Στην Ιαπωνία δεν είναι όλοι οι σεισμοί βίαιοι. Σε αντίθεση με αυτόν της 11ης Μαρτίου 2011 και του τσουνάμι που ακολούθησε, δημιουργώντας φόβο σε όλους τους Ιάπωνες, το Κιότο ξαναγίνεται πολιτιστική πρωτεύουσα. Μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα, αρκετοί καλλιτέχνες εγκατέλειψαν το Τόκιο για να εγκατασταθούν στο Κιότο με τις οικογένειες τους, τόσο για τη φημολογούμενη ασφάλεια της πόλης, όσο και για τη γεωγραφική τοποθεσία της μακριά από τους τελευταίους μεγάλους σεισμούς, τη ζωή στις όχθες του ποταμού Κάμο, τα τριανταεπτά της πανεπιστήμια, το ότι είναι τεχνολογικός πόλος έλξης ως έδρα της Nintendo, χωρίς να αναφερθούμε στους αμέτρητους ναούς και την πίστη που τονώνουν μια συντηρητική κοινωνία.
Μια πολιτιστική πρωτεύουσα
Αρχαία αυτοκρατορική πρωτεύουσα και σύμβολο μιας παραδοσιακής Ιαπωνίας, διανοούμενης και καλλιτεχνικής, η ωραία κοιμωμένη του Kansai αλλάζει. Ο υπουργός Πολιτισμού μετακόμισε εκεί φέτος. Ο Takashi Murakami, αστέρι της σύγχρονης τέχνης, εγκαταστάθηκε εκεί με την οικογένειά του. Το Μάιο του 2017, μια πρώτη επίδειξη της σειράς Louis Vuitton Croisiere πραγματοποιήθηκε στο μουσείο Miho, αρχιτεκτονικό στολίδι του Σινο-Αμερικανού I. M. Pei, ενώ μια νέα γενιά σεφ ξαναβρίσκει τους κώδικες της παραδοσιακής κουζίνας. Και μετά από μια εναλλακτική σκηνή της δεκαετίας του 1980 που σημαδεύτηκε από την κολλεκτίβα Dumb Type που δούλευε με διάφορα μέσα, η οποία παραμένει ενεργή και έργα της εκτίθενται από αυτόν το μήνα στο Pompidou-Metz (20 Ιανουαρίου - 14 Μαΐου), το Κιότο φιλοξενεί φεστιβάλ και εκδηλώσεις ενός νέου είδους που γνωρίζει επιτυχία.
Έτσι, από το 2013, η «Κιοτογραφία», η οποία πραγματοποιείται από ένα δίδυμο γαλλο-ιαπώνων φωτογράφων, της Lucille Reyboz και του Yusuke Nakanishi, παρουσιάζει δεκαπέντε εκθέσεις, σε διαφορετικούς χώρους, μέσα σε ένα μήνα, κατά τη διάρκεια της άνοιξης. Είναι ένα στοίχημα, όταν ξέρει κανείς πως στην Ιαπωνία η φωτογραφία δε θεωρείται σοβαρή τέχνη. Ωστόσο, με ένα μικρό κοινό συλλεκτών, η «κιοτογραφία» ξαναενώνει καλλιτέχνες με φήμη, γνωστούς φωτογράφους και νέα ταλέντα σε μια ασύγκριτη σκηνογραφία.
Οι δυο συνεργάτες είναι επικεφαλής μιας οργάνωσης που περιλαμβάνει από 20 έως 100 άτομα κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ, στο οποίο συναντώνται έτσι κι αλλιώς το μοντέρνο κοινό του Τόκιο, ερασιτέχνες του Χονγκ Κονγκ ή της Κορέας και οι οικογένειες που πηγαίνουν τα σαββατοκύριακα στο Κιότο. Το 2017 παρουσιάστηκαν, μεταξύ άλλων, έργα των Robert Mapplethorpe και Maurizio Cattelan, με περίπου 130.000 επισκέπτες. Η έκτη έκδοση θα πραγματοποιηθεί από τις 14 Απριλίου μέχρι τις 13 Μαίου.
