Μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του γαλλικού κινηματογράφου και θεάτρου, ο ηθοποιός Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, πέθανε σε ηλικία 91 ετών. Ανάμεσα σε δεκάδες υπέροχους ρόλους που έχει παίξει, στην Ελλάδα θα τον θυμόμαστε για τον ρόλο του ανακριτή (Χρήστος Σαρτζετάκης) που είχε παίξει στην ταινία «Ζ» του Κώστα Γαβρά. Ο δικαστικός, προσπαθεί να αποκαλύψει την αλήθεια σχετικά με τη δολοφονία ενός εξέχοντος πολιτικού της αριστεράς, του Γρηγόρη Λαμπράκη, που τον ενσάρκωσε ο Ιβ Μοντάν, ενώ η κυβέρνηση και το παρακράτος προσπαθούν να καλύψουν τη συμμετοχή τους.
Ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1930 στο Πιολάν της Νότιας Γαλλίας. Ως νεαρός στρατιώτης, στάλθηκε να πολεμήσει στην Αλγερία, καθώς η πρώην γαλλική αποικία μαχόταν για ανεξαρτησία. Τον αηδίασε η «βίαιη υποκρισία» του πολέμου. «Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι νέοι που στάλθηκαν να πολεμήσουν εκεί, εξακολουθούν να μην μπορούν να μιλήσουν γι? αυτό», είχε αναφέρει.
Γιος Γάλλου βιομήχανου, σε ηλικία είκοσι ετών μετακόμισε στο Παρίσι για να σπουδάσει υποκριτική, και ένα χρόνο αργότερα έκανε το θεατρικό του ντεμπούτο. Ο ντροπαλός νέος που έδινε την εντύπωση ότι «ήταν αλλού», ανέβηκε στη σκηνή το 1951, στη «Μαρία Στιούαρτ» του Σίλερ. Το θεατρικό σανίδι ήταν «το αληθινό επάγγελμά του», όπως είπε κάποτε στο Γαλλικό Πρακτορείο. «Κάνουμε κινηματογράφο λίγο από ματαιοδοξία» είχε πει επίσης, προσθέτοντας πως στο σινεμά πληρωνόταν καλύτερα. Διότι δεν ήθελε να ζει από την οικογενειακή περιουσία.
Πρώτη φορά έπαιξε σε κινηματογραφική ταινία το 1955. Ήταν η ταινία που τον έκανε αμέσως γνωστό, το έξοχο φιλμ του Ροζέ Βαντίμ «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα», δίπλα στην Μπριζίτ Μπαρντό. Η θρυλική ταινία αποτέλεσε σταθμό όχι μόνον στην επαγγελματική αλλά στην προσωπική ζωή του Ζαν Λουί Τρεντινιάν. Εκεί γνώρισε την ασυναγώνιστη σε γοητεία και ερωτισμό νεαρή Μπριζίτ Μπαρντό και η σχέση τους μεταφέρθηκε από το κινηματογραφικό πανί στην πραγματικότητα. Λόγω του έρωτά της με τον Τρεντινιάν, η Μπαρντό χώρισε από τον πρώτο σύζυγό της και σκηνοθέτη της ταινίας Ροζέ Βαντίμ. Οι δυο τους έζησαν μαζί για περίπου δύο χρόνια αλλά δεν επισημοποίησαν ποτέ τη σχέση τους.
Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης καριέρα του ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν γύρισε περισσότερες από 120 ταινίες, έπαιξε πολύ θέατρο και συνεργάστηκε με σημαντικούς σκηνοθέτες μεταξύ των οποίων ο Κώστας Γαβράς, ο Κλοντ Λελούς, o Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, ο Μίχαελ Χάνεκε, ο Φρανσουά Τρυφώ και ο Κριστόφ Κισλόφσκι.
Το 1968 κέρδισε την Αργυρή Άρκτο καλύτερου ηθοποιού στο φεστιβάλ του Βερολίνου για την ταινία L?homme qui ment. Την επόμενη χρονιά, βραβεύτηκε με το βραβείο ανδρικής ερμηνείας στο φεστιβάλ των Καννών για την ταινία Ζ. Το 2013 έλαβε το Βραβείο Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου και το Βραβείο Σεζάρ Α? ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στην ταινία Αγάπη. Έπαιξε έναν ρόλο που αισθανόταν ότι ήταν ενός πολύ κοντινού του ανθρώπου, όπως είχε πει, ενός ηλικιωμένου ο οποίος αντιμετωπίζει βαριά προβλήματα και αναγνωρίζει ότι πλησιάζει ο θάνατος.
Παρά το γεγονός ότι είχε κάνει τρεις γάμους, ο ίδιος είχε εξομολογηθεί με νόημα στο παρελθόν: «Η ρομαντική μου ζωή δεν ήταν ευτυχισμένη. Πολλές γυναίκες με άφησαν»
Η ζωή του Ζαν Λουί Τρεντινιάν σημαδεύτηκε από μια τεράστια απώλεια, αυτήν την αγαπημένης του κόρης, επίσης ηθοποιού, Μαρί Τρεντινιάν. Το 2003 η νεαρή γυναίκα και μητέρα τεσσάρων παιδιών ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από τον σύντροφό της, γνωστό μουσικό και τραγουδιστή του συγκροτήματος Noir Désir Μπερτράν Καντά, σε δωμάτιο ξενοδοχείου στη Λιθουανία. Ο Καντά φυλακίστηκε μόνον για τέσσερα χρόνια, καθώς το δικαστήριο του αναγνώρισε ελαφρυντικά. Η πρόωρη αποφυλάκισή του εξόρκισε προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες τόσο από τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν όσο και από πολλά γυναικεία κινήματα σε ολόκληρο τον κόσμο.
«Θα μπορούσα να είχα σταματήσει τη ζωή μου τη στιγμή εκείνη», είχε πει. Όμως σπρωγμένος από τους οικείους του, ανέβηκε και πάλι στη σκηνή, βρίσκοντας μια «ψυχοθεραπεία» στο θέατρο και την ποίηση. Τα τελευταία τριάντα χρόνια ζούσε κοντά στο Ιζές, στο Γκαρ, κοντά στους αγαπημένους του αμπελώνες.
Αρκετά χρόνια πριν, η μοίρα τον είχε χτυπήσει και πάλι πολύ σκληρά όταν έχασε τη νεογέννητη κόρη του Πολίν από το σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου.
«Το να γερνάς είναι απλώς μια σειρά προβλημάτων», είπε σε συνέντευξή του αφού ανακοίνωσε ότι είχε καρκίνο του προστάτη. «Αλλά τελικά, ήταν καλό που έμεινα ζωντανός τόσο καιρό. Κατάφερα να γνωρίσω πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους».