Κάνοντας γυμναστική -μέσα σε ένα μουσείο

Κάνοντας γυμναστική -μέσα σε ένα μουσείο

Της Alexis Cheung 

Ο θίασος σύγχρονου χορού Monica Bill Barnes & Company προσφέρει το “The Museum Workout”, ένα σωματικό ταξίδι διάρκειας 45 λεπτών, που απλώνεται σε δύο μίλια του Metropolitan Museum of Art, πριν το άνοιγμα του μουσείου. Η γυμναστική, την οποία ζήτησε το MetLiveArts, περιλαμβάνει μια διαδρομή επιμελημένη με την αφήγηση της εικονογράφου Maira Kalman, συγγραφέα του “The Principles of Uncertainty”, και συμπυκνώνει το σλόγκαν της εταιρείας να “φέρει το χορό εκεί που δεν ανήκει”. “Θέλαμε να τιμήσουμε αυτό που υπάρχει και να χτίσουμε πάνω του”, λέει η Barnes, η καλλιτεχνική διευθύντρια του θιάσου, για τον απρόσμενο χώρο που επέλεξαν.


Προετπιλέγοντας τα αντικείμενα που θα συναντήσει ο κόσμος στη διαδρομή, (η μόνιμη συλλογή του Met στεγάζει πάνω από δύο εκατομμύρια αντικείμενα), και υπαγορεύοντας τις κινήσεις των συμμετεχόντων, η Barnes ελπίζει ότι η δομή του “σωματικού πλαισίου επιτρέπει στα μέλη του κοινού να έχουν μια μοναδική συναισθηματική εμπειρία”. Η γυμναστική αρχίζει περίπου στις 8:45 π.μ.: αυτήν την ώρα τα συνήθως γεμάτα σκαλιά του μουσείου είναι άδεια, καλυμμένα με ένα πέπλο σκιών και φωτεινών σημείων πρωινού φωτός.

Μέσα στο μουσείο, η Barnes και η περφόρμερ Anna Bass βοηθούν ως αθλητικοί ξεναγοί. Χορεύουν δίπλα δίπλα, έρποντας σε όλο το μουσείο, τριποδίζοντας, βαδίζοντας και τρέχοντας με ευκολία. Όταν αντικείμενα, όπως ένα κεραμεικό μνημείο λαξευμένο με μορφές αγγέλων, εμποδίζουν τη διαδρομή τους, απομακρύνονται σαν εραστές που κρατιούνται από το χέρι και χωρίζονται από το πλήθος που έρχεται.

Μη γελάτε: πρόκειται για γυμναστική. Το σώμα ιδρώνει, οι παλμοί ανεβαίνουν και φεύγουν τα περιττά λίπη. (Το μόνο μου αίτημα θα ήταν να ανεβάζουν τους παλμούς σταδιακά και να αρχίζουν με περισσότερες διατάσεις τόσο νωρίς το πρωί). Και επειδή η απόλαυση για ο,τιδήποτε μεγαλώνει όταν κανονικά είναι απαγορευμένο, η απόλαυση αυτής της γυμναστικής προέρχεται από την παρανομία της: με το ότι “παραβιάζεις” το Met πριν τις ώρες έναρξης, κουνιέσαι με τη μουσική του Έλτον Τζον μέσα στις γκαλερί, ιδρώνεις αργά πάνω σε διάφορες μαρμάρινες επιφάνειες. Δίνει και άλλες ευκαιρίες που θα ''χεις να λες, όπως το να κάνεις μικρά άλματα μπροστά από το μαρμάρινο άγαλμα ενός γυμνού Περσέα.

Παρόλο που η Kalman δεν είναι πραγματικά εκεί, η παρουσία της είναι διάχυτη. Η αφήγησή της εκφέρει προσωπικές σκέψεις για την τέχνη και αναπάντεχους αφορισμούς της θνητότητας. Η Barnes θαύμαζε τη δουλειά της, και παραδέχτηκε ότι, όπως οποιονδήποτε άλλο πλησιάζει για δουλειά, “είναι μια δικαιολογία για να έρθεις κοντά με κάποιον που θεωρείς ότι θα δώσει αξία και προοπτική στη ζωή σου.” Ανεξαρτήτως της καινοτομίας, το κτίριο είναι ιδιαίτερα όμορφο όταν δεν είναι γεμάτο με κόσμο. Αυτό που η γυμναστική δίνει στους συμμετέχοντες είναι το να εκτιμήσουν το ίδιο το μουσείο: τα ψηλά ταβάνια, τους στενούς διαδρόμους, τις ευρύχωρες αίθουσες, το πώς το φως του ήλιου μαζεύεται και διαθλάται μέσα από τα παράθυρα και μετά σκορπίζεται σα χάντρες από ένα σπασμένο κολιέ στο πάτωμα.

Ωστόσο, αυτές οι στιγμές μεγαλείου μετριάζονται από μια ανευλαβή διάθεση. Η γυμναστική, με την ποπ-ροκ λίστα κομματιών και τις κινήσεις σε ρυθμούς γυμναστικής και τζαζ, αφαιρούν αποτελεσματικά οποιαδήποτε επιτήδευση και προσποιητή λογιότητα. Για παράδειγμα, το να μιλάς απαγορεύεται. (Σε κάποιο σημείο, η Kalman αφηγείται: “μισώ το να μιλάω για τέχνη.”) Και ο διαρκής αποπροσανατολισμός δεν επιτρέπει να προκύψουν ανώτερες νοητικά σκέψεις. Αυτό που προκύπτει κυρίως είναι αντικρουόμενα συναισθήματα: χαρά (γρήγορο βάδισμα, χέρια να φεύγουν πίσω σου, όπως στο Thunderbird από την ταινία “Grease”, μπροστά από ένα σχέδιο του Sol LeWitt!) ή εκνευρισμός (πάλι πρέπει να παρατηρήσουμε αυτήν την πανοπλία;) Ακόμα και πρωτόγονος ενθουσιασμός.

Στο τέλος, υπάρχει καφές, πορτοκάλια, τραγανό ψωμί και βούτυρο. Η ποικιλία, καθαρά τοποθετημένη στο καφέ της Αμερικάνικης Πτέρυγας, επιλέχθηκε από την Kalman, και οι χειρόγραφες σημειώσεις της  -με το σημείωμα “ΣΥΝΕΧΙΣΕ ΝΑ ΚΙΝΕΙΣΑΙ”- είναι τακτοποιημένες με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να τις πάρουν οι συμμετέχοντες. Παρόλο που είναι συναρπαστική, η εμπειρία τελικά σε καταστρέφει: τριγυρνώντας στους διαδρόμους αφού έχει ανοίξει το μουσείο, με τους παλμούς σου να έχουν επανέλθει, σκέφτεσαι, καθώς μαθητές γεμίζουν το χώρο: “Πόσο όμορφα ήταν όταν κανένας δεν ήταν εδώ”.

 

Πηγή: nytimes.com

Απόδοση: Χρόνης Μούγιος