Ο Οργανισμός Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ συμπράττει με το Ωδείο Αθηνών για να παρουσιάσουν στο κοινό έναν νέο, εμβληματικό χώρο πολιτισμού, μεγάλης αισθητικής και λειτουργικής αξίας. Ο χώρος, που παρέμενε επί τέσσερις δεκαετίες κλειστός στο πρώτο υπόγειο του κτιρίου του Ωδείου, αποκαλύφθηκε από τον ΝΕΟΝ ο οποίος και χρηματοδότησε την αναμόρφωσή του.
Ο νέος χώρος πολιτισμού του Ωδείου Αθηνών θα εγκαινιαστεί αυτό το φθινόπωρο με την παρουσίαση δύο προγραμμάτων του ΝΕΟΝ, τη διοργάνωση που ερευνά το μέλλον των πόλεων Ideas City σε συνεργασία με το New Museum της Νέας Υόρκης και την έκθεση 'Η Υπέρβαση της Άβυσσος'. Στη συνέχεια, θα παραμείνει στη διαχείριση του Ωδείου Αθηνών για τη φιλοξενία και διοργάνωση εκδηλώσεων πολιτισμού.
Από τη δημιουργία του το 2013, ο ΝΕΟΝ μεταφέρει τη φιλοδοξία του ιδρυτή του Δημήτρη Δασκαλόπουλου να φέρει τη σύγχρονη τέχνη κοντά στο κοινό, αξιοποιώντας παράλληλα χώρους που συχνά παραμένουν πολιτιστικά ανεκμετάλλευτοι, σε σύμπραξη με θεσμικούς φορείς του πολιτισμού. Στρατηγική του ΝΕΟΝ είναι να αναδείξει αυτούς τους εμβληματικούς χώρους και να τους φέρει στο προσκήνιο της πολιτιστικής δράσης, σε μια προσπάθεια να αναβαθμίσει την καθημερινότητα του σύγχρονου πολίτη μέσα από συναντήσεις με τη σύγχρονη τέχνη μέσα στην πόλη.
Στο πλαίσιο αυτό, μέχρι σήμερα, ο ΝΕΟΝ έχει πραγματοποιήσει εκθέσεις και διοργανώσεις σύγχρονης τέχνης, ανοιχτές στο ευρύ κοινό, σε εμβληματικούς χώρους της Αθήνας όπως στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, στη Γαλλική Σχολή Αθηνών, καθώς και σε αρχαιολογικούς χώρους, όπως η Αρχαία Αγορά, η Ρωμαϊκή Αγορά και ο Κεραμεικός.
Το Ωδείο Αθηνών, με προσφορά 150 ετών στο χώρο των παραστατικών τεχνών, αγωνίζεται να επεκτείνει τις πολιτιστικές του δραστηριότητες και την εξωστρέφειά του μέσα σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον, μέσα από την ορθολογική αναμόρφωση και εξυγίανση της λειτουργίας του και τον εκσυγχρονισμό των όρων της συνολικής εκπαιδευτικής του προσφοράς.
Ο νέος χώρος πολιτισμού βρίσκεται στο πρώτο υπόγειο του κτιρίου του Ωδείου και μέχρι σήμερα παρέμενε αναξιοποίητος. Οι υλοποιηθείσες παρεμβάσεις δίνουν αναμφίβολα την ώθηση να λειτουργήσει για πρώτη φορά ένας χώρος πολιτισμού μεγάλης αισθητικής και λειτουργικής αξίας στο Α' υπόγειο του κτιρίου, συνολικής επιφάνειας 1.800 τμ, που επεκτείνεται σε ένα εξαιρετικό αίθριο - υποβιβασμένο και αυτό στη στάθμη του υπογείου. Απαιτήθηκαν για το σκοπό αυτόν εκτεταμένες εργασίες καθαρισμών και εξυγίανσης των χώρων, που στόχο είχαν την ανάδειξη των επιλογών του Ι. Δεσποτόπουλου και της αρχιτεκτονικής τους ποιότητας, καθώς και μικρής έκτασης διαρρυθμίσεις για τη διασφάλιση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας, με ειδικότερη έμφαση στην πυρασφάλεια -ενεργητική και παθητική- ώστε το κτίριο να μπορέσει να λειτουργήσει ως εκθεσιακός χώρος. Ο χώρος έχει, επίσης, εξοπλιστεί με λειτουργία WiFi. Καθοριστικής σημασίας ήταν η αποκατάσταση της λειτουργίας του αίθριου ως αύλιου χώρου, που συμβάλει ουσιαστικά στην οπτική ενοποίηση εκπαιδευτικών και πολιτιστικών λειτουργιών και στη συνοχή του κτιριακού συνόλου.