© Lucille Reyboz
Villa Kujoyama, ένα ατυπικό ακατέργαστο «κιβώτιο» από μπετόν αρμέ
Γιαπωνέζα ξαδέρφη της Βίλας των Μεδίκων, η Βίλα Kujoyama, η οποία μόλις γιόρτασε τα 25 της χρόνια, γλίτωσε από την εξαφάνιση, πριν να ξανανοίξει το 2014. Η κατασκευή της, η οποία αποφασίστηκε το 1926 από τον Paul Claudel, τον τότε πρέσβη της Γαλλίας στην Ιαπωνία, ολοκληρώθηκε τελικά το 1992. Με επικεφαλή την Charlotte Fouchet-Ishii, τη νέα και δραστήρια διευθύντρια, η βίλα λειτουργεί σήμερα υπό την αιγίδα του Γαλλικού Ινστιτούτου της Ιαπωνίας και με την υποστήριξη του Ιδρύματος Bettencourt-Schueller, το οποίο είναι και ο κύριος χορηγός. Αυτό το ατυπικό ακατέργαστο κουτί από μπετόν αρμέ, αυτό το καλλιτεχνικό καταφύγιο –όπου σύχναζε ο David Bowie– έχει μνημειώδη είσοδο και θυμίζει φρούριο. Φτιαγμένη σε περισσότερα από εικοσιπέντε μέτρα ύψος στο βουνό Kujo, κρυμμένο μέσα στο πράσινο, η βίλα Kujoyama ενώνει αρμονικά τα γαλλικά ταλέντα που ενδιαφέρονται για την ιαπωνική κουλτούρα. Οι μέχρι στιγμής 335 residents της σχηματίζουν μια εκλεκτή κοινότητα πολλών μέσων. Ανάμεσα στους πιο γνωστούς είναι οι εικαστικοί Dominique Gonzalez-Foerster, Ange Leccia, Xavier Veilhan, ο πρώην διευθυντής του Palais Galliera Olivier Saillard, ο σχεδιαστής Pierre Charpin, οι συγγραφείς Olivier Adam, Jean-Baptiste Del Amo, Muriel Barbery, Emmanuel Carrere… Οι είκοσι residents που επιλέγονται κάθε χρόνο φιλοξενούνται για μια διαμονή δύο έως έξι εβδομάδων σε ένα από τα έξι στούντιο, ύψους άνω των πέντε μέτρων. Σε αυτά τα κύτταρα ζωής και εργασίας κυριαρχεί τόσο το αυστηρό πνεύμα του Claudel όσο και οι αστείοι πίθηκοι που έρχονται από το βουνό –ένας resident έχασε το χειρόγραφό του από έναν από τους απρόσμενους αυτούς επισκέπτες!
Ερχόμενη να τελειοποιήσει την επόμενη δημιουργία της, La Maladresse (Αδεξιότητα), η χορογράφος Mylene Benoit μελετά τη δεξιοτεχνία των κινήσεων sτις πολεμικές τέχνες, τον κλασικό χορό και το θέατρο, επιθυμώντας να δημιουργήσει μια καινούρια γλώσσα χορού. Ο πιανίστας και συνθέτης Frederic Blondy προετοιμάζει εκεί μια όπερα ενός νέου είδους, και οι φωτογράφοι Julien Guinand και Tadashi Ono, πτυχιούχοι της Εθνικής Ανώτατης Σχολής Φωτογραφίας της Αρλ, μελετούν τα ξένα τσιμεντένια τοπία.
Στα νησιά, εδώ και καιρό, το μπετόν είναι σύμβολο ανακατασκευής. Μετά τον πόλεμο είχαν εφεύρει τον όρο «concri», υποκοριστικό του αγγλικού «concrete» («μπετόν»), υποδηλώνοντας τη στενή σχέση του υλικού με τη χώρα. Ο Julien Guinand ακολούθησε έτσι τα σημάδια του μπετόν που βρίσκονται στη φύση για να σταθεροποιηθεί η κατάρρευση του εδάφους. Όσο για τον Tadashi Ono, έξι χρόνια μετά το δράμα του 2011, ξαναέρχεται στην περιοχή του Tohoku, στις ακτές που έχουν περιτοιχιστεί από ένα φράγμα δώδεκα με δεκαπέντε μέτρα ύψους, το οποίο απειλεί το χερσαίο και θαλάσσιο οικοσύστημα, όπως τις ψυχές των ανθρώπων. Ένα παράξενο πρότζεκτ που εκτείνεται σε τετρακόσια χιλιόμετρα, χτισμένο με την επίσημη σιωπή μιας χώρας που δεν σταματά να ανακατασκευάζεται.
