Met. “Η επισκεψιμότητα είναι σε επίπεδο ρεκόρ: οι κριτικές δεν ήταν ποτέ τόσο καλές όσο τώρα. Πολλά υπέροχα πράγματα λαμβάνουν χώρα.”

Ενώ το ΜΕΤ ανέθεσε στον Campbell την ενδυνάμωση των δραστηριοτήτων του τμήματος μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης του μουσείου, η εστίασή του στο Met Breuer και την Νέα Πτέρυγα είχε έντονες ενστάσεις. Κάποιοι αναρωτιούνται γιατί να προσπαθήσει το μουσείο να συναγωνιστεί το νέο Whitney Museum of American Art και το Museum of Modern Art, αντί να επικεντρωθεί σε αυτό που ήδη κάνει καλά;

Πολλοί είπαν ότι ότι ο Campbell ήταν έξω από τα νερά του: ένας επιμελητής ταπισερί που έριξαν στη θέση του θρυλικού Philippe de Montebello, με καμία εμπειρία στη διαχείριση ενός μεγάλου ιδρύματος. (Ο de Montebello πήρε τον τίτλο του εκτελεστικού διευθυντή στα 22 χρόνια της 31χρονης θητείας του.)

Επίσης, ο Campbell, σύμφωνα με πολλούς, αντιμετώπισε την οικονομική κρίση με μια αμυντική στάση, αντί να κάνει ένα άνοιγμα για να ενώσει το προσωπικό -και όλο το συμβούλιο-, ώστε να στηρίξουν τις προσπάθειές του. Αυτοί που τον κρίνουν λένε ότι απέτυχε να εκτιμήσει σωστά την αναταραχή που δημιουργήθηκε από την ανακατάταξη των τριών τετάρτων της επιμελητικής ηγεσίας λόγω αποχωρήσεων και συνταξιοδοτήσεων: υπήρχε διάχυτη η εντύπωση ότι η μνήμη του ιδρύματος πεταγόταν έξω από την πόρτα και ο φόβος ότι η αποστολή του ΜΕΤ να εκπαιδεύσει μέσω ακαδημαϊκών γνώσεων επισκιάστηκε από την επιθυμία να προσελκύσει τη γενιά του 2000 μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ο Campbell είπε ότι οι εσωτερικές σχέσεις ήταν συχνά μια πρόκληση στο ΜΕΤ, με πάνω 2.200 άτομα προσωπικό, και παραδέχτηκε ότι θα μπορούσε να τα πάει και καλύτερα. “Προσπάθησα πολύ σκληρά να ανοίξω την επικοινωνία: προσκαλούσα άτομα σε ενημερώσεις, σε συναντήσεις στο δημαρχείο”, είπε.

Ο James είπε ότι πολλές από τις δυσκολίες του Met “ήταν πέρα από τον έλεγχο” του εκτελεστικού διευθυντή. “Βρίσκεις εμπόδια στο δρόμο σου και πρέπει να τα αντιμετωπίσεις.”

“Ξεκίνησα στο MΕΤ πριν από 22 χρόνια ως επιμελητής και είμαι εδώ σχεδόν για όλη μου την καριέρα”, είπε ο Campbell σε μια δήλωση την Τρίτη 28 Φεβρουαρίου. “Δεν ήταν εύκολη επιλογή το να απομακρυνθώ, ειδικά σε μια τόσο ζωτική και συναρπαστική συγκυρία. Παρ' όλ' αυτά, αυτή η ζωτικότητα είναι που κάνει αυτήν τη στιγμή την καταλληλότερη. Έχω δουλέψει σκληρά και πιστεύω ότι οι προσπάθειές μου απέδωσαν.”

 

Με στοιχεία από The Art Newspaper και The New York Times