Γενικοί μελετητές και αρχιτέκτονες του έργου του Ωδείου, το γραφείο Θύμιος Παπαγιάννης και Συνεργάτες, με μελετητές μηχανολόγους - ηλεκτρολόγους το γραφείο DEKTIS Consultants. Κατασκευαστική εταιρεία του έργου, η DMD. Το κόστος της αναμόρφωσης ανήλθε στα 180.000 ευρώ και χρηματοδοτήθηκε εξ' ολοκλήρου από τον ΝΕΟΝ.
Ο κ. Νίκος Τσούχλος, Πρόεδρος Δ.Σ. του Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου Ώδείον Αθηνών – 1871', αναφέρει χαρακτηριστικά: «Στην καρδιά της πρωτεύουσας, το εμβληματικό κτίριο του μεγάλου αρχιτέκτονα Ιωάννη Δεσποτόπουλου για το Ωδείο Αθηνών κοιμάται περιμένοντας εδώ και τέσσερις δεκαετίες την ολοκλήρωσή του. Κι ενόσω στους μισοτελειωμένους χώρους του πρώτου ορόφου φωλιάζει με χίλια ζόρια το αρχαιότερο και πιο ένδοξο μουσικό και θεατρικό σχολείο της χώρας, δύσκολα κανείς μαντεύει σ΄ όλο του το μέγεθος το φιλόδοξο και πολυεπίπεδο αρχιτεκτονικό όραμα του Δεσποτόπουλου για μια Ακαδημία Παραστατικών Τεχνών στην Αθήνα, στραγγαλισμένο καθώς είναι από σαράντα χρόνια δημόσιας εγκατάλειψης κι εθνικής αδιαφορίας.
Σήμερα, ο οργανισμός ΝΕΟΝ έρχεται να φυσήξει μια φρέσκια πνοή στο έργο ενός μεγάλου Ευρωπαίου αρχιτέκτονα, να ξαναζωντανέψει μέρος από το εγκαταλειμμένο γιαπί του 1976 και να κάνει μαζί με το Ωδείο Αθηνών το πρώτο μεγάλο βήμα στο δρόμο της ολοκλήρωσης του λευκού κτιρίου που περιμένει μισοξεχασμένο εδώ και σχεδόν μισό αιώνα στην οδό Ρηγίλλης.
Ευχαριστούμε από καρδιάς τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο κι όλους τους συνεργάτες του για την οξυδερκή ματιά και την τόσο γενναία και δημιουργική παρουσία τους κοντά μας. Μαζί τους ανακαλύπτουμε από την αρχή ένα μεγάλο πολιτιστικό όραμα που σίγουρα θα ήταν προτιμότερο να μην είχε λησμονηθεί στα χρόνια της άφρονος ευμάρειας».
Ο κ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος, ιδρυτής του Οργανισμού ΝΕΟΝ, σημειώνει: «Μετά από δεκαετίες, το εμβληματικό αλλά ανολοκλήρωτο οικοδόμημα ενός σπουδαίου αρχιτέκτονα επιτέλους ζωντανεύει και προσφέρεται στο αθηναϊκό κοινό για να φιλοξενήσει τέχνη. Όταν πρωτοαντίκρισα αυτόν τον ξεχασμένο χώρο, τον τόσο άρτιο αρχιτεκτονικά που όμως η εγκατάλειψη τον στερεί από τα μάτια του κόσμου, θεώρησα υποχρέωσή μου να αναλάβω την αποκατάστασή του.
Είναι μεγάλη μου χαρά που, μετά τις εργασίες αναμόρφωσης, δημιουργήσαμε έναν ουσιαστικά νέο χώρο πολιτισμού, τον οποίο παραδίδουμε στο αθηναϊκό κοινό. Έναν χώρο εμβληματικό, εξαιρετικής αισθητικής και λειτουργικής αξίας, που από σήμερα μπορεί να φιλοξενεί διοργανώσεις πολιτισμού και τέχνης.
Ο νέος αυτός χώρος θα παραμείνει στη διαχείριση του Ωδείου Αθηνών, και ελπίζω ότι, στην παρούσα δυσμενή συγκυρία, θα συμβάλλει θετικά στην προσπάθεια της διοίκησής του για εξωστρέφεια και επέκταση των πολιτιστικών δραστηριοτήτων του και σε νέους τομείς».