Ο Tadashi, απόφοιτος επίσης της αγρονομίας, είναι ο μόνος Ιάπωνας που έχει παρακολουθήσει στην Εθνική Ανώτατη Σχολή Φωτογραφίας της Αρλ ολόκληρο το πρόγραμμα σπουδών. Και για αυτό το λόγο, πήγε ένα χρόνο νωρίτερα στη Γαλλία για να μάθει τη γλώσσα. Από τότε διδάσκει εκεί, αφού είχε διευθύνει ήδη τον τομέα της φωτογραφίας και της σύγχρονης τέχνης στο πανεπιστήμιο Τεχνών και Σχεδίου του Κιότο για έξι χρόνια. Ο Julien ίδρυσε και συνδιευθύνει την σχολή φωτογραφίας Bloo στην Λυόν, όπου διδάσκει στη σχολή Καλών Τεχνών.
© Lucille Reyboz
Το Ίδρυμα Bettencourt-Schueller
Κύριος συνέταιρος από το 2014 της βίλας (με 280.000 ευρώ το χρόνο), το Ίδρυμα, το οποίο είναι γνωστό για τον κοινοφελή χαρακτήρα του, άνοιξε εκεί μια κατοικία αφιερωμένη στις τέχνες. Το βραβείο Liliane-Bettencourt pour l'Intelligence de la main έχει απονεμηθεί ήδη σε 100 νικητές. Το Ίδρυμα, που έχει ως σκοπό να «δώσει φτερά στα ταλέντα» (60 εκατομμύρια ευρώ στήριξη το 2017), επενδύει επίσης στον τομέα των κοινωνικών επιστημών, της αλληλεγγύης, της εκπαίδευσης, και έχει στηρίξει 1.500 έργα. Η πιο πρόσφατη έκθεση που έγινε με τη στήριξη του ιδρύματος είναι η έκθεση με τίτλο Toguna που παρουσιάζεται στο Palais de Tokyo στο Παρίσι.
Ιστορίες των residents
Ο Mathieu Peyroulet Ghilini είναι σχεδιαστής και νικητής του Grand Prix Design Parade το 2013, ενώ η Laureline Galliot είναι ζωγράφος και βιομηχανική σχεδιάστρια, βραβευμένη για το Σχεδιασμό Βάζου στο Design Parade το 2013. Διδάσκει στο Παρίσι, στο Duperre και στο ENSCI, σχολή όπου συνάντησε τον Mathieu. Αν και ήρθαν να δουλέψουν πάνω στην ιαπωνική παράδοση των «yokai», μικρών υπερφυσικών πλασμάτων, ο Mathieu τελικά μελετά την αρχιτεκτονική της δεκαετία του 1970-1980, μέσα από φωτογραφίες και ακουαρέλες, με την ιδέα να μετατοπίσει τη λογική ενός κτιρίου σε αυτήν ενός αντικειμένου. Η Laureline μελετά τα αντικείμενα, επισκέπτεται φιλανθρωπικά παζάρια και εγκαταστάσεις κεραμεικής, βρίσκει λαχανικά, επανεξετάζει συνταγές και δοκιμάζει πάντα.
Οι συνεργάτες κεραμείστες Baptiste Ymonet και Vincent Jousseaume, πτυχιούχοι της Καλών Τεχνών της Τουρ (ο 43χρονος Baptiste) και της Νάντη (ο 39χρονος Vincent), δημιούργησαν το Atelier Polyhedre στη Νάντη το 2007. Εκεί σχεδίαζαν και δημιουργούσαν εντελώς συμβατικά αντικείμενα, τα οποία συνδύαζαν την τέχνη, τη διακοσμητική και την αγγειοπλαστική. Για να έρθουν στη Βίλα Kujoyama, έκλεισαν το εργαστήριο τους στην Ναντ. Ο Baptiste και ο Vincent παρακολούθησαν στενά τις αντηρίδες στις βάσεις των τοπίων και το διάλογο τους με τα κόκκινα τούβλα. Η συλλογή Objets Supra Brique θα βρίσκεται έως τις 2 Απριλίου στην πόλη Σεβρ, όπου παράγεται η φημισμένη πορσελάνη Σεβρών, κοντά στο Παρίσι.
Πηγή: madame.lefigaro.fr
Απόδοση: Ειρήνη Καπέκα