Σημειώσεις για τους συντάκτες
Ο Πολιτιστικός και Αναπτυξιακός Οργανισμός κοινής ωφέλειας ΝΕΟΝ ιδρύθηκε το 2013 από το συλλέκτη και επιχειρηματία Δημήτρη Δασκαλόπουλο. Ο ΝΕΟΝ φιλοδοξεί να φέρει το σύγχρονο πολιτισμό κοντά στο σύγχρονο πολίτη, αναδεικνύοντας τη δυνατότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας να αφυπνίσει, να συγκινήσει, να παρακινήσει. Συγχρόνως, επιδιώκει να συμβάλει στην ευρύτερη προσπάθεια αναβάθμισης της πόλης και της καθημερινότητας του πολίτη. Να συμβάλει στην αποκατάσταση της σχέσης του πολίτη με τη λειτουργία και τα δρώμενα της πόλης του.
Ο ΝΕΟΝ δεν περιορίζεται σε ένα μόνον χώρο. Έδρα του είναι ολόκληρη η πόλη, το ευρύτερο αστικό περιβάλλον. Είναι ένας ζωντανός και ενεργός συνομιλητής με την κοινωνία, τους θεσμούς και το κοινό.
Ο ΝΕΟΝ υλοποιεί τους στόχους του μέσα από εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, εκδηλώσεις και συζητήσεις, προγράμματα χορηγιών και υποτροφιών και τη δημιουργία ενός δικτύου διεθνών συνεργασιών και ανταλλαγών. Ο ΝΕΟΝ συμπράττει με θεσμικούς φορείς πολιτισμού και ενισχύει τη δραστηριότητα δημοσίων και ιδιωτικών φορέων με σκοπό τη διάδοση της σύγχρονης τέχνης. Ο ΝΕΟΝ επιδιώκει να αναδείξει τον πολιτισμό ως βασικό μοχλό προόδου και ανάπτυξης.
Το Ωδείον Αθηνών ιδρύθηκε το 1871 και είναι το αρχαιότερο μουσικοθεατρικό εκπαιδευτικό ίδρυμα της νεότερης Ελλάδας. Στον σχεδόν ενάμιση αιώνα λειτουργίας του, στο Ωδείον Αθηνών σπούδασαν ή δίδαξαν μουσικές προσωπικότητες διεθνούς εμβέλειας όπως ο Σπύρος Σαμάρας, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Νίκος Σκαλκώτας, η Μαρία Κάλλας, η Τζίνα Μπαχάουερ, η Αλεξάνδρα Τριάντη, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Λουκάς Καρυτινός, ο Δημήτρης Σγούρος και πολλοί άλλοι. Αλλά και στον τομέα της Δραματικής Τέχνης, το Ωδείον Αθηνών προσέφερε πολλά από το 1871 μέχρι σήμερα, μέσα από τη λειτουργία της πρώτης και αρχαιότερης Δραματικής Σχολής της χώρας, στην οποία δίδαξαν κατά καιρούς επιφανείς θεατράνθρωποι, όπως ο Αιμίλιος Βεάκης, ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Κώστας Μουσούρης, ο Δημήτρης Μυράτ κ.ά., παράδοση που συνεχίζεται επάξια ακόμα και σήμερα.
Το Ωδείον Αθηνών στεγάζεται στο εμβληματικό κτίριο του αρχιτέκτονα-καθηγητή Iωάννη Δεσποτόπουλου, που υπήρξε μαθητής του Walter Gropius στη Bαϊμάρη και αποτελεί το μόνο τμήμα της μεγαλόπνοης σύνθεσής του για το Πνευματικό Κέντρο της Αθήνας το οποίο κατασκευάστηκε. Η σύνθεση κέρδισε το πρώτο βραβείο πανελλήνιου αρχιτεκτονικού διαγωνισμού του 1959 και ανήκει στις κορυφαίες εκφράσεις του ριζοσπαστικά μοντέρνου πνεύματος του Bauhaus. Το Ωδείον Αθηνών, καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες την περίοδο αυτή ώστε το σημαντικό αυτό κτίριο, που παραμένει ημιτελές, να ολοκληρωθεί και να αποκτήσει τη θέση και αίγλη που του αξίζει στην αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης, με την βοήθεια της πολιτείας, εθνικών, κοινοτικών αλλά και ιδιωτικών πόρων.